Η Σύνοδος της Νίκαιας, που ονομάστηκε για πρώτη φορά Οικουμενική Σύνοδος από τον Ευσέβιο της Καισάρειας, μπορεί να εξεταστεί από πολλαπλές οπτικές γωνίες, όπως αποδεικνύεται από τις διάφορες θεολογικές συναντήσεις που πραγματοποιούνται φέτος σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης μίας που ἐλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη μόλις την περασμένη εβδομάδα.
Από τη σκοπιά του ορθόδοξου – ρωμαιοκαθολικού διαλόγου, πιστεύω ότι η Σύνοδος της Νικαίας αποτελεί παράδειγμα αυθεντικής συνοδικότητας, όπου ο διάλογος κυριαρχεί σε όλη τη διάρκεια της κοινής πορείας (συνοδικότητα) κατά τη διάρκεια αυτής της σημαντικής διαδικασίας. Είναι ζωτικής σημασίας το κεντρικό μήνυμα της Συνόδου της Νικαίας να αντηχεί στον σύγχρονο ορθόδοξο-καθολικό διάλογο, όπου μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν τρεις κύριες φάσεις.
Η αρχική φάση, γνωστή ως Διάλογος της Αγάπης στις δεκαετίες του 1960 και 1970, επικεντρώθηκε στην προώθηση των σχέσεων και της συμφιλίωσης, με ορόσημο τη συνάντηση του 1964 μεταξύ του Πάπα Παύλου VI και του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, καθώς και την άρση των αμοιβαίων αφορισμών το 1965, με στόχο την καλλιέργεια της αμοιβαίας κατανόησης. Στη συνέχεια, η δεύτερη φάση, που ονομάστηκε Διάλογος της Αλήθειας από τη δεκαετία του 1980 έως τη δεκαετία του 2000, χαρακτηρίστηκε από επίσημες θεολογικές συζητήσεις που διευκόλυνε η Διεθνής Μικτή Επιτροπή για τον Θεολογικό Διάλογο, οι οποίες ασχολήθηκαν με θεμελιώδη ζητήματα όπως η φύση της Εκκλησίας, τα μυστήρια, τα διακονήματα και το ευαίσθητο θέμα του Ουνιατισμού, όλα με σκοπό τον προσδιορισμό κοινών πεποιθήσεων και την επίλυση υφιστάμενων διαφωνιών. Σήμερα, η Επιτροπή αυτή έχει εκδώσει πληθώρα επίσημων εγγράφων, τα οποία αποτελούν πραγματικό θησαυρό για το σύγχρονο οικουμενικό κίνημα.
Η τρέχουσα φάση, η οποία δίνει έμφαση στο Πρωτείο και τη Συνοδικότητα, θέματα που είχαν εξεταστεί σε προηγούμενους διαλόγους, οδήγησε πρόσφατα στην έκδοση του εγγράφου «Πρωτείο και Συνοδικότητα στην δεύτερη χιλιετία και σήμερα», το οποίο εγκρίθηκε κατά την τελευταία σύνοδο ολομέλειας που πραγματοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια τον Ιούνιο του 2023. Είναι λοιπόν προφανές ότι ο διάλογος συνεχίζεται και προσβλέπουμε με ανυπομονησία σε ένα μέλλον όπου θα επιτευχθεί ο τελικός στόχος αυτού του διαλόγου, η ενότητα.
Οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν σε αυτόν τον τομέα
Όπως έχει συζητηθεί, ο διάλογος μεταξύ της Ορθόδοξης και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας είναι μια συνεχής διαδικασία που αναμφίβολα αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις. Ένα από τα κεντρικά ζητήματα είναι η αποτελεσματική αποδοχή του διαλόγου, συγκεκριμένα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι αποφάσεις και οι συμφωνίες που επιτυγχάνονται από την Επιτροπή μπορούν να κοινοποιηθούν στους πιστούς ευρύτερα, διασφαλίζοντας ότι δεν είναι μόνο κατανοητές, αλλά και αποδεκτές και εφαρμόσιμες στη ζωή της Εκκλησίας.
Αυτό το βήμα είναι κρίσιμο για την πραγματική οικουμενική πρόοδο, καθώς η επιτυχία των συζητήσεών μας εξαρτάται από την ενεργό συμμετοχή τόσο των λαϊκών όσο και του κλήρου. Η εμπιστοσύνη στην Επιτροπή είναι επίσης απαραίτητη, καθώς εξετάζει επιμελώς τις κοινές εκκλησιαστικές μας παραδόσεις και αναζητά αμοιβαίες λύσεις υπό την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος. Ωστόσο, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η επόμενη σημαντική φάση είναι η αποδοχή των εγγράφων που συντάσσει η Επιτροπή. Επιπλέον, πρέπει να καλλιεργήσουμε ένα οικουμενικό πνεύμα και να βελτιώσουμε τη βασική εκπαίδευση σε αυτά τα θέματα μεταξύ των χριστιανών όλων των παραδόσεων, καθώς η κατανόηση των αρχών και των λεπτομερειών του διαλόγου μας είναι ζωτικής σημασίας για την οικοδόμηση γεφυρών και την προώθηση της ενότητας. Επιπλέον, πρέπει να αναλογιστούμε τις επιτυχημένες τοπικές πρωτοβουλίες που αποτελούν παραδείγματα παραγωγικής δέσμευσης, επιτρέποντάς μας να οραματιστούμε ένα μέλλον όπου οι συνδυασμένες προσπάθειές μας θα οδηγήσουν σε μια πραγματικά ενωμένη μαρτυρία για την πίστη.
Επομένως, καθώς περιηγούμαστε σε αυτό το περίπλοκο τοπίο, η προσοχή στην εκπαίδευση, το ευρύ πνεύμα και η ενεργός συμμετοχή στο διάλογο θα είναι απαραίτητες για να ξεπεράσουμε τις προκλήσεις μας και να προχωρήσουμε προς ένα πιο ενωμένο μέλλον.
Η σύγκρουση στην Ουκρανία και οι σχέσεις μεταξύ των Ορθόδοξων Εκκλησιών
Η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία έχει επηρεάσει σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ των Ορθόδοξων Εκκλησιών, αναδεικνύοντας τις προκλήσεις που προκύπτουν από την εναρμόνιση των εθνικών συμφερόντων με τις βασικές αρχές της πίστης. Η κατάσταση αυτή είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο επείγοντα ζητήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία. Ενώ ορισμένες τοπικές Εκκλησίες παρέμειναν σιωπηλές, δίνοντας προτεραιότητα στην εθνική ταυτότητα έναντι των ενοποιητικών στοιχείων της Ορθοδοξίας, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε την αξιέπαινη στάση που υιοθέτησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαίος.
Έχει επιδείξει αξιοσημείωτο θάρρος και δέσμευση για τη δικαιοσύνη, υποστηρίζοντας το δικαίωμα του ουκρανικού λαού στην αυτοδιάθεση, με αποκορύφωμα την ιστορική απόφαση να χορηγηθεί Τόμος Αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Αυτό το βήμα όχι μόνο επιβεβαιώνει την αυτονομία της Εκκλησίας, αλλά και αποτελεί φάρο ελπίδας για όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, καταδεικνύοντας τη σημασία της πνευματικής ενότητας έναντι των διχαστικών εθνικών συμφερόντων.
Ατενίζοντας το μέλλον, είμαι αισιόδοξος ότι οι ηγέτες των διαφόρων τοπικών Εκκλησιών θα απελευθερωθούν σταδιακά από τους περιορισμούς του εθνικισμού και των πολιτικών συμφερόντων, αγκαλιάζοντας τις αρχές της δικαιοσύνης, της συμπόνιας και της αγάπης που είναι θεμελιώδεις για την πίστη μας. Για να διευκολυνθεί αυτή η μεταμόρφωση, είναι απαραίτητη η προώθηση ενός εσωτερικού ορθόδοξου διαλόγου, που θα επιτρέψει μια ευρύτερη αποδοχή της εκκλησιαστικής πραγματικότητας στην Ουκρανία και θα προωθήσει τη συμφιλίωση σε ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο. Δίνοντας προτεραιότητα στις θεολογικές συζητήσεις και στον αμοιβαίο σεβασμό, μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα θεραπεύσουμε τις διαιρέσεις και θα ενισχύσουμε τους δεσμούς που μας ενώνουν ως ένα σώμα εν Χριστώ.
Οι προκλήσεις στον Ορθόδοξο κόσμο σήμερα
Όταν αναφερόμαστε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα ο ορθόδοξος κόσμος, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι κάθε γενιά χριστιανών αντιμετωπίζει προβλήματα που είναι μοναδικά για την εποχή της. Τα προβλήματα των Χριστιανών του παρελθόντος συχνά διαμορφώνονταν από το πολιτιστικό, πολιτικό και φιλοσοφικό περιβάλλον στο οποίο ζούσαν. Το ίδιο ισχύει και σήμερα, καθώς εμείς, ως Ιεραρχία, αντιμετωπίζουμε προκλήσεις που πηγάζουν από την επείγουσα ανάγκη να μεταδώσουμε το μήνυμα του Χριστού με τρόπο που να έχει αντίκτυπο στους σύγχρονους πιστούς. Το ερώτημα είναι πώς εμείς, ως Ιεραρχία, μπορούμε να βρούμε την πιο αυθεντική γλώσσα για να επικοινωνήσουμε τις διδασκαλίες του Χριστού, διασφαλίζοντας ότι Τον αισθανόμαστε πιο κοντά σε όλα τα άτομα των κοινοτήτων μας. Κάθε άτομο είναι μοναδικό και η αγιότητα έγκειται στην αυθεντικότητα και όχι στην προσκόλληση σε άκαμπτες μορφές. Αυτό απαιτεί μια προσεκτική προσέγγιση, στην οποία αντιμετωπίζουμε κάθε πιστό ως αυθεντικό άτομο, αναγνωρίζοντας τις προσωπικές του εμπειρίες και το περιβάλλον του.
Πρέπει να προσπαθήσουμε να ενώσουμε τη σοφία των Πατέρων της Εκκλησίας με τη γλώσσα και τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου. Αυτό το εγχείρημα απαιτεί από εμάς να είμαστε συντονισμένοι με τον κόσμο γύρω μας, ώστε να μπορούμε να μαρτυρούμε τον Χριστό με τρόπο που να είναι τόσο σχετικός όσο και μεταμορφωτικός. Με αυτόν τον τρόπο, διατηρούμε την πλούσια παράδοσή μας, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι το μήνυμα του Ευαγγελίου παραμένει ζωντανό και έχει αντίκτυπο στη ζωή εκείνων που υπηρετούμε. Η πρόκληση παραμένει σαφής : να γεφυρώσουμε τις αρχαίες αλήθειες της πίστης μας με τις σύγχρονες πραγματικότητες της ζωής, καλλιεργώντας μια σύνδεση που εμβαθύνει το πνευματικό ταξίδι κάθε πιστού.
Οι σχέσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του τουρκικού κράτους
Οι σχέσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με επικεφαλής τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίο και του κράτους της Τουρκίας βασίζονται στον αμοιβαίο σεβασμό και την αμοιβαία κατανόηση, που έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα συνεργασίας. Αυτή η εποικοδομητική σχέση αποτυπώνεται στην πρόσφατη συνάντηση μεταξύ του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Προεδρικό Μέγαρο στην Άγκυρα. Κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος εξέφρασε την ανησυχία του για την κατάσταση των χριστιανών στη Συρία, προτρέποντας τον Πρόεδρο Ερντογάν να ασκήσει την επιρροή του για να διασφαλίσει την ασφάλεια των Χριστιανών και όλων των θρησκευτικών μειονοτήτων στην περιοχή. Αυτό αποτελεί απόδειξη του ενεργού ρόλου που διαδραματίζει ο Πρόεδρος για τη δημιουργία ενός ασφαλέστερου περιβάλλοντος για τους Χριστιανούς σε ολόκληρη την περιοχή.
Επιπλέον, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Πρόεδρο Ερντογάν για την εντολή να επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η οποία υπήρξε ένα από τα κορυφαία θεολογικά κέντρα που ανέδειξαν παγκοσμίου φήμης θεολόγους. Συνολικά, είμαστε ικανοποιημένοι με την πρόοδο που έχει σημειωθεί στις σχέσεις μας και παραμένουμε αισιόδοξοι όσον αφορά την επίτευξη των κοινών μας στόχων με τη συνεχή υποστήριξη του Προέδρου Ερντογάν.
Θετική αλληλεπίδραση και συνεργασία των διαφόρων ομολογιών των χριστιανικών εκκλησιών στην Τουρκία
Μπορώ να πω με σιγουριά ότι δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή και αποδίδουμε μεγάλη αξία στον τοπικό οικουμενικό διάλογο μεταξύ των διαφόρων ομολογιών των χριστιανικών εκκλησιών στην Τουρκία. Στην Μητρόπολη Δέρκων, έχουμε δημιουργήσει μια σειρά από πρακτικά παραδείγματα που απεικονίζουν αυτή τη δέσμευση για συνεργασία. Μια αγαπημένη παράδοση λαμβάνει χώρα την ημέρα του Πάσχα, κατά τη διάρκεια του Εσπερινού της Αγάπης, όπου με μεγάλη χαρά συνεορτάζουμε την ημέρα του Πάσχα με ιερείς από την Αρμενική και την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Η παρουσία τους εμπλουτίζει την ακολουθία μας, καθώς διαβάζουν το Ευαγγέλιο στη μητρική τους γλώσσα, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ενότητας και κοινής πίστης κατά τη διάρκεια αυτής της σημαντικής γιορτής. Μια άλλη σημαντική πτυχή των οικουμενικών μας προσπαθειών είναι η οργάνωση επισκέψεων στην Αρμενική και την Καθολική Εκκλησία από το Κατηχητικό Έργο της Μητροπόλεώς μας.
Αυτές οι επισκέψεις όχι μόνο προωθούν την κατανόηση μεταξύ των διαφόρων δογμάτων, αλλά και παρέχουν σημαντικές ευκαιρίες στους νέους μας να μάθουν και να εκτιμήσουν τις διαφορετικές παραδόσεις του Χριστιανισμού. Αυτή η πρωτοβουλία είναι ιδιαίτερα σημαντική στο πλαίσιο του διαρκούς διαλόγου και των προσπαθειών μας για μεγαλύτερη ενότητα. Επιπλέον, αυτή τη στιγμή εργαζόμαστε για την υλοποίηση μιας μοναδικής οικουμενικής συνεργασίας στην περιοχή του Μπακίρκοϊ, όπου η Μητρόπολη Δέρκων, μαζί με την Καθολική και την Αρμενική Εκκλησία, συνεργάζονται σε προγράμματα κοινωνικής προσφοράς. Αυτή η προσπάθεια αντικατοπτρίζει τη δέσμευσή μας να ενσωματώνουμε τις αρχές του οικουμενισμού μέσω πρακτικών ενεργειών, αντί να τις συζητάμε απλώς θεωρητικά. Όπως μπορείτε να δείτε, ο διάλογος και η συνεργασία κατέχουν ιδιαίτερη θέση στην αποστολή μας. Δεν υποστηρίζουμε μόνο την ενότητα με λόγια, αλλά την ζούμε ενεργά μέσω των πρακτικών και των σχέσεών μας. Αυτές οι προσπάθειες σημαίνουν ότι είμαστε αφοσιωμένοι στην προώθηση ενός περιβάλλοντος αμοιβαίου σεβασμού και κατανόησης, στην ενίσχυση των δεσμών μεταξύ όλων των χριστιανικών δογμάτων και στην απόδειξη της δύναμης της συνεργασίας για το κοινό καλό.
Η σημασία του να γιορτάζουμε μαζί – ο Ορθόδοξος και ο Ρωμαιοκαθολικός κόσμος – την επέτειο της Συνόδου της Νίκαιας
Το να γιορτάζουμε μαζί την επέτειο της Συνόδου της Νίκαιας ως ορθόδοξες και καθολικές παραδόσεις έχει βαθιά σημασία για εμάς, καθώς συμβολίζει τη δέσμευσή μας για ενότητα και συμφιλίωση. Η Σύνοδος, που συγκλήθηκε το 325 μ.Χ., ήταν καθοριστική για τη διαμόρφωση της κατανόησής μας για τη χριστιανική δογματική, ειδικά όσον αφορά τη φύση του Χριστού και τη διατύπωση του Συμβόλου της Πίστεως της Νίκαιας. Αυτή η θεολογική εξέλιξη οδήγησε σε μια αποσαφήνιση των όρων που καθιέρωσε μια ευρεία συναίνεση σχετικά με τον τρόπο που περιγράφουμε τον χριστιανικό Θεό και το σωτήριο έργο Του στον Χριστό και το Άγιο Πνεύμα. Με την συνάντηση αυτή για να τιμήσουμε αυτό το ιστορικό γεγονός, τιμάμε τις κοινές μας ρίζες και εκφράζουμε μια γνήσια επιθυμία να ξεπεράσουμε τις διαιρέσεις που σημάδεψαν το παρελθόν μας. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι, ενώ τα αποτελέσματα της Συνόδου έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη χριστιανική θεολογία για πάνω από 1700 χρόνια, έχουν επίσης αφήσει μια ιστορικοπολιτιστική κληρονομιά.
Οι συζητήσεις για την Αγία Τριάδα, αν και ουσιαστικές, έχουν οδηγήσει μερικές φορές σε μια θεολογική προσέγγιση που μπορεί να φαίνεται αποκλειστική ή απομακρυσμένη από τις καθημερινές εμπειρίες των πιστών. Έτσι, η κοινή μας γιορτή αποτελεί μια ισχυρή απόδειξη της προόδου που σημειώνουμε στον θεολογικό μας διάλογο, δείχνοντας ότι η Εκκλησία είναι ζωντανή και εμπλέκεται σε ουσιαστικό διάλογο. Αυτή η στιγμή καταδεικνύει ότι ο διάλογός μας είναι καρποφόρος και συνεχής, παρέχοντας τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να αντιμετωπίσουμε από κοινού τις σύγχρονες προκλήσεις. Εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και στον αείμνηστο Πάπα Φραγκίσκο, ιδιαιτέρως υποστηρικτού αυτής της συνάντησης αλλά και στον νυν Πάπα Λέοντα ΧΙV, συνεχιστή αυτής της προσπάθειας για την καθοδήγησή τους σε αυτόν τον διάλογο.
Η σκληρή δουλειά τους μας εμπνέει να επιδιώξουμε την ενότητα, αλλά πρέπει επίσης να επικεντρωθούμε στην ανάπτυξη νέων τρόπων για να επικοινωνήσουμε τη σημασία της πίστης μας σε ευρύτερο κοινό. Μαζί, επιβεβαιώνουμε την κοινή μας αποστολή και προσβλέπουμε σε ένα μέλλον όπου η κοινή μας πίστη θα λάμψει φωτεινά στον κόσμο. Καθώς τιμούμε τη Νίκαια, ας προσπαθήσουμε όχι μόνο να θυμόμαστε τα επιτεύγματα του παρελθόντος, αλλά και να ασχοληθούμε με τις πολυπλοκότητες της κοινής μας θεολογίας, διασφαλίζοντας ότι θα έχει ουσιαστική απήχηση σε όλους τους πιστούς σήμερα.