Τά δόγματα εἶναι κεφάλαια σωτηρίας

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΙΟΥΛΙΟΥ

 

Η Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

 

Τά δόγματα εἶναι κεφάλαια σωτηρίας

 

Ὁ Ἰούλιος μῆνας φέρνει στή μνήμη τῆς Ἐκκλησίας μας καί αὐτή μέ τή σειρά της μᾶς καλεῖ νά τροφοδοτήσομε τή δική μας μνήμη καί ζωή μέ τό γεγονός τῆς σύγκλησης καί τῶν ἀποφάσεων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου· ἡ ὁποία συνῆλθε στή μεγάλη αὐτοκρατορική αἴθουσα στή Χαλκηδόνα (προάστειο Κωνσταντινουπόλεως), τό 451 μ.Χ.

Θέμα ἀναφορᾶς τῶν 630 Πατέρων, οἱ ὁποῖοι συγκρότησαν τή Σύνοδο καί ἐκπροσωποῦσαν ὅλες τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες, ἦταν νά ἀπαντήσουν στήν αἱρετική πρόκληση τοῦ Διοσκόρου, Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας, καί τοῦ Ἀρχιμανδρίτη Εὐτυχοῦς, οἱ ὁποῖοι, στήν προσπάθειά τους νά ἀπαντήσουν στήν κακοδοξία τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ὁ ὁποῖος οὐσιαστικά ἐξοστράκιζε τή θεία φύση τοῦ Χριστοῦ, ὑπερτονίζοντας τήν ἀνθρώπινή του φύση καί ἐννοώντας τόν Χριστό ὡς ἕνα θεῖο ἄνθρωπο, -καί ὀνομάζοντας καί τήν Παναγία «Χριστοτόκο» καί ὄχι «Θεοτόκο»-, καί τόν ὁποῖο καταδίκασε ἡ Γ΄ ἐν Ἐφέσῳ Οἰκουμενική Σύνοδος (431 μ.Χ.)· αὐτοί, λοιπόν, κατέληγαν στήν ἄκρως ἀντίθετη ἀντίληψη, τῆς «καταστροφῆς τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ», καί τῆς διδασκαλίας περί μιᾶς καί μόνης στόν Χριστό φύσης, δηλαδή τῆς θείας. Ἔτσι, προσπαθοῦσαν νά εἰσάξουν στήν Ἐκκλησία τή δογματική ἐκτροπή τοῦ «μονοφυσιτισμοῦ». Χαρακτηριστικά, ὁ Διόσκορος ἔλεγε: «Δέχομαι δύο φύσεις στόν Χριστό, ἀλλά πρίν τήν ἕνωσή τους. Ὡστόσο, δέν δέχομαι δύο φύσεις στόν Χριστό, μετά τήν ἕνωσή τους»!

Καί γιά νά καταστήσει σαφέστερη καί προκλητικότερη τή νοσηρή περί τῶν δύο φύσεων τοῦ Χριστοῦ διδασκαλία του, ἔφερε, ὡς παράδειγμα, τή μία σταγόνα βροχῆς, τήν ὁποία καί παρομοίαζε μέ τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία σταγόνα, ὅταν πέσει, ἔλεγε, στόν θαλάσσιο ὠκεανό, τόν ὁποῖο παρομοίαζε μέ τή θεία φύση τοῦ Χριστοῦ, τί θά πάθει; Ἀναμφίβολα, διατεινόταν, θά καταποθεῖ ἡ σταγόνα καί θά ἐξαφανισθεῖ! Ὁπότε συμπέραινε καί υἱοθετοῦσε ὁ Διόσκορος, ὅπως καί οἱ ὁμόφρονές του, τήν ἀντίληψη τῆς ἀπορρόφησης καί ἀναίρεσης-διάλυσης τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ἕνωσή της μέ τήν ἄπειρη θεία φύση. Ἤ, μᾶλλον, μέ τόν τρόπο αὐτό ὁδηγεῖτο στήν παραδοχή μιᾶς τρίτης φύσης στόν Χριστό «συγκεκραμένης» ἀπό τή θεία καί τήν ἀνθρώπινη τοῦ Χριστοῦ φύση! Αὐτό, λοιπόν, τό φοβερό δίδασκαν, τελικά οἱ Μονοφυσίτες.

Ἔτσι, λοιπόν, προκλήθηκε σάλος τεράστιος στήν Ἐκκλησία. Καί αὐτός ὁ συναγερμός, γιατί; θά ἰσχυρισθεῖ κάποιος. Εἶναι, δηλαδή, τόσο φοβερή ἡ δογματική αὐτή ἀντίληψη; Πῶς καί σέ τί μᾶς ἀφορᾶ, θά ποῦν κάποιοι, ἄν ὁ Χριστός εἶχε δύο φύσεις ἤ μία; Ὡστόσο, καί στή Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, ὅπως καί σέ ἀνάλογες Συνόδους, διαφάνηκε καί κατατέθηκε ἡ μεγάλη εὐαισθησία καί ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας στά θέματα τῆς πίστης. Καί τοῦτο, γιατί; Διότι τά δόγματα δέν εἶναι παραθεωρημένες ἤ «ἀπολιθωμένες» διατάξεις, ὅπως κάποιοι φρονοῦν, ἀλλά κεφάλαια γιά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ζωῆς καί σωτηρίας. Πῶς;

Ναί. Ἡ σωτηρία μας στηρίζεται ἀπόλυτα καί οἰκοδομεῖται, ἐπί τοῦ προκειμένου, σέ δύο μεγάλα μεγέθη: Τό ἕνα εἶναι ἡ ἀλήθεια περί τῆς θείας φύσης τοῦ Χριστοῦ, ἡ θεότητά του, καί τό ἄλλο ἡ πραγματικότητα τῆς ἀνθρώπινης τοῦ Χριστοῦ φύσης, ἡ ἀνθρωπότητά του.

Ὁπότε, ἀντιδρώντας οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας στούς ἀρνητές τῆς θείας τοῦ Χριστοῦ φύσης (Ἄρειος κ.ἄ.), ὑπέβαλλαν τό ἐρώτημα: «Ἄν ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, καί ἄρα εἶναι κτίσμα, ὅπως ἐμεῖς, οἱ ἄνθρωποι, τότε ‘‘διατί ἡμῖν γίνεται;’’. Τί μᾶς ὠφελεῖ; Τί ἦλθες νά κάμεις, Χριστέ μου, σέ μᾶς; ‘‘Τί (ἐσύ) ὡς κτίσμα τοῖς κτίσμασι (σέ μᾶς τά κτίσματα) μᾶς προσφέρεις;’’». Ἑπομένως, ἄν ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, ἀλλά κτίσμα, τότε σωτηρία γιά μᾶς δέν ὑπάρχει! Γιατί ὁ Χριστός ἀδυνατεῖ νά μᾶς σώσει!

Ἄν ὁ Χριστός δέν εἶναι καί ἄνθρωπος, τότε αὐτή ἡ ἀντίληψη ποῦ καί πῶς μᾶς βλάπτει; Δηλαδή, πιό ἁπλᾶ, πῶς μᾶς σώζει καί ἡ ἀνθρωπότητά σου, Χριστέ μου; Καί ἐδῶ, πάλι, εἶναι θεόσοφη ἡ ἀπάντηση τῶν Πατέρων μας. Καί ποιά εἶναι αὐτή;

Θά μᾶς διδάξουν καί ἐξηγήσουν οἱ θεοφόροι καί θεοκήρυκες Πατέρες μας, πώς, ναί, καί ἡ ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιά μᾶς κεφάλαιο σωτηρίας. Γιατί στήν περίπτωσή μας λειτουργεῖ ἡ ἀλήθεια, ὅτι τό «ὅμοιον διά τοῦ ὁμοίου σώζεται». Πόσο ὄμορφα καί εὔγλωττα τό διαλαλεῖ τοῦτο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Ὁ Χριστός, ὡς ὁ δεύτερος τῆς ἁγίας Τριάδος καί ‘‘ἐν μορφῇ (ἐν οὐσίᾳ) Θεοῦ ὑπάρχων’’, ὄντας δηλαδή πλήρης καί τέλειος Θεός, ‘‘ἑαυτόν ἐκένωσεν’’, ἐμίκρυνε-ἐμίκρυνε τόσο πολύ τόν ἑαυτό του καί προσέλαβε καί τήν ἀνθρώπινη φύση καί ἑνώθηκε μαζί της καί βρέθηκε στόν κόσμο ὡς ἄνθρωπος, συναναστρεφόμενος, ὡς ὁ Θεάνθρωπος Χριστός» (Φιλ. β΄ 6-8).

Ναί, τό κατά πάντα καί διά πάντα ὅμοιο τοῦ Χριστοῦ μέ μᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας, μᾶς δίδει τή δυνατότητα, ὡς ἀνθρώπων, νά ἔχομε κοινωνία μαζί του, νά γινόμαστε ἕνα μαζί του. Γι’ αὐτό καί ἀλλοῦ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θά διακηρύξει, ὅτι ὁ Χριστός, γιά νά κατορθωθεῖ ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, «ὤφειλε κατά πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι» (Ἑβρ. β΄ 17). Ναί, χάριν τῆς σωτηρίας μας, «ἀναγκάσαμε» τόν Χριστό νά γίνει κατά πάντα ὅμοιος μέ μᾶς, προκειμένου τό ὅμοιο τοῦ ἀνθρώπου Χριστοῦ νά σώσει τό ὅμοιό του, τόν ἄνθρωπο. Δέν διαγγέλλουμε αὐτή τήν ἀλήθεια καί στόν Ἀκάθιστο Ὕμνο;

«Σῶσαι θέλων τόν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ,

πρός τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·

καί ποιμήν ὑπάρχων ὡς Θεός,

δι’ ἡμᾶς ἐφάνη καθ’ ἡμᾶς ἄνθρωπος·

ὁμοίῳ γάρ τό ὅμοιον καλέσας…».

 

Μόνο, ἔτσι, λοιπόν, μπορούσαμε νά σωθοῦμε.

Ὡστόσο, ἐκεῖ ὅπου φαίνεται καί διαλαλεῖται αὐτή ἡ ἀλήθεια τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου «διά τοῦ ὁμοίου» ἀνθρώπου Χριστοῦ, εἶναι στή θεία Κοινωνία. Ἐπεξηγεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὅτι μόλις δεχθοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἀμέσως γινόμαστε ἕνα μέ Αὐτόν, ὑπάρχομε «σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ». Ὁπότε, εὐθύς, ἀμέσως, πραγματοποιεῖται τό φοβερό θαῦμα καί μυστήριο. Ποιό; Τῆς παραλαβῆς μας ἀπό τόν ἄνθρωπο Χριστό καί τῆς μεταφορᾶς μας, ποῦ; Στό Θεανθρώπινο τοῦ Χριστοῦ μας πρόσωπο. Ἀλλά, ὄντας ἐμεῖς ἑνωμένοι ἐκεῖ, μέ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τότε ἔρχεται ἡ θεία του φύση καί ὄχι μόνο μᾶς σώζει, ἀλλά καί μᾶς θεώνει κατά χάριν!

Καί αὐτό εἶναι τό νόημα καί τό μήνυμα τῶν λόγων τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὅτι ἀξιωνόμαστε, διά τῆς θείας Κοινωνίας, νά καταστοῦμε «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β΄ Πέτρ. α΄ 4). Τοῦτο τό ὕψιστο προνόμιο μόνο στούς ἀνθρώπους ἀπό τόν Θεό δωρίζεται. Καί εἶναι ἀκριβῶς σ’ αὐτό τό μέγεθος, ὅπου, κατά τόν ἱερό Δαμασκηνό, ὑπερέχει ὁ ἄνθρωπος τῶν Ἀγγελικῶν Δυνάμεων!

Ἰδού, λοιπόν, πῶς καί γιατί τά δόγματα εἶναι κεφάλαια σωτηρίας!

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....