Οι γέφυρες που έσωσαν τη Θεσσαλονίκη!

Οι κρίσιμες ώρες για να ελευθερωθεί η Θεσσαλονίκη το 1912 , είναι λίγο πολύ γνωστές. Λίγες ώρες να καθυστερούσε ο ελληνικός στρατός τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά σήμερα . Ίσως οι Βούλγαροι να έβαζαν τη δική τους σφραγίδα στα ελληνικότατα χώματα της Μακεδονίας μας .

 

Χρειάστηκαν 2 γέφυρες για να περάσει ο ελληνικός στρατός τον Αξιό και να ..καλπάσει προς τη Θεσσαλονίκη! Ένα χωριό με αμιγώς ελληνικό πληθυσμό έπαιξε τον δικό του σημαντικό ρόλο εκείνες τις ώρες!

Χαλαστρινοί, απλοί πολίτες που έδωσαν ψυχή για να φτάσει πρώτος και να απελευθερώσει τη Θεσσαλονίκη, στις 26 Οκτωβρίου 1912 ο ελληνικός στρατός.

 

Η τότε Κουλακιά δυστυχώς δεν αναφέρεται στα βιβλία της ιστορίας .

 

Ξετυλίγοντας λοιπόν το νήμα των ιστορικών γεγονότων βρίσκουμε την Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα ως ένα φτωχό, μικρό και αδύναμο κράτος της νότιας Βαλκανικής.

Η ήττα στον πόλεμο του 1897, οι χρεοκοπίες της δεκαετίας του 1890 και αδιέξοδα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής είναι τα βάρη του ελλαδικού κράτους στην αυγή του 20ου αιώνα. Όμως, εκτός του ελλαδικού κράτους, που μέχρι το 1912 φτάνει μόνο μέχρι και τη Θεσσαλία, ζει και δραστηριοποιείται ένας ακμαίος ελληνισμός που ονειρεύεται την ένωση με την Ελλάδα, την απελευθέρωσή του. Το όραμα της Μεγάλης Ιδέας εμπνέει και είναι η κινητήριος δύναμη του ελληνισμού.

 

Η περιοχή της Μακεδονίας στις αρχές του 20ου αιώνα εξελίσσεται σε πεδίο σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Έτσι, από το 1904 ως το 1908 ο ανταγωνισμός εξελίσσεται σε ένοπλη σύγκρουση αντάρτικων ομάδων• από την μια πλευρά οι Έλληνες Μακεδονομάχοι και από την άλλη πλευρά οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες. Ο τουρκικός στρατός επεμβαίνει συχνά σε βάρος των Ελλήνων.

 

Ο Μακεδονικός Αγώνας πλέον διεξάγεται με μεγάλη ένταση. Ηρωικά κατορθώματα καταγράφονται από δεκάδες αφανείς ήρωες – μακεδονομάχους. Μέρος της ένοπλης σύγκρουσης διεξάγεται στα ελώδη νερά της λίμνης των Γιαννιτσών, στον περίφημο Βάλτο, γνωστός κι από το έργο της Πηνελόπης Δέλτα «Στα μυστικά του Βάλτου».

 

Στα πλαίσια του Μακεδονικού Αγώνα, η Κουλιακιά, συμμετέχει και συνεισφέρει.

 

Το  1910 ο Ελευθέριος Βενιζέλος αναλαμβάνει την πρωθυπουργία του ελληνικού κράτους κομίζοντας τον πολυπόθητο αέρα της αλλαγής. Η προσδοκία για απελευθέρωση των Ελλήνων, για λύτρωση, είναι πλέον ισχυρή και γίνεται βεβαιότητα.

 

       

 

Στις 5 Οκτωβρίου 1912 κηρύσσεται ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος. Τα ελληνικά στρατεύματα, υπό την αρχιστρατηγία του Διαδόχου Κωνσταντίνου επιτίθενται από την περιοχή της Θεσσαλίας, κατατροπώνουν τον Οθωμανικό στρατό στο Σαραντάπορο και προχωρούν προς την απελευθέρωση όλης της Μακεδονίας.

Ο ελληνικός στρατός στις 20 Οκτωβρίου εισέρχεται στο χωριό Γιουντζήδα, τα σημερινά Κύμινα, αφού εξουδετερώνει την ισχνή αντίσταση που συναντά, και στις 21 Οκτωβρίου εισέρχεται στην Κουλιακιά, τη σημερινή Χαλάστρα.

 

 

 

Ένα κρίσιμο περιστατικό της Ιστορίας, άγνωστο στους περισσότερους, που επέδρασε καθοριστικά στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον ελληνικό στρατό έγινε εδώ και οι Χαλαστρινοί το ξέρουν πολύ καλα΄.

 

 

«Η ιστορία του καροποιού Γιώργου Νταλιγκάρη και των λοιπών Χαλαστρινών τη νύχτα της 22ας Οκτωβρίου 2012 δεν προκύπτει μόνο μέσα από τις ντόπιες παραδόσεις και το λιτό σωζόμενο διήγημα του Κωνσταντίνου Βαφείδη, αλλά και από τα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, ωστόσο παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό, παρόλο που εύκολα μπορεί να αντιληφθεί κανείς την αποφασιστική σημασία της για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912.

 

Το 1962, ο Κώστας Βαφείδης, δημοσίευσε στο περιοδικό «Μακεδονική Ζωή» ένα κείμενο με τίτλο «Το πέρασμα του Αξιού το 1912». Το 1967 είδε το φως της δημοσιότητας ένα άλλο κείμενο του ιδίου με τίτλο «Η γέφυρα της Κουλιακιάς», όπου μετέφερε σε μια πολύ παραστατική αφήγηση τη μαρτυρία του Στέργιου Μαρκούδη.

Το χαρακτηριστικό του κειμένου του Βαφείδη, είναι ότι μεταφέρει την ατμόσφαιρα της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης σε κλίμα εθνικής ανάτασης των άρτι απελευθερωμένων Χαλαστρινών. Αφού ξεκινά την αφήγηση με την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Χαλάστρα και τα πανηγύρια των ντόπιων, μεταφέρει το λόγο του δασκάλου του χωριού, ο οποίος ανέβηκε στο μπαλκόνι του Σταθμού και φώναζε «Πατριώτες… Έλληνες ακούστε…»

«Η σημερινή μέρα ας χαραχθή βαθιά μέσα στις ψυχές μας, δεν είμαστε πια σκλάβοι, είμαστε ελεύθεροι Έλληνες… Έλληνες! Και δείχνοντας τη σημαία που περήφανα κυμάτιζε πλάι του, φώναξε:

Γονατίστε στην ελληνική σημαία και θυμηθείτε τα τόσα βάσανά μας, θυμηθείτε τους αγωνιστές που χάθηκαν…»

Στη συνέχεια όλοι γονάτισαν και τραγούδησαν τον εθνικό ύμνο και το… Χριστός Ανέστη!

Στη συνέχεια βγήκαν, όπως αφηγείται, τρεις δημογέροντες από τη Μακεδονική Επιτροπή και κάλεσαν τον κόσμο να υποδεχθεί τις ελληνκές μεραρχίες και να τρέξει στα σπίτια του για να φτιάξει φαγητό!

«Κι τώρα πιδιά μ” δ’λεια, τ” αδέρφια μας σι λίγες ώρες έρχουντι, είνι χαρούμενα μα κι μπαϊλντισμένα. Μπουρεί να πναν κιόλας, ου αγώνας ήταν κι είνι ακόμα τρανός! Που κιρός για φαΐ; Ούλοι στα σπίτια σας, ψήστι ψουμιά κι πίτες κι τοιμάστι προσφάγια».

 

Το βράδυ της 24ης Οκτωβρίου 1912 «το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινόπουλου πέρασε τη γέφυρα της Κουλακιάς (Χαλάστρας), κατέλαβε το Τεκελί (Σίνδος) χωρίς αντίσταση και στρατοπέδευσε εκεί. Το σώμα Προσκόπων στάθμευσε στο Τεκελί (Σίνδος).

 

Όπως αναφέρεται στο υλικό της ίδιας πηγής, ο Αλέξανδρος Ζάννας, γιος του Θεσσαλονικιού γιατρού Ζάννα, που υπηρετούσε στο σώμα των Προσκόπων, έγραψε για την είσοδο του ελληνικού στρατού στο Τεκελί (Σίνδος): «Επιτέλους έφτασε η ώρα της πορείας προς την πόλη της Θεσσαλονίκης. Περάσαμε τη γέφυρα της Κουλακιάς και τραβήξαμε ολοταχώς προς το Τεκελί, δέκα χιλιόμετρα περίπου από τη Θεσσαλονίκη. Εκεί συναντηθήκαμε πάλι με την 7η μεραρχία και την ταξιαρχία Κωνσταντινόπουλου.

Στο Τεκελί, σημερινή Σίνδο, μείναμε 36 ώρες. Εκεί μας βρήκαν μερικοί νέοι από τας Αθήνας φρεσκοξυρισμένοι, βγαλμένοι από το κουτί, γιατί δεν πρόφτασαν οι καημένοι τις μονάδες τους και είχαν έλθει εκ των υστέρων να τις συναντήσουν στη Θεσσαλονίκη. Φιλοξενήσαμε το βράδυ μερικούς από αυτούς και όταν μπήκαμε ύστερα στη Θεσσαλονίκη, ακούγαμε τις διηγήσεις τους για τις μάχες του Σαραντάπορου και των Γιαννιτσών!»

Αν οι Βούλγαροι κατελάμβαναν τη Θεσσαλονίκη,έπρεπε να χυθεί νέο αίμα από τον στρατό για να εκδιωχθούν απ” αυτήν. Γι” αυτό τόσο ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος όσο και οι μέραρχοι ζόυσαν στιγμές αγωνίας.

 

 

Η Θεσσαλονίκη ειναι ελληνική: Στις 24 Οκτωβρίου,η 7η μεραρχία και το απόσπασμα των ευζώνων διάβηκαν τους δύο βραχίονες του ποταμού και στρατοπέδευσαν στο Τέκελι.

 

Δίπλα στο ποτάμι εκεί στην τότε Κουλακιά , σημερινή Χαλάστρα , οι κάτοικοι περήφανοι για τα όσα έκαναν συνέχισαν τη ζωή τους. Ποτέ όμως δεν ξέχασαν και μέχρι σήμερα οι ιστορίες πάνε από στόμα σε στόμα από γενιά σε γενιά… Χρόνια πολλα

 

 

 

                           

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....

Στην ίδια κατηγορία...

Κατηγορίες