Επαρχιακή Σύνοδος και χωρεπίσκοποι στην Ι. Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας

Η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας με αισθήματα ανεκλάλητης χαράς και βαθύτατης ικανοποιήσεως αγγέλλει προς το χριστεπώνυμο πλήρωμά της την έγκριση επί των αρχών του νέου Συντάγματός της από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετά από τη θετική προς τούτο εισήγηση της Α.Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού μας Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου. Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Μητρός Εκκλησίας, από τούδε και εις το εξής, η διοίκησις της Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας θα ασκείται υπό της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου, της οποίας θα προεδρεύει ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος και μέλη της θα είναι οι εν ενεργεία βοηθοί του Επίσκοποι ως χωρεπίσκοποι. Παράλληλα, συνεχίζεται η εντατική και συντονισμένη εργασία των αρμοδίων Συνοδικών Επιτροπών του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου για τη ρύθμιση των επί μέρους ζητημάτων και λεπτομερειών.

Προς την Σεπτή Κορυφή των Ορθοδόξων, τον Παναγιώτατο Αυθέντη και Δεσπότη, τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο και τους τιμίους Συνοδικούς Αρχιερείς εκφράζονται ευγνώμονες ευχαριστίες εκ μέρους του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου μας κ. Μακαρίου, των Θεοφιλεστάτων Επισκόπων και των μελών του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου για την ιστορική αυτή απόφαση, η οποία εκκλησιαστικοποιεί την διοίκηση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας. Για μία ακόμη φορά, μάλιστα, διαδηλώνονται με θέρμη τα αισθήματα υιικής αφοσιώσεως, σεβασμού, τιμής και αγάπης όλου του πληρώματος της πέμπτης ηπείρου, προς τον πανίερο Αποστολικό και Οικουμενικό Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και τον Πρώτο της ιερωσύνης των Ορθοδόξων, τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη.

Εν δοξολογία προς τον Τριαδικό Θεό, ευχόμαστε το νέο Σύνταγμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, μετά την τελική του μορφή, να αποτελέσει εφαλτήριο μείζονος, κατά Θεόν, προκοπής και αφορμή υψηλότερης πνευματικής πορείας, καθώς μάλιστα η προς έγκριση πορεία του συμπίπτει χρονικώς με την συμπλήρωση εκατό ετών από την ίδρυσή της (1924-2024).

 

Αποφάσεις της Αγίας και Ιεράς Συνόδου περί της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας

 

Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου συνέχισε και την Τρίτη, 27 Φεβρουαρίου, τις εργασίες της, υπό την προεδρία της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, θεωρήσασα άπαντα τα αναγεγραμμένα στην ημερήσια διάταξη θέματα, επί των οποίων ελήφθησαν οι προσήκουσες αποφάσεις.

Αναλυττικότερα, όπως επισημαίνεται στο σχετικό Ανακοινωθέν, η Αγία και Ιερά Σύνοδος, μεταξύ άλλων, μελέτησε:

α) ἔκθεσιν τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν Κανονικῆς καί ἐπί τῶν ἐν τῷ Ἐξωτερικῷ Ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου περί τοῦ σχεδίου Συντάγματος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας, ὑποβληθέντος ὑπό τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Μακαρίου, συνταχθέντος ὑπό ἐπιτροπῆς κανονολόγων καθηγητῶν, ὑπό τήν ἡγεσίαν αὐτοῦ, ἐγκεκριμένου δέ ὑπό τῶν ἐν Αὐστραλίᾳ διακονούντων Ἐπισκόπων, τῶν μελῶν τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Συμβουλίου, καθώς καί ὑπό τῆς εἰδικῆς πρός τοῦτο συσταθείσης Νομικῆς Ἐπιτροπῆς, οὕτως ὥστε νά πληρῶνται ὑπ᾽ αὐτοῦ αἱ τεθεῖσαι ὑπό τοῦ Αὐστραλιανοῦ κράτους σχετικαί νομικαί προϋποθέσεις.

Μετά τάς γενομένας συζητήσεις, ἀπεφασίσθη ὅπως: 1) ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Αὐστραλίας διοικῆται ἀπό τοῦδε καί εἰς τό ἑξῆς ἐπί τῇ βάσει Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου, προεδρευομένης ὑπό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί ἐχούσης μέλη τούς βοηθούς Ἐπισκόπους αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι μετονομάζονται εἰς «χωρεπισκόπους», διατηροῦντες τούς οὕς κατέχουν τίτλους, καί 2) αἱ δύο ἁρμόδιαι Συνοδικαί Ἐπιτροπαί συνεχίσουν τό ἔργον των μέ τήν κατ᾽ ἄρθρον μελέτην τοῦ σχεδίου Συντάγματος, ἐπί τῇ βάσει τῆς ὡς ἄνω Συνοδικῆς ἀποφάσεως, ὑποβάλλουσαι τήν τελικήν ἔκθεσιν αὐτῶν τῇ Ἁγίᾳ καί Ἱερᾷ Συνόδῳ περί τό Πάσχα, καί

β) τήν περίπτωσιν τοῦ Αἰδεσιμολ. Πρωθιερέως Alexey Uminskiy, τέως κληρικοῦ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, ὑποβάλλοντος ἔκκλητον προσφυγήν τῷ Παναγιωτάτῳ Οἰκουμενικῷ Πατριάρχῃ Κωνσταντινουπόλεως. 

Ὁ Πατριάρχης ἡμῶν, ἀποκλειστικῶς ἔχων, ἔκ τε τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων (θ’ καί ιζ’ τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου) καί ἐκ τῆς καθηγιασμένης πράξεως τῆς Ἐκκλησίας, καί τήν τῆς ἐκκλήτου εὐθύνην, ἀπεδέξατο τό ὑποβληθέν αἴτημα.

Μετά ἀπό ἐνδελεχῆ μελέτην τῆς ὑπό κρίσιν περιπτώσεως, διεπιστώθη ἀφ᾽ ἑνός μέν ὅτι αὕτη εἶχε τελεσιδικήσει ἐνώπιον τῆς ἐπιβαλούσης τήν ποινήν ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς, ἀφ᾽ ἑτέρου δέ ὅτι οἱ λόγοι δι᾽ οὕς ἐπεβλήθη αὕτη οὐδόλως ὀφείλονται εἰς κριτήρια ἐκκλησιαστικά, ἀλλά εἰς τήν δικαίαν ἐναντίωσιν τοῦ εἰρημένου κληρικοῦ εἰς τόν πόλεμον τῆς Οὐκρανίας˙ διό καί ὁ Παναγιώτατος, κρίνας ἀμετακλήτως τήν ἔκκλητον αὐτήν προσφυγήν, εἰσηγήθη τῇ περί Αὐτόν Ἁγίᾳ καί Ἱερᾷ Συνόδῳ τήν ἄρσιν τῆς ἐπ᾽ αὐτόν ἐπιβληθείσης ἀπό τῆς ἱερωσύνης καθαιρέσεως καί τήν ἀποκατάστασίν του εἰς τόν ὅν ἔφερεν ἐκκλησιαστικόν βαθμόν, ὅπερ καί ὁμοφώνως ἀπεφασίσθη.

Πρός τούτοις, καί μετά τήν οὑτωσί γενομένην ἀποκατάστασιν, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἐδέχθη, κατόπιν αἰτήματός του, ὑπό τό σεπτόν ὠμοφόριον Αὐτοῦ τόν διαληφθέντα κληρικόν, λαβών ὑπ᾽ ὄψιν τά ὑπέρ τοῦ Θρόνου Αὐτοῦ παραδεδομένα, ὡς ἄλλως ταῦτα ἐνδεικτικῶς καταγράφονται καί εἰς τήν τοῦ Θεοδώρου τοῦ Βαλσαμῶνος ἑρμηνείαν εἴς τε τούς ιζ’ καί ιη΄ Κανόνας τῆς ἐν Τρούλλῳ ἀλλά καί εἰς τόν ι’ τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῶν Συνόδων («Ἀπὸ δὲ τοῦ παρόντος κανόνος σημείωσαι ἐν ῥητῷ, ὅτι μόνῳ τῷ πατριάρχῃ Κωνσταντινουπόλεως ἐφεῖται κληρικοὺς ἀλλοτρίους δέχεσθαι, καὶ δίχα ἀπολυτικῆς γραφῆς τοῦ χειροτονήσαντος αὐτοὺς»).

Ἐν τῷ τέλει τῆς συνεδρίας, ἀντηλλάγησαν μεταξύ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Βρυούλων κ. Παντελεήμονος, ἐκ μέρους τῶν ἀποχωρούντων ἕξ μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, καί τῆς Α. Θ. Παναγιότητος προσφωνήσεις καί ἀντιφωνήσεις ἐπί τῇ λήξει τῆς παρούσης συνοδικῆς περιόδου.

 

Φωτογραφία: Νίκος Παπαχρήστου

 

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....