Στις 16 Οκτωβρίου 1912 ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε και την πόλη της Βέροιας, όπου έγινε δεκτός μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού και συγκίνησης από τους κατοίκους.
Οι ανήσυχοι κάτοικοι της γειτονικής Νάουσας, μόλις πληροφορήθηκαν πως ο στρατός μας κατέλαβε την Βέροια, μη μπορώντας να τιθασεύσουν τον πατριωτικό ενθουσιασμό τους, φόρτωσαν πολλά ζώα με τρόφιμα και πολύ κρασί και έφθασαν γρήγορα στην Βέροια να καλοδεχτούν τον στρατό.
Την επομένη, 17 Οκτωβρίου 1912, ήρθε η ώρα να μπει επιτέλους ο ελληνικός στρατός και στην πόλη της Νάουσας, που αποβραδίς πριν την είσοδο των Ελλήνων στρατιωτών, είχε εγκαταλειφθεί από τις τουρκικές αρχές.
Η υποδοχή της αντιπροσωπίας της 4ης Μεραρχίας του ελληνικού στρατού που έφθασε στην πόλη ήταν πανηγυρική. Αργότερα, όταν όλη η μεραρχία έφθασε στον Σιδ. Σταθμό της Νάουσας από την Βέροια, ο διάδοχος Κωνσταντίνος επισκέφθηκε με όχημα την πόλη για λίγα λεπτά, όπου με συγκίνηση τον υποδέχτηκαν οι κάτοικοι. Την κατάσταση στην πόλη μεταξύ άλλων μας περιγράφει ο λογοτέχνης Σπύρος Μελάς, που υπηρέτησε στους πολέμους 1912-13, ως έφεδρος υπαξιωματικός : « Τα περισσότερα παράθυρα είχαν ανοίξει και οι νοικοκυράδες, αναμαλλιασμένες, πρόβαλλαν εδώ κι εκεί για να απλώσουν έξω και ν’ αερίσουν τα σκεπάσματα τους. Δάσος από ελληνικές σημαίες, πρόχειρα ραμμένες από γαλάζια πανιά όλων των ειδών, κρέμονταν δεξιά και αριστερά στα ξύλινα μπαλκονάκια, στολισμένα και με πλήθος γλάστρες φθινοπωρινών λουλουδιών… …»