ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΙΟΥΝΙΟΥ
Ὅλοι οἱ Χριστιανοί ἔχουν καθῆκον νά προσεύχονται. Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅλοι πρέπει νά ἐπιδιδόμαστε στήν προσευχή καί νά μνημονεύουμε τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ περισσότερο κι ἀπό τήν ἀναπνοή μας. Ἡ προσευχή εἶναι συνομιλία μέ τόν Θεό.
Ἐκτός ἀπό τίς καθιερωμένες προσευχές, τήν πνευματική μελέτη καί τήν ψαλμωδία, ὑπάρχουν καί οἱ μετάνοιες, ὡς ἀπαραίτητο συμπλήρωμα τῆς πνευματικῆς ἐργασίας.
Οἱ μετάνοιες εἶναι προσκύνηση τοῦ Θεοῦ. Κάνουμε κάτι πού ὁ διάβολος δέν μπορεῖ μέ τίποτα νά κάνει, δηλαδή δέν γονατίζει, δέν προσκυνᾶ τόν Θεό.
Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο γίνονται εἶναι ὁ ἑξῆς: Ἀφοῦ κάνουμε τόν σταυρό μας, γονατίζουμε. Καί ἀφοῦ ἀγγίξουμε μέ τό μέτωπό μας τή γῆ, σηκωνόμαστε ὄρθιοι καί τό ἐπαναλαμβάνουμε. Κάθε φορά πού κάνουμε μία μετάνοια, λέμε καί τό: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Εἶναι ἄσκηση πνευματική καί σωματική, καθώς συμμετέχει καί τό σῶμα μας στή λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Τό γονάτισμα συμβολίζει τήν πτώση καί τήν ἁμαρτία μας. Ἐνῶ ἡ ἀνόρθωση συμβολίζει τή μετάνοια καί τήν ὑπόσχεση νά ζήσει κανείς βίο ἀναστημένο. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει ὅτι μέ κάθε γονυκλισία καί ἀνόρθωση δείχνουμε ἔμπρακτα ὅτι ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας μας πέσαμε στή γῆ, ὅμως ἐξαιτίας τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Δημιουργοῦ μας «εἰς οὐρανόν ἀνεκλήθημεν». Μέ τίς μετάνοιες δείχνουμε ὅτι εἴμαστε ταπεινοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Μέ τρόπο αἰσθητό ἐκδηλώνουμε τόν σεβασμό καί τήν εὐγνωμοσύνη μας ἀπέναντι στόν Θεό.
Λένε μερικοί: «Γιά ποιό λόγο νά κάνουμε μετάνοιες;». Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός ἀπό τίς δικές μας μετάνοιες, ἀλλά ἐμεῖς νιώθουμε τήν ἀνάγκη νά κάνουμε μετάνοιες, γιατί αὐτό μᾶς ἀναπαύει. Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος δοξολογεῖ καί προσκυνᾶ τόν Θεό. Ἐμεῖς, παρόλο πού ζοῦμε μέσα στήν ἁμαρτία, ἀπολαμβάνουμε τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ, αἰσθανόμαστε τήν παρουσία Του στή ζωή μας, κι ἔτσι θέλουμε νά εὐχαριστήσουμε καί νά ὑμνήσουμε τόν Θεό. Γιατί λοιπόν νά μήν πέσουμε κάτω νά Τόν προσκυνήσουμε; Οἱ Ἅγιοι χαίρονταν νά προσκυνᾶνε κάθε μέρα τόν Κύριο, κάνοντας ἑκατοντάδες ἤ καί χιλιάδες μετάνοιες.
Αὐτή εἶναι ἡ στάση πού πρέπει νά ἔχει τό πλάσμα ἀπέναντι στόν Πλάστη του. Πέφτουμε στά πόδια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί Τόν ἱκετεύουμε νά μᾶς συγχωρήσει τά ἁμαρτήματα καί νά μᾶς ἐλεήσει.
Πολύ εὐλογεῖ ὁ Θεός αὐτόν πού κάνει μετάνοιες. Μέ τόν κόπο πού καταβάλλουμε, προσελκύουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ κι ἔρχεται στήν ψυχή γαλήνη, χαρά καί ἀνάπαυση. Ὁ Χριστιανός ταπεινώνεται. Ἡ καρδιά γλυκαίνεται κι ἔρχεται σέ κατάσταση συντριβῆς καί κατάνυξης. Ἡ προσευχή εἶναι πιό θερμή, πιό καρδιακή καί ἔμπονη. Ἡ σωματική ἄσκηση θερμαίνει τό αἷμα καί τό σῶμα, καί ἀποκτᾶ κάποιος ζωηρότερη διάθεση γιά πνευματικό ἀγώνα. Ἀντιμετωπίζει κανείς καί τό πρόβλημα τῆς ἀκηδίας καί τῆς ραθυμίας. Πέρα ἀπό τίς θετικές ἐπιδράσεις στήν ψυχή, ὠφελεῖται καί τό σῶμα, γιατί γυμνάζεται.
Ὁ ἀριθμός τῶν μετανοιῶν εἶναι ἀνάλογος τῶν σωματικῶν καί πνευματικῶν δυνάμεων τοῦ καθενός. Ἔτσι, ἕνας πού ἔχει δυνατό καί ὑγιές σῶμα θά πρέπει νά κάνει περισσότερες μετάνοιες ἀπό ἕναν πού διαθέτει ἀσθενικό καί ἀδύναμο σῶμα. Ὁπωσδήποτε, νά μήν ξεπερνᾶμε τίς ἀντοχές καί τίς δυνάμεις μας. Ἀλλά καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά, νά μήν προφασιζόμαστε φανταστικές ἀσθένειες ἤ ἀδυναμία, προκειμένου νά μήν κάνουμε μετάνοιες. Εἰδικά, ὅταν εἴμαστε νέοι στήν ἡλικία, νά κάνουμε μετάνοιες, γιατί ὅταν περάσουν τά χρόνια καί γεράσουμε ἤ ἀσθενήσουμε, τό σῶμα πλέον δέν μπορεῖ νά ἀκολουθεῖ.
Ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία δέν εἶναι ὁ ἀριθμός τῶν μετανοιῶν, ἀλλά νά συνοδεύονται ἀπό πραγματική μετάνοια. Νά νοιαζόμαστε ὄχι γιά τήν ποσότητα, ἀλλά γιά τήν ποιότητα. Ὅ,τι κάνουμε, νά τό κάνουμε μέ συναίσθηση καί μέ ἀγάπη πρός τόν Χριστό, χωρίς ὑπολογισμούς καί σκέψεις.
Ἡ οὐσία τῆς προσευχῆς καί τῶν μετανοιῶν δέν συνίσταται στό πλῆθος, ἀλλά στήν προσοχή καί τή συμμετοχή τῆς καρδιᾶς τήν ὥρα πού γίνονται, ἔτσι ὥστε νά τρέφουν καί νά ζωογονοῦν τήν ψυχή. Νά κάνουμε τίς μετάνοιες μέ εὐλάβεια, μέ ζῆλο καί ἀγάπη. Νά κάνουμε ὅσες μποροῦμε. Ὄχι τυπικά καί ψυχρά οὔτε μέ ἰδιοτέλεια. Νά μή γίνονται μέ βία καί πίεση, ἀλλά ἤρεμα καί ἀβίαστα, γιά νά ἔρθει ὄφελος στήν ψυχή.
Κάποτε σέ ἕνα μοναστήρι ζοῦσε ἕνας μοναχός, ὁ ὁποῖος ἤταν ἔγκλειστος. Καί αὐτό πού τόν ξεχώριζε κυρίως ἦταν οἱ πολλές μετάνοιες. Ἔκανε κάθε μέρα στο κελί του 3000 ἐδαφιαῖες μετάνοιες. Ἡ παλιά πόρτα τοῦ κελιοῦ του εἶχε μία τρυπούλα κι ὅταν κάποιος μοναχός περνοῦσε ἀπό ἔξω ἔριχνε καί μία ματιά στόν ἀσκητή μοναχό, πού συνήθως ἔκανε μετάνοιες. Τό ἀντιλήφθηκε αὐτό ὁ ἔγκλειστος μοναχός κι ἄρχισε νά πιστεύει γιά τόν ἑαυτό του ὅτι ἦταν ξεχωριστός ἀπό τούς ἄλλους. Ὅσο περνοῦσε ὁ καιρός δεχόταν μέ εὐχαρίστηση αὐτούς τούς λογισμούς καί φύτρωσε στήν ψυχή του τό θανάσιμο πάθος τῆς ὑψηλοφροσύνης.
Ὁ ἡγούμενος τοῦ μοναστηριοῦ φωτίστηκε ἀπό τόν Θεό γιά τήν κατάσταση τοῦ μοναχοῦ καί πῆγε κι ἔκλεισε τή μικρή τρύπα στήν πόρτα τοῦ κελιοῦ του. Ἔτσι κανείς πλέον δέν μποροῦσε νά τόν δεῖ νά κάνει τίς μετάνοιές του. Ἀμέσως ὁ μοναχός «ἔχασε τή δύναμή του». Ἀπό 3000 μετάνοιες προσπαθοῦσε νά κάνει 30 κι οὔτε αὐτές μποροῦσε. Τότε τοῦ εἶπε ὁ ἡγούμενος νά κάνει κάθε μέρα 3 μετάνοιες!
Καλύτερα λοιπόν λίγες μετάνοιες μέ ταπείνωση, παρά πολλές μέ ὑπερηφάνεια. Οἱ μετάνοιες χωρίς μετάνοια δέν ἀξίζουν τίποτα. Οἱ μετάνοιες καί γενικά ἡ προσευχή πού γίνεται μηχανικά, ἁπλᾶ γιά νά συμπληρωθεῖ ἕνας καθορισμένος ἀριθμός, ὄχι μόνο δέν ὠφελεῖ, ἀλλά βλάπτει. Ὁδηγεῖ στήν ἔπαρση καί τή σκληροκαρδία, ἀντί γιά τήν ταπείνωση.
Στόν ἀγώνα λοιπόν πού κάνουμε νά μετανοήσουμε, ἄς ἔχουμε στόν νοῦ μας καί τίς μετάνοιες. Σημαντικό ἔργο ἐπιτελοῦμε γιά τήν ψυχή μας. Καί μία μόνο μετάνοια νά κάνουμε τήν ἡμέρα, γιά τόν Θεό ἔχει πολύ μεγάλη ἀξία!