από το περιοδικό ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Ἡ ζωή μας εἶναι γεμάτη βάσανα καί πίκρες. Κι αὐτά τά βάσανα ἀποτελοῦν τόν σταυρό μας, τόν ὁποῖο καλεῖται ὁ καθένας μας νά σηκώσει. Ὁ Χριστός διεκήρυξε ὅτι ὅποιος θέλει νά Τόν ἀκολουθήσει, ὀφείλει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί νά σηκώσει τόν σταυρό του (Μάρκ. η΄ 34).
Στίς μέρες μας ὅμως τό σταυρικό φρόνημα –δηλαδή, τό νά ὑπομένει κανείς θλίψεις καί δοκιμασίες– εἶναι τελείως ἄγνωστο. Ὁ κόσμος θεωρεῖ τόν σταυρό ὡς κάτι δυσάρεστο. Κλαίγεται καί δέν τόν θέλει στή ζωή του. Αὐτός πού σηκώνει μεγάλο σταυρό, θεωροῦμε ὅτι δέν ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ αὐτός πού τοῦ ἔρχονται ὅλα βολικά, θεωροῦμε ὅτι εἶναι καλός ἄνθρωπος.
Ἦρθε ὁ Χριστός καί μᾶς εἶπε νά σηκώσουμε τόν σταυρό μας καί νά Τόν ἀκολουθήσουμε. Ἔρχεται ὁ πειρασμός καί μᾶς παροτρύνει νά μή σηκώσουμε τόν σταυρό μας, νά κοιτάξουμε τή ζωή μας, τόν ἑαυτό μας, νά φροντίσουμε νά περνᾶμε καλά. Αὐτό ἀκριβῶς πού εἴπανε καί στόν Χριστό, ὅταν ἦταν ἐπάνω στόν Σταυρό. Ὁ κόσμος πού ἦταν κάτω ἀπό τόν Σταυρό, μαζί μέ τούς ἀρχιερεῖς καί τούς γραμματεῖς, τί ἔλεγαν στόν Ἐσταυρωμένο Χριστό; «Ἐάν εἶσαι Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἐάν εἶσαι βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ, κατέβα ἀπό τόν Σταυρό καί θά πιστέψουμε σέ Σένα» (Μάρκ. ιε΄ 32).
Μᾶς ξεγελάει ὁ διάβολος νά νομίζουμε ὅτι ἡ εὐτυχία μας εἶναι νά μή ζοῦμε σταυρικά. Μᾶς ὑπαγορεύει νά ἀκολουθήσουμε τόν εὔκολο δρόμο. Νά κάνουμε ὅ,τι κάνει ὅλος ὁ κόσμος· νά καλοπερνᾶμε, νά ἀκολουθοῦμε τίς σαρκικές ἐπιθυμίες κι ἀπολαύσεις, νά κοιτᾶμε μόνο τό συμφέρον μας.
Ἔρχεται καί μᾶς ψιθυρίζει: «Ἕως πότε θά κάνεις ὑπομονή; Ἕως πότε θά ἀφήνεις τούς ἄλλους νά σέ κοροϊδεύουν, νά σέ ἐκμεταλλεύονται καί νά σέ ἀδικοῦν; Κατέβα ἀπό τόν Σταυρό».
«Κατέβα ἀπό τόν Σταυρό» σημαίνει νά μήν εἴμαστε ταπεινοί, νά μή συγχωρᾶμε, νά μήν ὑπομένουμε, νά μή θυσιαζόμαστε, νά μήν ἀγωνιζόμαστε κατά τῶν παθῶν μας. Σημαίνει νά μήν ἀσχολούμαστε μέ τήν ἀθάνατη ψυχή μας, νά μήν ἐργαζόμαστε γιά τή σωτηρία μας.
Κατεβαίνουμε ἀπό τόν σταυρό μας κάθε φορά πού ἁμαρτάνουμε ἤ ὑποκύπτουμε στά πάθη μας –στόν ἐγωισμό, στόν θυμό, στήν κατάκριση– ἤ θέλουμε νά ἐκμεταλλευτοῦμε τόν συνάνθρωπό μας.
Ζωή χωρίς σταυρό ὅμως εἶναι ζωή χωρίς νόημα, χωρίς χαρά καί χάρη Θεοῦ. Κανένας ὁ ὁποῖος κατεβαίνει ἀπό τόν σταυρό του δέν θά δεῖ πρόσωπο Θεοῦ στή ζωή του.
Τή στιγμή λοιπόν τῆς δοκιμασίας ἐμεῖς νά ἀπαντᾶμε στούς λογισμούς ὅτι: «Ἐάν σταύρωσαν τόν Χριστό, πού ἦταν καί ἀναμάρτητος, τί κι ἄν ὑποφέρω κι ἐγώ λίγο γιά τή θεραπεία τῆς ψυχῆς μου;».
Ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε, πρέπει νά ἐφαρμόσουμε αὐτή τήν ἁγία ἐντολή. Τότε ὁ Χριστιανός ἀγωνίζεται πνευματικά, ὅταν σηκώνει τόν σταυρό του, ὅταν ἔχει σταυρικό φρόνημα.
Πῆγε κάποτε μία γυναίκα στόν ἅγιο Ἰάκωβο Τσαλίκη τῆς Εὐβοίας κι ἔκλαιγε καί τόν παρακαλοῦσε νά τή βοηθήσει στό πρόβλημά της. Ὁ Ἅγιος τή συμβούλεψε νά μήν κλαίει, «γιατί ὅταν κλαῖμε καί πᾶμε νά προσευχηθοῦμε στόν Θεό, τότε, μόλις Τόν κοιτάξουμε, θά δοῦμε τόν Χριστό ἐπάνω στόν Σταυρό. Καί ὅταν Τόν δοῦμε πάνω στόν Σταυρό, μέ τί πρόσωπο νά Τοῦ κάνουμε παράπονο, ἀφοῦ πρῶτος Αὐτός ἀνέβηκε πάνω κεῖ καί μᾶς ἀφόπλισε». Ὁπότε καί ἡ δική μας θέση εἶναι ἐπάνω στόν σταυρό. Ἀκριβῶς, γιατί ἐκεῖ εἶναι ἡ θέση τοῦ Χριστοῦ.
Μπορεῖ νά μᾶς ἔθιξαν, νά μᾶς ὑποτίμησαν ἤ νά μᾶς προσέβαλαν. Νά κάνουμε αὐτό πού ἔκανε ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος «λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει» (Α΄ Πέτρ. β΄ 23). Καί ἐπάνω στόν Σταυρό Τόν ὀνείδιζαν καί Τόν ὕβριζαν καί Τόν περιγελοῦσαν, ὅμως «ὁ δέ Ἰησοῦς ἐσιώπα» (Ματθ. κστ΄ 63). Δεν παραπονέθηκε καθόλου, ἀντιθέτως προσευχόταν γιά τούς σταυρωτές Του.
Κι ἐμεῖς νά προσπαθοῦμε νά συγχωροῦμε αὐτόν πού μᾶς ἀδικεῖ. Νά προσπαθοῦμε νά εἴμαστε μακρόθυμοι καί νά μήν ἀντιμιλᾶμε, ὅταν κάποιος μᾶς συμπεριφέρεται ἄσχημα. Ὅταν μᾶς ἔρθει νά ὑπερηφανευθοῦμε, νά μείνουμε στήν ταπείνωση. Ἔτσι σηκώνει κανείς τόν σταυρό του.
Ὅταν λοιπόν ὁ πειρασμός θά μᾶς λέει νά κατεβοῦμε ἀπό τόν σταυρό μας, ἐμεῖς νά δοξάζουμε τόν Θεό, γιατί μέ τή δοκιμασία μᾶς παιδαγωγεῖ. Δέν θά δεχόμαστε μόνο τά εὐχάριστα ἀπό τά χέρια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τά δυσάρεστα.
Νά λέμε στόν ἑαυτό μας: «Αὐτόν τόν σταυρό μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Δέν πρέπει νά τόν δεχθῶ μέ ταπείνωση; Ὁ Θεός τόν στέλνει. Ὅπως θέλει ὁ Θεός».
Μή λυπηθοῦμε τόν παλαιό ἄνθρωπο, πού ἔχουμε μέσα μας, νά τόν ἀνεβάσουμε ἐπάνω στόν Σταυρό. Ἄς πονέσουμε καί λίγο, ἄς στενοχωρηθοῦμε, ἄς μᾶς θλίψουν οἱ ἄνθρωποι. Λάθος μεγάλο κάνουμε, ὅταν ἡ μόνη μας ἔγνοια εἶναι νά περισώσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά πασχίζουμε νά γλιτώσουμε ἀπό τά δυσάρεστα πού ἔρχονται. Ὅσα ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά ἔρθουν, ἄς ἔρθουν.
Καλούμαστε λοιπόν νά ἀγαπήσουμε πολύ τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Νά μή ζοῦμε μέ ὑπεκφυγές ἔναντι τοῦ Θεοῦ καί νά μήν εἴμαστε ἀνεύθυνοι. Αὐτός νά εἶναι ὁ πόθος μας, νά σηκώνουμε κάθε μέρα τόν σταυρό μας. Ὁ Θεός δέν θά μᾶς ἀφήσει νά πειραστοῦμε περισσότερο ἀπ’ ὅσο μποροῦμε. Γνωρίζει τό ὅριο τῶν δυνατοτήτων μας.
Ὅσα πολλά κι ἄν εἶναι τά βάσανα, ὅσο δύσκολη κι ἄν φαίνεται ἡ ζωή μας, καθώς προχωρᾶμε σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα, θά αἰσθανόμαστε δίπλα μας ὅλο καί πιό φανερά τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ νά μᾶς βοηθάει καί νά ὑποβαστάζει τόν δικό μας σταυρό.