Ἡ Ἐκκλησία Παναγίας Φανερωμένης στὸν ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ

Χρήστου Πεττεμερίδη

Θεολόγου – Φιλολόγου

Ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ πατριωτικὴ εὐαισθησία στὴ ματόβρεχτη νῆσο τῶν Ἁγίων παρατηρεῖται, ἀπὸ νωρὶς στοὺς χριστιανικοὺς αἰῶνες, νὰ εἶναι στενὰ συνυφασμένες. Ὁ λόγος αὐτῆς τῆς στενῆς σύνδεσης πρέπει νὰ ἔχει τὶς ρίζες του στὸ γεγονὸς ὅτι, ἀπὸ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῆς Κύπρου μέχρι τὶς μέρες μας, δὲν ἔπαψε ποτὲ τὸ νησὶ νὰ ἀπειλεῖται ἀπὸ ἐξωτερικὲς ἐπιβουλές.[1]

Μολονότι ὡς χριστιανοὶ οὐκ ἔχομεν μένουσαν πόλιν, ἐντούτοις μέσα στὸν χῶρο καὶ τὸν τόπο δὲν παύουμε νὰ προσπαθοῦμε, στὸν λίγο χρόνο τῆς ζωῆς μας, μὲ ἔργα καὶ μνημεῖα νὰ ἀντικατοπτρίσουμε τὴν Οὐράνια Βασιλεία. Οἱ πρόγονοί μας μᾶς ἄφησαν πολλὰ καὶ περίτεχνα ἔργα ποὺ ἐνσαρκώνουν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν πίστη τους πάνω στὴν ὕλη: οἱ πάμπολλες ἐκκλησίες καὶ ξωκλήσια, τὰ μοναστήρια καὶ τὰ ἀσκητήρια, τὰ φρούρια καὶ οἱ προμαχῶνες μαρτυροῦν αὐτὸ τὸν ἀγώνα καὶ τὸν πόθο!

Στὸν εἰκοστὸ αἰώνα, ἡ Ἐκκλησία τῆς Παναγίας Φανερωμένης Λευκωσίας ὑπῆρξε τὸ κέντρο καὶ τὸ σύμβολο τοῦ ἀγώνα γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλευθερία. Στὸν Ναὸ καὶ στὶς αἴθουσες πέριξ του γαλουχήθηκαν ἑκατοντάδες νέοι στὰ νάματα τῆς πίστης καὶ τῆς πατρίδας. Δύο ἀπὸ τοὺς κληρικοὺς τῆς Παναγίας Φανερωμένης, οἱ ὁποῖοι ἔπαιξαν σημαίνοντα ρόλο στὴ μύηση καὶ στὴν ὀργάνωση τῶν νέων γιὰ τὸν ἐθνικοαπελευθερωτικὸ ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ, ἦταν οἱ π. Σταῦρος Παπαγαθαγγέλου καὶ π. Φώτιος Καλογήρου.[2]

Ὁ παπαΣταῦρος εἶναι γνωστὸς ὡς ὁ Στρατολόγος τῆς ΕΟΚΑ. Ὄρκισε καὶ μύησε στὶς τάξεις τῆς Ὀργάνωσης πάμπολλους νέους. Μόνο ἀπὸ τὴν αὐλὴ τῆς Φανερωμένης (ΟΧΕΝ Λευκωσίας) καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ παπαΣταύρου, ἡ ΕΟΚΑ ἀριθμοῖ ἑφτὰ παιδιὰ ποὺ θυσίασαν τὴ ζωή τους: Ἰάκωβος Πατάτσος, Μιχαὴλ Γιωργάλλας, Μᾶρκος Δρᾶκος, Στυλιανὸς Λένας, Πέτρος Ἠλιάδης, Νίκος Γεωργίου καὶ Παναγιώτης Γεωργιάδης. Ὁ παπαΣταῦρος, ἐπίσης, πάντρεψε μυστικὰ στὸν Καραβᾶ τὸν Γρηγόρη Αὐξεντίου, ὅταν ὁ τελευταῖος, ὡς ἀντάρτης, ἦταν καταζητούμενος ἀπὸ τοὺς Βρεττανοὺς Ἀποικιοκράτες.

Στὴ Μαρτυρία τοῦ παπα Σταύρου, ἡ ὁποία ἐκδόθηκε τὸ 1995,[3] διηγεῖται πῶς ἔζησε τὴν προπαρασκευὴ καὶ τὸν ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ. Ἀπὸ τὴν ἀφιέρωση στὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου αἰσθάνεται κανεὶς τὴν ἀγάπη, τὴν πίστη καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη ποὺ ἔτρεφε ὁ πολιὸς λευίτης μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του σ’ ὅλα αὐτὰ τὰ παιδιά, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα αὐτὸς μύησε καὶ ἐνέπνευσε στὸν ἀγώνα:

«εὐλαβικὴ προσφορὰ

μνήμης καὶ τιμῆς

στοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἐλευθερίας,

ποὺ ἔκαμαν βίωμά τους τὸν ὅρκο τῆς ΕΟΚΑ

κι ἀγωνίσθηκαν μέχρι θανάτου

γιὰ τὴν πραγμάτωσή του»

Γιὰ τὴ μεν δράση του στὸν ἀγώνα καὶ τὸ μεγαλεῖο ψυχῆς ποὺ ἔδειξαν οἱ νέοι ποὺ καθοδηγοῦσε μποροῦμε νὰ ποῦμε πολλά, ἀλλὰ τὰ περισσότερα γνωστὰ καὶ χιλιοειπωμένα. Ἐξάλλου, ὡς γνωστόν, τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς διάρκειας τοῦ ἀγώνα δὲν βρισκόταν στὸ νησί, ἀφοῦ ἀπὸ τὶς 9 Μαρτίου 1956 ἐξορίστηκε στὸ νησὶ Μαχὲ τῶν Σεϋχελλῶν μὲ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Μακάριο, τὸν Μητροπολίτη Κηρυνείας Κυπριανό καὶ τὸν Γραμματέα τῆς Μητροπόλεως Κηρυνείας Πολύκαρπο Ἰωαννίδη.

Ὅλη ἡ οὐσία τῆς δράσης του ἑδράζεται, κυρίως, στὴν πνευματικὴ θεμελίωση καὶ καλλιέργεια τῆς νεολαίας τὰ χρόνια πρὶν τὸν ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ. Ἡ ἵδρυση καὶ λειτουργία Κατηχητικῶν Σχολείων, τῆς ΟΧΕΝ, τῶν Συλλόγων ΘΟΪ καὶ ΠΟΘΟΪ, τῆς Σχολῆς Ἐργαζόμενου Κοριτσιοῦ, εἶναι μόνο κάποια δείγματα αὐτῆς τῆς δράσης. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τὸ πῶς συνελήφθη ἡ ἰδέα τῆς προπαρασκευῆς τοῦ ἀγώνα. Γράφει ὁ π. Σταῦρος:

Ἦταν ἕνα δειλινὸ τοῦ Νοεμβρίου τοῦ 1940. Στὰ βουνὰ τῆς Πίνδου ἡ ἑλληνικὴ ψυχἠ ἀγωνιζόταν μὲ ὅλες της τὶς δυνάμεις νά συγκρατήσει καὶ νὰ ἀπωθήσει μακρυὰ ἀπὸ τὰ ἅγια χώματα τῆς αἱματοθαμμένης ἑλληνικῆς γῆς τὸν Ἰταλὸ ἐπιδρομέα. […] Τὸ ἐρώτηµα ποὺ ἀνέβαινε σ᾿ ὅλων τὰ στόµατα ἦταν: Θὰ μποροῦσε ἡ χούφτα τῶν Ἑλλήνων μὲ τὰ λίγα µέσα ποὺ διέθετε νὰ συγκρατήσει τὶς σιδερόφρακτες στρατιὲς τοῦ Μουσολίνι ἢ µήπως…;

Μὲ τρεῖς φίλους συνεργάτες […]ἐκεῖ ποὺ σχολιάζαµε διάφορα γεγονότα, ἀπὸ κουβέντα σὲ κουβέντα ὁ λόγος στράφηκε καὶ στοῦ Νησιοῦ µας τὴν πολιτικὴ κατάσταση καὶ εἰδικὰ στὸ ἀπελευθερωτικὸ κίνηµα τοῦ 1931 καὶ στὰ αἴτια τῆς ἀποτυχίας του […] ἔλειπε σχεδὸν τελείως ἡ βαθιὰ πνευµατικὴ θεμελίωση ἐπάνω στὴν ὁποία κατὰ κανόνα στηρίζονται ὅλα τὰ µεγάλα ἔργα. Αὐτὴν τὴν πνευµατικὴ θεμελίωση, ὅπως εἶναι γνωστὸν ἐξασφαλίζει µόνον ἡ πίστις. Ἡ Χριστιανικὴ πίστις. Ἡ πίστις φτιάχνει τοὺς ἀνθρώπους κι οἱ ἄνθρωποι τοὺς στρατούς.[4]

Τὸ ἴδιο φρόνημα εἶχε καὶ ὁ ἕτερος ἐφημέριος τῆς Παναγίας Φανερωμένης, ὁ π. Φώτιος Καλογήρου. Θυμόμαστε τὸν φλογερὸ αὐτὸ ἀγωνιστή, χρόνια μετὰ  τὸν ἀγώνα, κάπου στὸ 2010, σὲ μιὰ συνομιλία ποὺ εἴχαμε μαζί του, σὲ ἡλικία πέραν τῶν 90 ἐτῶν, νὰ ἔχει τὴν νοσταλγία γιὰ ἐκείνη τὴ φλογερὴ πίστη καὶ προσήλωση, τὴν ὁποίαν εἶχεν ὁ κόσμος στὴν ἐποχή του! Ἐντύπωση μᾶς εἶχε κάνει τότε ἡ ζέση γιὰ τὸ φρόνημα ἐκεῖνο καὶ τὴ βεβαιότητα, ὅτι μὲ τέτοια ἐν Χριστῷ πίστη, μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τοὺς πνευματικοὺς καὶ ἐθνικοὺς στόχους ὡς ἔθνος!

Ὁ π. Φώτιος ὑπῆρξε ὁ σύνδεσμος τοῦ Διγενῆ μὲ τὸν Μακάριο, μέχρι τὴν ἐξορία τοῦ τελευταίου, τὸν Μάρτιο τοῦ 1956. Ὁ π. Φώτιος ὑπῆρξε ἐπίσης καὶ ὑπεύθυνος τοῦ “Γενικοῦ Κέντρου” τῆς ΕΟΚΑ καὶ ταμείου τῆς Ὀργάνωσης κατὰ τὰ ἔτη 1955-1956. Τὸ “Γενικὸ Κέντρο” εἶχε πλῆθος εὐθυνῶν καὶ ἀποστολῶν, ὅπως λ.χ. τὴν εὐθύνη τῶν συνδέσμων, δηλαδὴ τοῦ ταχυδρομείου τῆς Ὀργάνωσης, τῆς πολυγράφησης καὶ ἀποστολῆς προκηρύξεων, τὴ φυγάδευση καὶ τακτοποίηση τῶν καταζητουμένων, καθὼς καὶ τὴν παραλαβὴ καὶ τὴ διακίνηση ὁπλισμοῦ κ.ἄ. Γιὰ τὴ δράση του αὐτὴ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Ἄγγλους στὶς 27 Μαρτίου 1956 καὶ κρατήθηκε στὴν Ὀμορφίτα, στὴν Πύλα καὶ στὶς Κεντρικὲς Φυλακὲς μέχρι τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1959, ὁπόταν καὶ ὑπογράφηκαν οἱ συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου.

Ἡ πνευματικὴ θεμελίωση τῶν ἀνθρώπων ἑρμηνεύει τὸ πνεῦμα τῆς ἀνιδιοτέλειας καὶ τῆς αὐτοθυσίας ποὺ χαρακτήριζε τοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ ’55.[5] Ἀφοπλιστικὸ εἶναι τὸ πιὸ κάτω ἀπόσπασμα τῆς ἐπιστολῆς τοῦ π. Φώτιο ἀπὸ τὰ κρατητήρια πρὸς τὴ σύζυγό του:

«Κεντρικαὶ Φυλακαὶ 23.12.57

Ἀγαπητή μου Χρυστάλλα,

[…]

»Μὴ σᾶς ἀπασχολεῖ ἡ παράτασις τῆς κρατήσεώς μας καὶ μὴ παρακολουθῆτε καὶ ἀγωνιᾶτε καθημερινῶς μήπως τυχὸν θὰ εἶμαι κι ἐγὼ μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ἀπολύονται. Εἶναι φυσικὸ νὰ ἐνδιαφέρεσθε γι’ αὐτὸ ὄχι ὅμως τοῦτο καὶ νὰ σᾶς διώχνη τὴν εἰρήνη καὶ νὰ σᾶς τσακίζη τὰ νεῦρα. Θὰ τὸ ἀφήσωμεν καὶ αὐτὸ στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος «οἰκονομεῖ πάντα πρὸς τὸ τοῦ πλάσματος συμφέρον». Νὰ μὴ σᾶς λείψει τίποτε καὶ νὰ μὴ παραλείψετε τίποτε γιὰ νὰ δημιουργήσετε τὴν χαρὰ ποὺ ἀξίζει στὶς μεγάλες γιορτές. Θὰ ἔρθη κι ἡ ὥρα ποὺ θὰ εἴμαστε ὅλοι μαζί, ἐλεύθεροι καὶ χαρούμενοι. Διαβιβάσατε τοὺς χαιρετισμοὺς καὶ τὲς Χριστουγεννιάτικες εὐχές μου στοὺς ἱερεῖς, ἐπιτρόπους γείτονες καὶ φίλους. Φιλάκια στὸν Στελλάκη καὶ τὴν Λενίτσα μας.

Σὲ φιλῶ μὲ ἀγάπη

ΠΑΠΑΦΩΤΙΟΣ»[6]

Τέλος, ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε ὅτι σημαντικὴ ἦταν καὶ ἡ προσφορὰ τῆς ἐπιτροπείας τοῦ Ναοῦ Φανερωμένης. Στὴ Μαρτυρία τοῦ π. Σταύρου ἀπαντᾶ ὑποκεφάλαιο μὲ τίτλο “Καὶ ἄλλη συγκινητικὴ χειρονομία τῆς Ἐπιτροπείας τοῦ Ἱ.Ν. Φανερωμένης”: “…οἱ Ἐπίτροποι τοῦ ἱστορικοῦ τούτου Ναοῦ […] ὁμολογοῦσαν ὅτι γιὰ πρώτη φορά, ὁ περίπυστος Ναὸς ἔγινε κέντρο τόσης πνευματικῆς ἄνθησης ἀλλὰ καὶ ἑστία ἀναγεννήσεως ψυχῶν καὶ ἀληθινοῦ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ”. Ὅταν διεπίστωσαν ὅτι δὲν ἐπαρκοῦσαν οἱ χῶροι γιὰ τὶς δραστηριότητες τοῦ χριστιανικοῦ ἔργου “…ἔσπευσαν νὰ προσφέρουν τὸ μεγάλο δωμάτιο ποὺ βρισκόταν κάτω ἀπὸ τὰ γραφεῖα τοῦ Ναοῦ καὶ χρησίμευε σὰν προσωρινὸ Βυζαντινὸ μουσεῖο γιὰ τὴν πιὸ ἄνετη λειτουργία τοῦ ἔργου. […] ἐγκάρδια εὐχαριστῶ  στὴν Ἐπιτροπεία τοῦ Ἱ.Ν. Φανερωμένης μὰ καὶ σὲ ὅσους συμπαρίσταντο ἐνεργὰ στὸ ἱερὸν ἔργο τῆς δημιουργίας ἀνθρώπων ἀρετῆς, ἀνθρώπων Θεοῦ”.[7]

[1] Ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς εἰσπήδησης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας στὰ τῆς ἐν Κύπρῳ Ἐκκλησίας καὶ τὴ θέσπιση τοῦ Αὐτοκεφάλου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἀπὸ Συνόδους καὶ Αὐτοκράτορες, μέχρι τὶς ἀραβικὲς ἐπιδρομὲς καὶ τὶς εἰσβολὲς Λατίνων, Βενετῶν, Φράγκων, Ὀθωμανῶν καὶ Βρεττανῶν, ἡ Κύπρος δὲν ἔπαψε νὰ μάχεται νὰ φυλάξει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ναμάτων τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης.

[2] Αὐτοὶ οἱ δύο κληρικοὶ ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπόλοιποι διάκονοι τόσο τοῦ Ναοῦ Φανερωμένης συνέβαλαν τὰ μέγιστα στὸν ἐθνικὸ ἀγώνα, παίρνοντας τὴ σκυτάλη ἀπὸ τοὺς ἐθνοϊερομάρτυρες τῆς 9ης Ἰουλίου καὶ τῆς σπίθας τοῦ λαοῦ τῶν Ὀκτωβριανῶν τοῦ 1931. Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι τὸ Μαυσωλεῖο, ὅπου φυλάσσονταν τὰ λείψανα τῶν ἐθνοϊερομαρτύρων τῆς 9ης Ἰουλίου, βρίσκεται στὴν αὐλὴ τῆς Φανερωμένης, ἀπὸ τὴν ὁποία ξεκίνησε καὶ ἡ αἱματηρὴ πορεία τῶν Ὀκτωβριανῶν τοῦ 1931.

[3] π. Σταῦρος Παπαγαθαγγέλου, Ἡ Μαρτυρία μου. Πῶς ἔζησα τὴν προπαρασκευὴ καὶ τὸν ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ, Ἔκδοση Ἱδρύματος Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου, Λευκωσία 22001 [11995].

[4] π. Σταῦρος Παπαγαθαγγέλου, Ἡ Μαρτυρία μου, σελ. 15

[5] π. Σταῦρος Παπαγαθαγγέλου, Ἡ Μαρτυρία μου, σελ. 7.

[6] Βλ. Ἰακωβίδου – Βιολάρη Μαρούλα, Σελίδες τοῦ Ἀπελευθερωτικοῦ μας Ἀγῶνα ὅπως γράφτηκαν τότε…, σελ. 185-190. Τὸ κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Τάϊμς ὀφ Σάϋπρους», 15.3.1958 σελ. 9 καὶ 72 ὑπὸ τὸν τίτλο: «Τὸ δρᾶμα τῆς οἰκογένειας ἑνὸς ἱερωμένου. Θεέ μου πότε θὰ τελειώσει αὐτὸ τὸ μαρτύριο!».

[7] π. Σταῦρος Παπαγαθαγγέλου, Ἡ Μαρτυρία μου, σελ. 122.

 

*Το παρόν κείμενο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό “Παρέμβαση Εκκλησιαστική”, τεύχος 60 (Ιανουάριος – Απρίλιος 2025), σελ. 36-40.

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....