Ο νέος Μητροπολίτης Καστορίας κ. Καλλίνικος, στην εισαγωγή του Eνθρονιστήριου λόγου του είπε ότι ως Επίσκοπος αποστέλλεται από την Εκκλησία κατά την αποστολική παράδοση και διαδοχή για να ποιμάνει την Ιερά Μητρόπολη Καστορίας.
“Η Ιερά Μητρόπολη Καστορίας είναι αγιοτόκος και αγιοσκέπαστη, είναι ιστορική, βυζαντινή, ηρωική και καλλιεργημένη από τους προκατόχους Μητροπολίτες και με φυσικό κάλλος. Είναι τμήμα της Μακεδονίας, την οποία χαρακτήρισε «κιβωτό της Ορθοδοξίας και του Οικουμενικού Ελληνισμού”.
Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους εορτάζοντες αγίους Πατέρες Ιωάννη τον Χρυσόστομο και Γρηγόριο Παλαμά, στον ελευθερωτή άγιο Μηνά και τους υπολοίπους Αγίους της Καστοριάς, στον άγιο Γεράσιμο Παλλαδά Μητροπολίτη Καστορίας, στον ήρωα Μητροπολίτη Γερμανό Καραβαγγέλη και στον μεγάλο ήρωα Παύλο Μελά, και στους προκατόχους του Μητροπολίτες, ιδιαιτέρως στον μακαριστό Μητροπολίτη Σεραφείμ.
Ο Επίσκοπος είναι «μάρτυς της Αναστάσεως του Χριστού, διάδοχος των αγίων Αποστόλων, φορεύς της μαρτυρικής Αρχιερωσύνης του Χριστού» και δεν είναι αυτόνομος.
Στην συνέχεια διάρθρωσε τον λόγο του σε δέκα σημεία, εξειδικεύοντας τους όρους αποστολή και παράκληση, στο πλαίσιο της ποιμαντορίας:
Ως Μητροπολίτης αποστέλλεται από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, έλαβε τις ευχές του Οικουμενικού Πατριάρχου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, και οφείλει να έχει την αναφορά του στην Ιεραρχία. –Η ενθρόνιση συμπίπτει με την Σύναξη πάντων των Αγίων της Καστοριάς, και επικαλέσθηκε την ευλογία τους. –Η ποιμαντική συνδέεται άρρηκτα με την θεολογία και το αντίστροφο, και τα Μυστήρια με τον ησυχασμό γι’ αυτό και οφείλει ως Επίσκοπος να ποιμαίνει θεολογικά. –Η αφιέρωση και η Ιερωσύνη είναι θεμελιώδεις έννοιες της ποιμαντικής και πρέπει να γίνονται στην προοπτική της εκκλησιοποίησης των χαρισμάτων. –Το έργο της εκκλησιαστικής ποιμαντικής είναι ενοποιητικό και θεραπευτικό. Ο χώρος εξάσκησής της είναι οι Ενορίες και οι Ιερές Μονές. Ως Επίσκοπος οφείλει να στηρίζεται στον νόμο του Θεού και την Αλήθεια και να πολεμά το ψεύδος και τα έκγονά του. –Θα στηρίζει και θα ευλογεί το κοινωνικό έργο, το οποίο στην Εκκλησία γίνεται μέσα από την προοπτική της αιωνίου υπάρξεως του ανθρώπου. –Ως Επίσκοπος της Ορθοδόξου Εκκλησίας ακολουθεί την θεολογία της Εκκλησίας περί μη συγκρούσεως πίστεως και επιστήμης, αλλά συνυπάρξέως τους. Σεβόμαστε τους επιστήμονες κάθε τομέα, και επιστήμονες της θεογνωσίας είναι οι Άγιοι. –Εξέφρασε τον σεβασμό του στο Συνταγματικό πολίτευμα της Πατρίδος μας, στους εκλεγμένους άρχοντες και στους εκπροσώπους των δημοκρατικών θεσμών και λειτουργιών, και είπε ότι και η Δημοκρατία και η Εκκλησία χρειάζονται τον σεβασμό όλων μας. Τέλος μίλησε για την ζωή του Χριστιανού ως συνεχή μαθητεία και αναφέρθηκε ιδιαιτέρως στην παιδική και νεανική ηλικία και απεύθυνε γενική πρόσκληση για πλαισίωση και στήριξη της εκκλησιαστικής κατήχησης και παιδείας.
«Σας άνοιξα ένα μεγάλος μέρος της καρδιάς μου, όσο η περίσταση και η ώρα το επιτρέπει», είπε ο Σεβασμιώτατος, και ότι «αυτά που προανάφερα είναι ο εαυτός μου, δεν είναι τίποτε ξένο που δεν το πιστεύω».
Διαβεβαίωσε ότι σκοπός του είναι η ολοκληρωτική αφιέρωση στην Μητρόπολή του, ακολουθώντας κατά το δυνατόν τον παράδειγμα του αγίου Καλλινίκου Εδέσσης και ζώντας ως Ιεράρχης ησυχαστικά και θυσιαστικά.
Και απευθυνόμενος στον Δήμαρχο, τους άρχοντες και τον λαό της Καστοριάς, κατέκλεισε τον λόγο του: «Ήρθα στο σπίτι μου! Είμαι πλέον Καστοριανός! Ως Επίσκοπος ανοίγω τα χέρια μου προς εσάς σε σχήμα σταυρού και επικαλούμαι τους αποστολικούς λόγους…».