Στίς 23 Ὀκτωβρίου 1978 ἡ τιμία κάρα ἔφθασε μέ πομπή στήν Θεσσαλονίκη ὅπου ὁ λαός τῆς ὑποδέχθηκε μέ πρωτοφανῆ καί δίκαιο ἐνθουσιασμό καί μέ μεγάλη συγκίνηση. Οἱ στιγμές ὑπῆρξαν μεγαλειώδεις. Μέ θριαμβευτική πομπή κλήρου καί λαοῦ τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου ἐπέστρεφε στήν πόλη Του, γιά νά βρίσκουν οἱ Θεσσαλονικεῖς καί πάλι καταφυγή στήν διαιώνια καί πανίσχυρη προστασία τοῦ πολιούχου τους.

Ἡ βυζαντινολόγος – ἀρχαιολόγος κυρία Μαρία Θεοχάρη, ποῦ ἔχει ἰδιαίτερα ἀσχοληθεῖ μέ θέματα ἐρεύνης ἀγνώστων θεμάτων τῆς παλαιοχριστιανικῆς ἐποχῆς, βρῆκε ὅτι τό λείψανο τοῦ προστάτη τῆς συμπρωτεύουσας Ἁγίου Δημητρίου βρίσκόταν στό Σάν Λορέντζο τῆς Ἰταλίας.
Ἀμέσως μετά τή δημοσίευση τῆς εἰδήσεως ὅτι ἐντοπίσθηκε τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμων ὁ Β ? ἔσπευσε νά συγκεντρώσει πληροφορίες ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονες πού ἀσχολοῦνται μέ παρόμοια προβλήματα γύρω ἀπό τή γνησιότητα τῶν ἱερῶν λειψάνων. Γεγονός πάντως εἶναι ὅτι ἡ μεσιτεία τοῦ Μεγαλομάρτυρα καί ἡ συνεχής πρόσκληση καί προσταγή του πρός τά ὄργανα τῆς θείας Προνοίας ἔδωσαν τούς ἀναμενόμενους καρπούς. Ὁ Παναγιώτατος ἀφοῦ ἔλαβε τήν ἔγκριση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καί τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μετέβη προσωπικά στήν Ἰταλία καί παρακάλεσε τόν Ἐπίσκοπό του Φάνο Κωνστάντιο Μίτσι νά δεχθεῖ νά ἐπιστρέψει τό ἰ. λείψανο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στήν πόλη του. “Ο Ἐπίσκοπος Φάνο, μπροστά σ’ αὐτό τό δίκαιο αἴτημα τοῦ Παναγ. Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης καί στήν ἐπιθυμία ἀσφαλῶς τοῦ Ἁγίου νά ἐπιστρέψει στήν ἀγαπημένη Τοῦ Θεσσαλονίκη, ἔδωσε τή συγκατάθεσή του. «Ἔμενε τώρα νά δεχθοῦν καί οἱ κάτοικοί του Σάν Λορέντζο. Χωρίς κανένα δισταγμό καί Παναγιώτατος πῆγε στό ναό του Σάν Λορέντζο ὅπου οἱ κάτοικοι μέ ἐπικεφαλῆς τόν Ἐπίσκοπο, τόν Δήμαρχο καί τούς ἱερεῖς τόν περίμεναν. Μέ πειστικότητα καί ἐνθουσιασμό ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης μας, ἀλλά καί μέ τήν πεποίθηση ὅτι ἐξέφραζε τήν ἐπιθυμία ὄχι μόνο τῶν κατοίκων τῆς μαρτυρικῆς Θεσσαλονίκης ἀλλά καί τοῦ προστάτου τῆς Ἁγίου διατύπωσε στή συνέχεια τό δίκαιο αἴτημα, πού ἔγινε ἀποδεκτό μέ συγκίνηση ἀπ’ ὅλους. Τό ὅτι ἦταν θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἁγίου νά ἀξιωθεῖ ἡ Θεσσαλονίκη νά τόν δεχτεῖ πάλι στούς κόλπους τῆς φάνηκε καθαρά κι ἀπ’ τόν διάλογο πού ἀκολούθησε ἀνάμεσα στόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονα καί τούς κατοίκους του Σάν Λορέντζο, οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν νά στερηθοῦν τό ἴ. λείψανο τοῦ Ἁγίου πού γιά ἑκατοντάδες χρόνια φιλοξένησαν στόν ἰ. ναό τους.
Τήν ἄλλη κιόλας μέρα σέ ἐπίσημη τελετή ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης παρέλαβε τήν τιμία κάρα τοῦ “Ἁγίου Δημητρίου, ἐνῶ τά δάκρυα τῶν Λαυρεντίνων πού τήν ἀποχαιρετοῦσαν ἔσμιγαν μέ τά δάκρυα τῆς συγκινήσεως καί ἀνέκφραστης χαρᾶς τοῦ Παναγιωτάτου καί τῶν συνοδῶν του γιά τό ἴδιο γεγονός.
Στίς 29 Δεκεμβρίου 1978, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ.κ. Δημήτριος μέ ἐπιστολή του πρός τόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης τόν συνέχαιρε ἐγκάρδια γιά τήν ἐπαναπόκτηση τῆς τιμίας κάρας καί εὐχόταν ὁλόψυχα στόν Θεό νά βοηθήσει στήν ἀπόκτηση καί τῶν ἄλλων i. λειψάνων τοῦ Μεγαλομάρτυρα.
Τό 1980 συμπληρώθηκαν 1700 χρόνια ἀπό τήν γέννηση τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Αὐτόν ἀκριβῶς τό χρόνο καί μάλιστα στίς 10 Ἀπριλίου, τήν Πέμπτη της Διακαινησίμου, ὁ Ἐπίσκοπος Φάνου Κωνστάντιο Μίτσι μετά ἀπό συγκινητικές τελετές, παρέδωσε τά ὑπόλοιπα ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης πού συνοδευόταν ἀπό τόν ἐκπρόσωπο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Θεοφιλέστατο Ἐπίσκοπο Κρατείας κ.κ. Γενάδιο καί τόν Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Ἀρχιμανδρίτη κ. Παντελεήμονα Καλπακίδη.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα ὁ Παναγιώτατος συνοδευόμενος καί ἀπό τόν ἐφημέριό του Σάν Λορέντζο Αἰδεσιμολογιώτατο ‘Ἀράλντο ‘Ἀντζελόνι Λίνο Ρίτσι, ἀντιπρόσωπο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἐπαρχίας Φάνο καί Πέργκολα, τόν δήμαρχο κ. Ρεράτο Ρίτζι καί τόν Εἰρηνοδίκη του Σάν Λορέντζο, ἔφτασαν στό ἀεροδρόμιο τοῦ Ἑλληνικοῦ μέ τό μεγαλύτερο μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἕξ μεγάλα τεμάχια ἰ. λειψάνων κράτησαν στό Σάν Λορέντζο. Στό ἀεροδρόμιο ὑποδέχθηκε τά τίμια λείψανα καί τόν Παναγιώτατο μέ τήν συνοδεία τοῦ ὁ Πρωτοπρεσβύτερος κ. Δημήτριος Βακάρος, Γενικός ‘Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης καί ἐκπρόσωποι τοῦ Τύπου.
Η ΠΟΜΠΗ

Τό Σάββατο στίς 12 Ἀπριλίου ἡ πομπή ξεκίνησε ἀπ’ τήν ‘Ἀθήνα καί στίς 5,30 μ.μ. ἔφθασε στή γέφυρα τοῦ Γαλλικοῦ ποταμοῦ ἔξω ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, ὅπου ὑποδέχθηκαν τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ὁ Ὑπουργός Βορείου Ἑλλάδος κ. Ν. Μάρτης, ὁ Νομάρχης Θεσσαλονίκης κ. Τσάκωνας, ὁ Ὑποστράτηγος κ. Παπαναστασίου ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Γ ? Σώματος Στρατοῦ, ὁ Ἐπιθεωρητής Χωροφυλακῆς Βορείου Ἑλλάδος, ἄλλοι ἐκπρόσωποι πολιτικῶν καί στρατιωτικῶν ἀρχῶν καί πλῆθος κληρικῶν καί πιστῶν, ἐνῶ συγχρόνως τά πλοῖα στό λιμάνι τῆς Θεσσαλονίκης σφύριζαν πανηγυρικά καί οἱ καμπάνες τῶν Ἐκκλησιῶν χτυποῦσαν χαρμόσυνα.
Ἡ ἱερή πομπή περνώντας ἀπό τίς ὁδούς 26ης Ὀκτωβρίου, ‘Ἐγνατίας, Βενιζέλου καί Ἁγίου Δημητρίου, ἔφθασε στόν ἱστορικό ναό τοῦ Πολιούχου Ἁγίου Δημητρίου ὅπου τά τίμια λείψανα τοῦ Ἁγίου ὑποδέχθηκαν οἱ Μητροπολίτες Λαγκαδά κ. Σπυρίδων, Καλαμαριᾶς καί Νέας Κρήνης κ. Προκόπιος, Πολυανής καί Κιλκισίου κ. Ἀμβρόσιος, Τυρολόης καί Σερεντίου κ. Παντελεήμων, οἱ Ὑφυπουργοί Οἰκονομικῶν κ. Μποκοβός, Συγκοινωνιῶν κ. Μούτσιος, Βουλευτές, ὁ Δήμαρχος Θεσσαλονίκης κ. Παπαδόπουλος, ἀντιπροσωπίες ἀξιωματικῶν τῶν ‘Ἐνόπλων Δυνάμεων καί τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, Μακεδονομάχοι μέ παραδοσιακές ἐθνικές στολές, ἡ Βυζαντινολόγος – ‘Ἀρχαιολόγος δ. Μαρία Θεοχάρη, Καθηγητές Πανεπιστημίου, ἐκπρόσωποι ἱδρυμάτων, πολιτιστικῶν συλλόγων, ὀργανισμῶν, συνδέσμων συνδικάτων καί ἀδελφοτήτων καί πλήθη ὀρθοδόξων πιστῶν. Παράλληλα οἱ φιλαρμονικές τοῦ Στρατοῦ , τῆς Χωροφυλακῆς καί τοῦ Δήμου ἀπέδιδαν τιμές, ἐνῶ νεάνιδες ἔραιναν μέ ἄνθη, καί οἱ καμπάνες χτυποῦσαν χαρμόσυνα εὐαγγελίζοντας τή μεγάλη χαρά τῆς πόλης γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ πολιούχου καί προστάτη τῆς ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου.

Στόν πανηγυρικό Ἑσπερινό πού ἀκολούθησε χοροστάτησαν ἐκτός ἀπό τόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονα, οἱ Ἀρχιερεῖς Λαγκαδά κ. Σπυρίδων, Καλαμαριᾶς καί Νέας Κρήνης κ. Προκόπιος, Πολυανής καί Κιλκισίου κ. Ἀμβρόσιος, Τυρολόης καί Σερεντίου κ. Παντελεήμων, τακτικός Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου. Ἔλαβαν ἀκόμη μέρος πολλοί ἱερεῖς καί διάκονοι, ἐνῶ πλήθη ὀρθοδόξων πιστῶν παρακολουθοῦσαν μέ πίστη καί κατάνυξη τήν ἰ. ἀκολουθία. Κατά τήν διάρκεια τοῦ Μεγάλου αὐτοῦ Ἑσπερινοῦ ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμων ἐξεφώνησε ἐμπνευσμένο λόγο τόν ὁποῖο παραθέτουμε παρακάτω ἕνεκα τῆς σπουδαιότητας καί τῆς ἀξίας του, γιατί πιστεύουμε πῶς ἦταν καί εἶναι ὄχι μόνο ἡ πιό εὔγλωττη ἀλλά καί ἡ ἐπισημότερη ἔκφραση τῆς ἱστορικῆς ἐκείνης στιγμῆς τόσο γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὅσο καί γιά τούς Θεσσαλονικεῖς οἱ ὁποῖοι πανηγύριζαν τήν ἐπαναφορά τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ προστάτη καί πολιούχου τούς Ἁγίου Δημητρίου στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου Του.

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Κ.Κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ
«Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περί πάντων
ὧν ἀνταπέδωκεν ἠμϊν;»
Θεοφιλέστατε ἐπίσκοπε Κρατείας κ.κ. Γενάδιε, ἐκπρόσωΤο πέ τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικοῦ ΠαΌλο) τριάρχου κ.κ. Δημητρίου, Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Πολυανῆς καί Κιλκισίου κ.κ. Ἀμβρόσιε, ἐκπρόσωπα τῆς ἁγίας καί Ἱερᾶς ἠμῶν Συνόδου, Σεβασμιώτατοι καί λίαν μοί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἅγιοι ἀδελφοί, τίμιον πρεσβυτέριον, Χριστοῦ διακονία, ἔξοχωτατε κ. ὑφυπουργέ τῶν Οἰκονομικῶν, ἀξιότιμοι κ.κ. βουλευται, ἀξιότιμε κ. Νομάρχα, ἐνδοξότατοι στρατηγοί μου, ἐκπρόσωποι τοῦ Διοικητοῦ τοῦ Γ’ Σώματος Στρατοῦ, ἀξιότιμε κ. Ταξίαρχε, ἐκπρόσωπα τῆς Ἑλληνικῆς Χωροφυλακῆς, ἔλλογιμωτατε κ. ἀντιπρύτανι, λοιπαι ἀξιότιμοι πολιτικαί, δικαστικοί καί στρατιωτικαί ἀρχαί, Αἰδεσιμολογιώτατοι ἐκπρόσωποι τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ‘Ἀξιότιμε Κύριε Δήμαρχέ του Σάν Λορέντζο ἴν Κάμπο, Ἀξιότιμε Κύριε Δήμαρχε τῆς Θεσσαλονίκης, Λαέ τοῦ Θεοῦ ἠγαπημένε.
Μελετῶν τίς τό θεόπνευστον βιβλίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τό ὁποῖον καί Ψαλτήριον ἀποκαλεῖται διακόπτει τήν μελέτης τοῦ εἰς τόν θεόπνευστον στίχον τόν ὁποῖον πρό ὀλίγου ἀνέφερον πρός ὑμᾶς.
«Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περί πάντων ὧν ἀνταπέδωκεν ἠμίν;» διερωτᾶται, δικαίως, ὁ Θεόπνευστος Προφητάναξ καί Ψαλμωδός Δαβίδ. Δηλαδή, τί θά πρέπει νά ἀνταποδώση εἰς τόν Κύριον, «Ὅστις καθ’ ἑκάστην ἡμέραν ἐπιδαψιλεύει πρός αὐτόν πλείστας ὄσας πνευματικᾶς καί ὑλικᾶς δωρεᾶς;
‘Ἀλλά τό λόγιον, εὐλαβέστατον ἐκκλησίασμα, εὑρίσκει πλήρη ἀπήχησιν καί εἰς τάς καρδίας ἁπάντων ἠμῶν, πάντοτε μέν, ἰδιαιτέρως δέ σήμερον, κατά τήν εὔσημον ταύτην ἑσπέραν ἐν τῷ πανσέπτω καί Ἱερό Ναό τοῦ Μεγαλομάρτυρος καί Μυροβλύτου
Ἁγίου Δημητρίου. Ὁ διακαής ἠμῶν πόθος, περί ἐπανακομιδής καί τῶν ὑπολοίπων Ἁγίων Λειψάνων τοῦ Μεγαλομάρτυρος εἰς ἐκείνης τήν πόλιν, εἰς ἤν ἐγεννήθη, ἀνετράφη, ἔδρασεν πολιτικῶς, στρατιωτικῶς, ἱεραποστολικῶς καί ἐμαρτύρησε, τουτέστιν τήν ὡραίαν, ἱστορικῆς καί ἔνδοξον Θεσσαλονίκην, ἐκπληροῦται σήμερον. Βεβαίως, μικρόν τί μέρος ἐκ τῶν χαριτοβρύτων καί μυροβλύτων Λειψάνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου παρέμεινεν ὡς εὐλογία εἰς τό Σάν Λορέντζο ἴν Κάμπο, ἀλλά καί ὡς ἔνδειξις τιμῆς καί εὐγνωμοσύνης πρός τούς εὐσεβεῖς κατοίκους του, οἵτινες ἐπί ὀκτώ αἰώνας διεφύλαξαν τά πανάγια ταῦτα Λείψανα. Συγκίνησις βαθεία διακατέχει τήν καρδίαν μου, ὅταν ἀναμιμνήσκομαι τῶν συγκινητικῶν ἐκείνων στιγμῶν τῆς παραδόσεως εἰς τήν ἐλαχιστότητά μου ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Φάνο, Πέγκολα, Φοσομπρόνε καί Κάλι Κυρίου Κωνστάντζο Μίτσι τῆς λάρνακος μετά τῶν ὑπολοίπων Λειψάνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Κλῆρος καί λαός τῆς περιοχῆς ἐν ἐνί στόματι καί μία καρδία ἀνεφώνει: « «Ἅγιε Δημήτριε, μνήσθητι ἤμων ἐν τῷ παραδείσω.»
«Τί ἀνταποδώσωμεν τῷ Κυρίω περί πάντων, ὧν ἀνταπέδωκεν ἠμϊν;»
Τί νά ἀνταποδώσωμεν καί ἠμεῖς πρός τόν Θεόν ἔναντι ἐκείνων τά ὁποία Οὗτος διά πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου ἀνταπέδωκεν ἠμίν: ‘Ἀδυνατεῖ ἡ διάνοια ἤμων νά ἐξεύρη τάς καταλλήλους λέξεις, νά προσηκόντως εὐχαριστήση τόν Δωρεοδότην Θεόν, διά τήν ὑψίστης αὐτήν καί ἀνεκτίμητον δωρεάν. Περιοριζόμεθα μόνον κατά τήν ἱεράν ταύτην στιγμήν νά ἀπευθύνωμεν πρός Αὐτόν τήν ἐκ μέσης ψυχῆς ἐξερχομένην εὐχήν: «Δόξα σοί, «Ἅγιε, δόξα σοί, Κύριε, δόξα σοί, Βασιλεῦ.»
Ἀπό τοῦδε, εὐλαβέστατον ἐκκλησίασμα, ὁ «Ἅγιος ἠμῶν θά εὑρίσκεται πλησίον ἠμῶν, οὐχί μόνον πνευματικῶς, ἀλλά καί σωματικῶς, διά τῶν Ἁγίων Αὐτοῦ Λειψάνων. Ἀπονέμοντες τήν τιμητικήν προσκύνησιν πρός τά Τίμια Αὐτοῦ Λείψανα ἐνθέρμως θά παρακαλῶμεν τόν «Ἅγιον, ἴνα Οὗτος προστατεύη τήν πόλιν Του, τήν ὁποίαν περιπαθῶς ἠγάπησεν, ἐκ παντός κινδύνου ὡς ἐπίσης καί τούς κατοίκους αὐτῆς καί δή τήν νεολαίας αὐτῆς, διά τήν ὁποίαν τόσον ἐμόχθησε κατά τήν ἐπίγειος Αὐτοῦ ζωήν, διά τήν κατά Χριστόν μόρφωσιν αὐτῆς.
Χαίρει δικαίως σήμερον ἤ φιλτάτη ἠμῶν Μακεδονία καί δή ἡ καρδία αὐτῆς ἤ Θεσσαλονίκη. Εὐφραίνεται καί ἀγάλλεται καί ἅπασα ἡ Ἑλλάς ἐπί τή ἐπανακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ ἐνδοξοτάτου τέκνου αὐτῆς Μεγαλομάρτυρος καί Μυροβλύτου Ἁγίου Δημητρίου. Γεννᾶται τό ἐρώτημα. Κατά ποιόν τρόπον ἠμεῖς θά τιμήσωμεν τόν Μεγαλομάρτυρα «Ἅγιος Δημήτριον, «Ὅστις καθ’ ἅπασαν τήν ἐπίγειος Αὐτοῦ ζωήν ἐτίμησεν καί ἐδόξασεν «τόν ‘Ἀρχηγόν καί τελειωτής τῆς πίστεως ἠμῶν» Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν;
Τήν ἀπάντησιν εἰς τά ἐρωτήματα ταῦτα τήν εὔρισκομεν εἷς τινά ἐγκωμιαστικόν λόγον τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου πρός τούς Καλλινίκους μάρτυρας τῆς Ἁγίας ἠμῶν Ἐκκλησίας: «Τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος» τονίζει ὁ μέγας Ἀντιοχεύς Πατήρ. Ἑπομένως τό λαμπρόν καί ἀκτινοβόλον παράδειγμα τοῦ Μεγαλομάρτυρος Ἁγίου Δημητρίου θά πρέπει πάντοτε νά φρονηματίζει ἠμᾶς καί νά ὁδηγῆ ἠμᾶς «ἐν γῆ εὐθεία». Τοιουτοτρόπως θά ἐκδηλώσωμεν τήν εὐγνωμοσύνης ἠμῶν πρός τόν ἐν Τριάδι Θεόν, παρ’ Οὔ «πάσα δόσις ἀγαθή καί πᾶν δώρημα τέλειον», ἅμα δέ καί εἰς τό ἐκλεκτῶν Αὐτοῦ τέκνον, τόν προστάτην ἠμῶν «Ἅγιος Δημήτριον. ‘Ἀπερχόμενοι δέ ἡμέραν τινά τοῦ παρόντος κόσμου θά εὔρεθωμεν καί ἠμεῖς πλησίον του Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου ἐν τή ἐν οὐρανούς θριαμβευούση Ἐκκλησία τοῦ Πρωτοτόκου ‘Ἀδελφοῦ ἠμῶν Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τελευτῶν, εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας τούς συντελέσαντας εἰς τήν εὐόδωσιν τοῦ θεαρέστου τούτου καί ἐθνοφελούς ἔργου καί δή τόν Σεβασμιώτατος Ἐπίσκοπον Φάνο, Πέργκολα, Φοσομπρόνε καί Κάλι Κύριον Κωνστάντζο Μίτσι, τόν Ντόν ‘Ἀράλντο, Ἱερατικῶς προϊστάμενος τῆς Βασιλικῆς του Ἁγίου Λαυρεντίου τῆς πεδιάδος, τόν ‘Ἀξιότιμον Κύριον Δήμαρχος τῶν Λαυρεντίνων καί τήν Ἐλλογιμωτάτην Δεσποινίδα Μαρίαν Θεοχάρη, ἤτις διά τῆς περισπουδάστου ἀνακοινώσεως αὐτῆς ἐν τή ‘Ἀκαδημία Ἀθηνῶν ὑπό τοῦ ἀειμνήστου Ἀκαδημαϊκοῦ Ἀναστασίου ‘Ὀρλάνδου κατά τήν συνεδρίαν τῆς 15ης Ἰουνίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1978 συνέβαλεν τά μέγιστα εἰς τήν πραγμάτωσιν τοῦ ἱεροῦ τούτου καί ἀνεκτιμήτου ἔργου.
πηγη.https://www.agdimitriosthes.gr/