Ἡ ἀρετή τῆς αὐτογνωσίας

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΙΟΥΛΙΟΥ

 

Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή φύση του ἔχει προικιστεῖ μέ τήν ἱκανότητα νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του. Πρέπει νά ξέρουμε ποιοί εἴμαστε, ποιά εἶναι ἡ ταυτότητα μας. Τήν ἀνάγκη νά γνωρίσουμε τόν ἑαυτό μας τήν τόνιζαν ἀκόμα καί οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι, προτάσσοντας ὡς ἀνώτερη ἀρετή τό «γνῶθι σαὐτόν». Ἡ αὐτογνωσία ἀποτελεῖ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν. Ὡστόσο, ἀληθινή αὐτογνωσία ἀποκτᾶται μόνο κάτω ἀπό τό φῶς τῆς θείας ἀποκαλύψεως.

Ἰδιαίτερα στόν πνευματικό ἀγώνα, εἶναι ἀπαραίτητο νά γνωρίζει κανείς τόν ἑαυτό του. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει αὐτογνωσία, ξέρει ποιά εἶναι τά πάθη του, ποιά εἶναι τά κουσούρια του. Βλέπει καθαρά τίς ἀδυναμίες, τά ἐλλείμματα, τό σκοτάδι πού ὑπάρχει μέσα του. Διακρίνει τόν ἐγωισμό του, τήν ὑπερηφάνεια του, τήν πνευματική του φτώχεια. Βλέπει ὁ ἄνθρωπος πόση ἁμαρτία, πόση ἀχρείωση ὑπάρχει μέσα του καί  γεννιέται ὁ πόθος νά ἀγωνιστεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό ὅλα αὐτά, νά ἀγωνιστεῖ γιά τή θεραπεία τῆς ψυχῆς του.

Ἐπίσης, εἶναι σέ θέση νά ἐξετάζει τίς κινήσεις τῆς καρδιᾶς του, νά παρατηρεῖ τούς λογισμούς του καί νά βλέπει τά βαθύτερα κίνητρα ὅλης τῆς συμπεριφορᾶς του. Ὄχι μόνο ξέρει ἀπό τί πάσχει, ἀλλά εἶναι σέ θέση νά ἀναγνωρίσει καί τίς αἰτίες. Παραδείγματος χάρη, ἔχει κανείς τό πάθος τῆς πολυλογίας. Πίσω ἀπό αὐτό τό πάθος κρύβεται ἡ διάθεσή μας νά κάνουμε τούς ἔξυπνους. Ἔχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους καί ὅτι τά ξέρουμε ὅλα. Ὅταν κανείς τά ξέρει αὐτά, πολεμάει τά πάθη του καλύτερα, πιό ἀποτελεσματικά.

Ἀκόμη, παρατηρώντας κανείς τόν ἐσωτερικό του κόσμο, συνειδητοποιεῖ καί ποῦ εἶναι στραμμένος. Ἐάν ὁ νοῦς του εἶναι συνεχῶς στίς μέριμνες, στά πάθη, στίς ἀπολαύσεις, σημαίνει ὅτι εἶναι προσκολλημένος στά γήινα. Ἔτσι, ὀφείλει νά προσπαθήσει νά στρέψει τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς του στόν Θεό, στήν αἰώνια ζωή.

Ὅταν δεῖ κανείς μέ εἰλικρίνεια ποιός πραγματικά εἶναι, τότε ταπεινώνεται. Ἀναγνωρίζει ὅτι εἶναι ἕνα τίποτα, ὅτι κανένα καλό δέν ἔχει πάνω του, ὅτι εἶναι κυριευμένος ἀπό τήν ἁμαρτία. Βρίσκει στόν ἑαυτό του ὅλο ἀτέλειες καί μειονεκτήματα. Μετανοεῖ γιά τήν πτώση του καί ἀγωνίζεται γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

Καί ἐπειδή εἶναι ταπεινός, δέν ἔχει γλῶσσα νά ἀντιμιλήσει ἤ νά κατακρίνει κάποιον. Τά μάτια του δέν τά στρέφει ἐπάνω στά ἐλαττώματα τοῦ ἄλλου. Προσέχει, ὥστε νά μήν ἀκούει πράγματα πού δέν τόν ὠφελοῦν. Κοιτάει μόνο τίς δικές του ἁμαρτίες καί τά δικά του πάθη καί δέν ἀσχολεῖται μέ τίς ἁμαρτίες τοῦ πλησίον.

Παρακολουθώντας ὅσα συμβαίνουν μέσα στήν καρδιά του, τά πάθη, τίς σαρκικές ἐπιθυμίες, τούς λογισμούς, μαθαίνει τί εἶναι αὐτό πού τόν χωρίζει ἀπό τόν Κύριο. Τί εἶναι αὐτό πού τόν ἀπομακρύνει καί τί εἶναι αὐτό πού τόν φέρνει κοντά στόν Θεό.

Συνειδητοποιεῖ ὅτι εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἀναλαμβάνει τόν ἀγώνα νά Τόν ἀναζητήσει, νά ζήσει ὅπως Ἐκεῖνος θέλει, νά Τόν ἀγαπήσει.

Ὅταν γνωρίζει κανείς τόν ἑαυτό του, συνειδητοποιεῖ καί τήν ἀξία του. Αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἔχει μεγάλη ἀξία, ἀποκτᾶ αὐτοσεβασμό, αὐτοεκτίμηση, ἀγαπᾶ σωστά τόν ἑαυτό του. Καί τότε μόνο μπορεῖ νά ἀγαπήσει καί τούς ἄλλους.

Καί τέλος, κατανοεῖ κανείς ὅτι εἶναι ἕνα ἀδύναμο πλάσμα καί ὅτι ὅλα εἶναι στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί χωρίς τή βοήθειά Του τίποτε δέν μπορεῖ νά κατορθώσει. Γιατί, ὅταν ἔχει κανείς πολύ αὐτοπεποίθηση καί πιστεύει ὅτι μπορεῖ νά τά καταφέρει καλά καί μόνος του, τότε τόν ἐγκαταλείπει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί συντρίβεται. Ἔτσι, ἀφήνεται κανείς ὁλοκληρωτικά στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐμπιστεύεται τή ζωή του στή θεία πρόνοια. Κι ἔρχεται ὁ Θεός καί μᾶς ἀναλαμβάνει. Γιατί μόνο τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά μᾶς σώσει.

Εἶναι βασικό λοιπόν νά γνωρίζει κανείς τόν ἑαυτό του. Ὅμως μέ τόν τρόπο πού ζοῦμε, μέ τήν ὅλη στάση μας, δείχνουμε ὅτι δέν θέλουμε νά μάθουμε τόν ἑαυτό μας. Ἂν μᾶς πλησιάσει κάποιος καί μᾶς ὑποδείξει ὅτι ἔχουμε μία ἀδυναμία, ἕνα πάθος, δέν τό δεχόμαστε. Φέρουμε βαρέως τήν παρατήρηση καί κατακρίνουμε τόν ἄνθρωπο πού μᾶς ἔκανε τήν ὑπόδειξη. Φοβόμαστε νά γνωρίσουμε τόν πραγματικό ἑαυτό μας. Δέν ἀντέχουμε νά τόν ἀντικρύσουμε, ὅπως εἶναι, καί τόν θάβουμε μέσα μας. Συνήθως ἔχουμε τήν τάση νά παρατηροῦμε τά ἐλαττώματα μόνο τῶν ἄλλων. Τά δικά μας δέν τά βλέπουμε.

Πολλά εἶναι τά δεινά πού προξενεῖ στόν ἑαυτό του ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δέν διαθέτει αὐτογνωσία. Ἔτσι, δέν εἶναι σέ θέση νά ἐκτιμήσει τίς διάφορες καταστάσεις τῆς ζωῆς του. Δέν μπορεῖ νά διακρίνει τί τόν ὠφελεῖ. Αἰχμαλωτίζεται ἀπό τά πάθη του καί τίς ἐπιθυμίες του. Δέν μπορεῖ νά ἀξιολογήσει τούς λογισμούς του.

Εἶναι ἀλαζόνας, ὑπερήφανος καί ἀσεβής ἀπέναντι στόν Θεό. Παραπλανημένος ἀπό τή φιλαυτία του, ἔχει τήν τάση νά μικραίνει τίς δικές του κακίες καί νά προσάπτει στόν ἑαυτό του ἀρετές, τίς ὁποῖες δέν διαθέτει. Μιλάει γιά ἡρωισμούς καί γιά ἐπιτεύγματα, ἐνῶ ἡ ζωή του εἶναι μία ἀποτυχία. Τά ἀνόητα λόγια του τά θεωρεῖ σοφία. Εἶναι ἄνθρωπος χωρίς βάθος, χωρίς οὐσία καί περιεχόμενο. Νοιάζεται μόνο γιά τά γήινα καί τά εὐτελῆ καί ἀδιαφορεῖ γιά τά αἰώνια. Κάνει πολλά πράγματα καί θορυβεῖ, γιατί δέν θέλει νά ἀκούσει τή φωνή τῆς καρδιᾶς του. Ζεῖ μέσα στή σύγχυση.

Ἑπομένως, εἶναι σημαντικό νά ἔχουμε ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Νά γνωρίζουμε ποιοί εἴμαστε στ’ ἀλήθεια, ὄχι ποιοί νομίζουμε ὅτι εἴμαστε. Κι αὐτό δέν εἶναι καθόλου εὔκολο. Ἀπαιτεῖ φροντίδα, ἐπιμέλεια καί προπαντός φώτιση Θεοῦ. Μόνος του ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του. Πρέπει νά τόν ἐπισκιάσει ἡ θεία χάρις.

Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ λοιπόν νά ἀγωνίζεται κανείς νά γνωρίσει τόν ἑαυτό του. Γιά νά μπορέσει νά συμφιλιωθεῖ μέ αὐτόν κι ἔπειτα νά τόν ξεπεράσει, νά νικήσει ὅλα τά ἀρνητικά στοιχεῖα, πού ἔχει μέσα του, καί νά ἐμπιστευθεῖ πλήρως τή ζωή του στόν Θεό.

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....