Γιατί καί πρός τί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου;- του Καθηγητή Νίκου Νικολαΐδη

Εἶναι γνωστή ἡ σχέση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τήν οἰκογένεια τοῦ Λαζάρου. Καί τά Εὐαγγέλια μᾶς διασώζουν τά ὀνόματα τῶν ἀδελφῶν αὐτῆς τῆς οἰκογένειας· τοῦ Λαζάρου, τῆς Μαρίας καί τῆς Μάρθας. Ἀκόμη καί τό ὄνομα τοῦ Σίμωνος τοῦ (πρώην) λεπροῦ (Ματθ. κστ΄ 65 κ.ἑ., Μάρκ. ιδ΄ 3 κ.ἑ.) στή Βηθανία, στό σπίτι τοῦ ὁποίου προσέρχεται ἡ γυναίκα μέ τήν ἄτυπη συμπεριφορά, γιά νά καταθέσει, μαζί μέ τό βαρύτιμο μῦρο στήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ, καί τῆς καρδιᾶς της τό βάρος, καί αὐτός, προφανῶς, ἦταν ὁ σύζυγος τῆς Μάρθας, σύμφωνα μέ κάποιους ἑρμηνευτές.

Τό ὅτι μάλιστα ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφή, διαμηνύει στόν Χριστό: «Κύριε, ἴδε ὅν φιλεῖς ἀσθενεῖ» (Ἰω. ια΄ 3), γιά νά ἀπαντήσει ὁ Χριστός «αὕτη ἡ ἀσθένεια οὐκ ἔστι πρός θάνατον, ἀλλ’ ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ἰω. ια΄ 4)· καί νά προσθέσει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ὅτι «ἠγάπα δέ ὁ Ἰησοῦς τήν Μάρθαν καί τήν ἀδελφήν αὐτῆς (Μαρία) καί τόν Λάζαρον», ὅλα αὐτά ἀποδεικνύουν τίς ἰδιαίτερες στενές σχέσεις, -ἴσως καί μοναδικές-, τοῦ Χριστοῦ μέ τήν οἰκογένεια αὐτή.

Καί ὅταν ἡ ἀσθένεια τοῦ Λαζάρου τόν ὁδηγεῖ στήν κατάληξη τοῦ θανάτου, τότε ὁ Κύριος, ἀνακοινώνοντας τή θλιβερή εἴδηση στούς Μαθητές του, τήν ἐπιστέφει: «Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλά πορεύομαι ἵνα ἐξυπνήσω αὐτόν» (Ἰω. ια΄ 11). Καί στήν παρανόηση τῶν Μαθητῶν, ὅτι, ἄν κοιμήθηκε, ὁ ὕπνος θά τόν βοηθήσει στήν ἀσθένειά του, τότε ὁ Κύριος τούς ἐπεξηγεῖ: «Λάζαρος ἀπέθανε» (Ἰω. ια΄ 14).

Τοῦτο τό γεγονός πληρώνει μέ θλίψη τίς καρδιές τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἀπό τή μιά λυποῦνται, -καί ποιός δέν στενοχωρεῖται στό ἄκουσμα τοῦ θανάτου, κυρίως δικοῦ του ἀνθρώπου-, ἀλλά καί ἀπό τήν ἄλλη κυριεύονται ἀπό φόβο, γιατί ὁ Χριστός τούς εἶχε προϊδεάσει γιά τήν ἐπερχόμενη σύλληψη καί θανάτωσή του ἀπό τούς ἐχθρούς του.

Γι’ αὐτό καί ὁ Θωμᾶς, ἀντιδρώντας, λέγει στούς συμμαθητές του: «Ἄγωμεν καί ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ’ αὐτοῦ» (Ἰω. ια΄ 16).

Τό τί ἐπακολούθησε, μᾶς εἶναι γνωστό. Ὁ Κύριος φθάνει στή Βηθανία. Ἡ Μάρθα τό πληροφορεῖται καί προστρέχει νά τόν συναντήσει, ἐκφράζοντας τόν πόνο καί τό παράπονό της, ὅτι «ἄν ἐρχόσουν, ὅταν σέ εἰδοποιήσαμε, ‘‘ὁ ἀδελφός μου οὐκ ἄν ἐτεθνήκει’’» (Ἰω. ια΄ 21), γιά νά ἀπαντήσει ὁ Χριστός· «Ἀναστήσεται ὁ ἀδελφός σου» (Ἰω. ια΄ 23)· καί νά ἐννοήσει αὐτή, ὅτι, ναί, θά ἀναστηθεῖ, ὅπως ὅλοι οἱ κεκοιμημένοι, κατά τή μέλλουσα κρίση. Καί νά διευκρινήσει, τότε, ὁ Κύριος: «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰω. ια΄ 24-25).

Στό μεταξύ εἰδοποιεῖται καί ἡ Μαρία, ἡ ὁποία, συναπαντώντας, μέ κλάματα, τόν Χριστό, τοῦ ἐκφράζει τό ἴδιο μέ τή Μάρθα παράπονο: «Κύριε, εἰ ἦς ὧδε, οὐκ ἄν ἀπέθανέ μου ὁ ἀδελφός» (Ἰω. ια΄ 32).

Καί τότε ὁ Κύριος, γιά πρώτη φορά τόν βλέπομε, ἔχοντας καί τά ἀνθρώπινα ἀδιάβλητα καί μή ἁμαρτωλά πάθη, ὅπως τόν πόνο, τόν κόπο, τή δίψα κ.ἄ., ἔντονα συγκινήθηκε, γιά νά ἀφήσει νά τρέξουν ἀπό τά μάτια του δάκρυα καί νά παρατηρήσει ὁ κόσμος: «ἴδε πῶς ἐφίλει αὐτόν» (Ἰω. ια΄ 33-37).

Καί ἐδῶ μιά παρατήρηση: Στενοχωρεῖται καί δακρύζει ὁ Χριστός, ὡς ἄνθρωπος, καί γιά τόν Λάζαρο, ἀλλά, πρώτιστα, καί γιά τό κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου νά πεθαίνει. Ὡστόσο, μετά ἀπό λίγο ὁ τεταρταῖος-τετραήμερος καί ἤδη «ὄζων», ἔχοντας κακοσμία, «σεσηπώς» Λάζαρος, δέν πρόκειται νά παραμείνει ἄλλο στόν τάφο.

Ναί. Μέ τό «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. ια΄ 43) ὁ νεκρός ἐγείρεται, ὁ δέσμιος, ἕνεκεν τοῦ τρόπου ἐνταφιασμοῦ, ἀρχίζει νά ἀπελευθερώνεται, καί ἡ φθορά καί ὁ θάνατος ἡττῶνται. Καί ὅλοι κατάπληκτοι καί συντετριμμένοι παρακολουθοῦν τό μέγιστο στήν πανανθρώπινη ἱστορία καί ζωή γεγονός. Ποιό; Ὁ τετραήμερος τεθαμμένος ἐπανέρχεται, μέ τό πρόσταγμα τοῦ Χριστοῦ, στή ζωή, ἀφοῦ ἡ ψυχή του ἐπανεγκαθίσταται στό ὅλο, πρώην, σῶμα της!

Καί, ὅπως ἦταν φυσικό, ἡ εἴδηση αὐτή ξεσήκωσε τόν κόσμο, ὥστε πολλοί, καλοδιάθετοι ἤ καί φιλοπερίεργοι, νά πηγαίνουν στή Βηθανία, προκειμένου νά δοῦν καί νά γνωρίσουν καί τόν Χριστό, ἀλλά καί, προπάντων, τόν Λάζαρο (Ἰω. ιβ΄ 19). Ταυτόχρονα, τό θαῦμα τοῦτο ξεσήκωσε καί τίς φονικές διαθέσεις τῶν θρησκευτικῶν νομοθετῶν τοῦ Ἰσραήλ, οἱ ὁποῖοι, προφασιζόμενοι, ὅτι αὐτός ὁ Χριστός, παρασύροντας τόν κόσμο μέ ὅσα λέγει καί πράττει, θά προβληθεῖ ὡς κοσμικός βασιλέας τῶν Ἰουδαίων καί τότε, θά προκαλέσει τίς Ρωμαϊκές ἀρχές. Ἔτσι, ἀποφάσισαν πώς εἶναι συμφερότερο νά ἀποθάνει αὐτός, ὁ ἕνας, παρά ὅλο τό ἔθνος τῶν Ἑβραίων (Ἰω. ια΄ 50). Καί ἀναμφίβολα, μαζί μέ τόν Χριστό, συνοδός, ὡς συνένοχος στόν θάνατο, πρέπει νά θεωρεῖται καί ὁ Λάζαρος (Ἰω. ιβ΄ 9).

Ὁπότε, στό σημεῖο αὐτό προβάλλεται τό ἐρώτημα: Γιατί καί πρός τί ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου; Ναί, αὐτή ὑπάρχει ὡς θαυμαστό καί μοναδικό γεγονός. Ὡστόσο, ὁ Λάζαρος, μετά τόν τετραήμερο θάνατό του καί τήν ἀνάστασή του, δέν μένει ἀθάνατος. Μπορεῖ νά κατέφυγε στήν Κύπρο, γιά νά γλυτώσει. Καί μπορεῖ νά χειροτονήθηκε ὡς ὁ πρῶτος ᾽Επίσκοπος Κιτίου. Καί αὐτά ὅμως πρός καιρόν. Ἀφοῦ κάποια μέρα πεθαίνει. Τό ὁποῖο σημαίνει, τί; Ὅτι, ναί, μέν ἀναστήθηκε κάποτε ὁ Λάζαρος ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά τό καταλυτικό κράτος τοῦ θανάτου γι’ αὐτόν, πάλι ἐπανῆλθε. Καί ὁ πρώην ἀναστημένος Λάζαρος, πάλι γνώρισε τόν θάνατο, ὅπως τόν θάνατο γνώρισαν καί τά δύο ἄλλα ἐκ νεκρῶν ἀπό τόν Χριστό ἀναστάντα πρόσωπα, ὁ υἱός τῆς χήρας τῆς Ναΐν (Λουκ. ζ΄ 11-16) καί ἡ δωδεκαετής κόρη τοῦ Ἰαείρου (Μάρκ. ε΄ 36-43). Καί ἐπί πλέον, ὅσοι, -καί αὐτοί εἶναι ἀναρίθμητοι-, δέχθηκαν τή θαυμαστή θεραπεία τους ἀπό τόν Χριστό. Εἶχαν καί αὐτοί ἡμερομηνία λήξεως. Ὁπότε τίθεται τό ἐρώτημα: Ἡ ἀσθένεια ἤ ἡ φθορά καί ὁ θάνατος, -τά τραγικά αὐτά παρακολουθήματα τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας-, ὑπερισχύουν τῆς δύναμης τοῦ Χριστοῦ; Καί ἄν αὐτά εἶναι γεγονός, τότε, πρός τί καί γιατί ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο; Εἶναι, πράγματι, ἀκατάλυτη ἡ δυναστεία τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὄχι. Χίλιες φορές ὄχι. Καί ὁ λόγος; Τόν ἀπαντᾶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἑρμηνεύνοντας τά λόγια τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Δέν εἴμαστε πολίτες τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά ὁδίτες, ὁδοιπόροι, περαστικοί. «Οὐ γάρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ΄ 14), δηλώνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Πανδοχεῖον (ξενοδοχεῖον) ὁ παρών βίος», ἐπανατονίζει ὁ Χρυσόστομος. Μόνιμη κατοικία μας δέν εἶναι ἡ γῆ, ἀλλά ἡ ἄλλη πατρίδα, τήν ὁποία διακαῶς πρέπει νά ἐπιθυμοῦμε καί πρός αὐτή νά ἑτοιμαζόμαστε. «Παράγει (φεύγει) τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄ Κορ. ζ΄ 31).

Ναί, κατά τή Β΄ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, μεταξύ τῶν ἄλλων, κοσμογονικῶν ἀλλαγῶν, θά ἐπισυμβεῖ καί ἡ συντριπτική καταστροφή τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ὄχι, ὅμως καί ἡ ἐξαφάνισή του. «Καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν, κατά τό ἐπάγγελμα (τήν ὑπόσχεση) αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) προσδοκῶμεν» (Β΄ Πέτρ. γ΄ 13), διαγγέλλει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος.

Ὁπότε, καί τόν Λάζαρο, τόν πεφιλημένο τοῦ Χριστοῦ, συναπάντησε ξανά ὁ θάνατος. Καί τοῦτο, γιατί; Διότι ἡ ἀνάστασή του, ὅπως καί ὅλων τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τά θαυμάσια τοῦ Χριστοῦ, συνιστοῦν ἀνοιχτό παράθυρο, διαμέσου τοῦ ὁποίου προεικονίζεται καί ἀποκαλύπτεται ἡ ἐσχατολογική, ἡ μέλλουσα καί ἀτελεύτητη στούς αἰῶνες δόξα, ἡ ὁποία εἶναι γιά μᾶς ἑτοιμασμένη ἀπό τόν Θεό καί Πατέρα μας καί μᾶς ἀναμένει!

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....