Με συγκίνηση η επέτειος των 100 ετών από την Μικρασιατική Καταστροφή στη Βέροια

Την Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου το πρωί στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας τελέστηκε μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, με αφορμή την επέτειο της συμπληρώσεως 100 ετών από τη Μικρασιατική καταστροφή, χοροστατούντος του Ποιμενάρχου μας, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος.

 

 

Ακολούθησε ο πανηγυρικός της ημέρας από τον Μικρασιάτη στην καταγωγή, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας κ. Παντελεήμονα, παρουσία τουΥφυπουργού Οικονομικών και Βουλευτού Ημαθίας κ. Απόστολου Βεσυρόπουλου, των Βουλευτών Ημαθίας κ. Τάσου Μπαρτζώκα και κ. Λαζάρου Τσαβδαρίδη, του Δημάρχου Βεροίας κ. Κωνσταντίνου Βοργιαζίδη, τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, της προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου Μικρασιατών Νομού Ημαθίας κ. Αναστασίας Παυλίδου και των μελών του Συλλόγου.

 

 

Οι εκδηλώσεις για την 100η επέτειο μνήμης της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας ολοκληρώθηκαν με το τρισάγιο και την κατάθεση στεφάνων στο Ηρώο Πεσόντων στην πλατεία Ωρολογίου, όπου τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή και εψάλη ο Εθνικός Ύμνος.

 

 

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας  κ. Παντελεήμων κατά την εκφώνηση του πανηγυρικού της ημέρας ανέφερε μεταξύ άλλων: Ὁ Ἑλληνισμός ἁπανταχοῦ τῆς γῆς μνημονεύει φέτος τή συμπλή­ρωση ἑκατό ἐτῶν ἀπό τή φοβε­ρώτερη ἴσως καταστροφή, τήν ὁποία βίωσε στήν ἱστορία του, ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή τοῦ 1922. Γιατί, ὅπως εὔστοχα παρα­τη­ρήθηκε πρόσφατα, ἡ ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453 ὑπῆρ­ξε ὄντως μία τραγική κατα­στρο­φή, μία μεγάλη ἧττα τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέ παγκόσμιο ἀντί­κτυ­πο, ἡ ὁποία εἶχε ὡς συνέπεια τήν ὑποδούλωση τοῦ Γένους μας γιά αἰῶνες σέ ἕναν σκληρό καί βάρβαρο κατακτητή, γεγονός πού ἀνέκοψε τήν πορεία καί τήν ἐξέλι­ξή του.

Ἡ Μικρασιατική ὅμως καταστρο­φή εἶχε ὡς συνέπεια τόν διωγμό καί τόν ἀφανισμό τῶν Ἑλλήνων ἀπό τούς τόπους στούς ὁποίους ἔζησαν καί μεγαλούργησαν γιά 2.500 χιλιάδες χρόνια.

Καί ἐάν μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης καί παρά τίς φοβερές κατα­στροφές καί ταλαιπωρίες καί τούς διωγ­μούς καί τά μαρτύρια τά ὁποῖα ὑπέστησαν οἱ πρόγονοί μας, ὁ Ἑλ­λη­νισμός μπόρεσε νά ἀντέξει, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι «πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι», καί νά δώσει δείγματα τῆς ζωτικότη­τος καί τοῦ πολιτισμοῦ του, ὁ ξεριζωμός του ἀπό τή Μικρά Ἀσία, σήμανε τό ὁριστικό τέλος τῆς παρου­σίας του ἐκεῖ.

Αὐτό τό τραγικό γεγονός θυμόμα­στε φέτος, καθώς συμπληρώ­θηκαν ἑκατό χρόνια ἀπό τότε. Καί τό μνημονεύουμε ἰδιαιτέρως σήμερα, τελώντας τό μνημόσυνο τῶν χιλιά­δων μαρτυρικῶς τελειωθέ­ντων πατέρων καί ἀδελφῶν μας, κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀλλά καί τιμώντας τή μνήμη τῶν ἁγίων ἱερομαρτύρων ἱεραρχῶν Χρυσο­στό­μου Σμύρνης, Ἀμβροσίου Μο­σχο­νησίων, Προκοπίου Ἰκονίου καί Εὐθυμίου Ζήλων, οἱ ὁποῖοι σφαγιάσθηκαν μέ τόν πιό ἀπάν­θρωπο τρόπο, μένοντας «πιστοί ἄχρι θανάτου», δίπλα στό ἐμπερί­στατο καί διωκόμενο ποίμνιό τους, καί «ἔλαβαν τόν στέφανο τῆς ζωῆς».

Ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός κλήθηκε νά σηκώσει ἕναν βαρύ καί ἀσήκωτο σταυρό. Κλήθηκε νά ὑπο­μείνει τούς διωγμούς καί τά ἐγκλή­ματα εἰς βάρος του. Κλήθηκε νά ἐγκαταλείψει μέ βίαιο τρόπο τόν τόπο του, τούς συγγενεῖς του καί νά δεῖ τά ὑπάρχοντά του νά λεη­λα­τοῦνται καί νά καίονται.

Κλήθηκε νά περάσει ἀναρίθμητες ταλαιπωρίες καί κακουχίες, νά διέλθει κυριολεκτικά διά πυρός καί ὕδατος, γιά νά φθάσει στριμωγ­μένος σέ κάποιο πλοῖο ἤ σέ κάποια βάρκα μέ χιλιάδες ἄλλους πρόσφυ­γες σέ ἕνα λιμάνι, στά ἀπέναντι νησιά, στή Θεσσαλονίκη, στόν Πει­ραιᾶ, στήν Καβάλα ἤ κάπου ἀλλοῦ.

Μικρά παιδιά, γυναῖκες, ἡλικιω­μένοι, ἄγνωστοι μεταξύ ἀγνώστων στόν ξένο γι᾽ αὐτούς τόπο, βρέθη­καν νά ἀναζητοῦν τούς συγγενεῖς τους, γιά νά ἀπαντήσουν μαζί τά ἀδυσώπητα ἐρωτήματα· καί τώρα ποῦ; ποῦ θά πᾶμε; τί θά κάνουμε;

Ἡ ἀγωνία γιά τή συνέχεια, συν­δυασμένη μέ τίς εἰκόνες τῆς φρί­κης πού ὁ καθένας ἀπό τούς πρόσφυγες ἔφερε μέσα στήν ψυχή καί στόν νοῦ του, δημιουργοῦσαν ἀφόρητο πόνο, πού εἶναι ἀδύνατο νά συλλάβουμε ἐμεῖς σήμερα· πόνο πού δέν μποροῦσαν νά τόν ἁπα­λύνουν οὔτε τά δάκρυα οὔτε οἱ ἀνα­στεναγμοί· πόνο πού τόν ἐπέ­τει­νε ἡ αἴσθηση τῆς ἀδικίας καί ἡ βιαιότητα τῆς βάρβαρης συμπερι­φορᾶς πού ἀντιμετώπισαν, ἀλλά καί τῆς ἀδιαφορίας τῶν μεγάλων δυνάμεων γιά τήν τραγωδία πού ἐξελισσόταν καί μέ δική τους εὐθύ­νη στά παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας εἰς βάρος τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Γι᾽ αὐτό καί δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ καταστροφή τῆς Σμύρνης, τῆς πρω­τεύουσας τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἰωνίας, ἔγινε ἡ εἰκόνα καί τό σύμ­βολο τῆς Μικρασιατικῆς Κατα­στρο­φῆς, καί ἡ ἡρωική καί μαρ­τυρική μορφή τοῦ ποιμενάρχου της, τοῦ ἱερομάρτυρος Μητροπο­λίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου,  ὁ ὁποῖος «ποτέ ἀπό τό χρέος μή κινῶν», κατά τόν ποιητή, ἐνισχυ­ό­ταν ἀπό τούς λόγους τούς ὁποίους τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ εἶχε ὑπαγο­ρεύσει στόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη. «Καί τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας γράψον· «μηδέν φοβοῦ ἅ μέλλεις πάσχειν … γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς».

Τό ψυχικό σθένος καί ἡ ἀπόλυτη ἀφοσίωση τοῦ ἡρωικοῦ αὐτοῦ ἐπι­σκόπου, ὁ ὁποῖος ὡς καλός ποιμήν καί ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἔθετε πάνω ἀπό ὅλα τή μέριμνα γιά τό ποίμνιό του, ἐνε­θάρ­ρυνε τούς πάντες.

Ἡ ἀποφασιστικότητά του, ἡ ἀντο­χή του, ἡ ἄρνησή του νά ἀποδεχθεῖ τήν πρόταση τοῦ Ἀμερικανοῦ προ­ξένου ἀλλά καί τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῶν Καθολικῶν νά ἐπιβιβασθεῖ στό ἀμερικανικό ἀντιτορπιλικό πού τόν περίμενε στήν προκυμαία τῆς Σμύρνης γιά νά διασωθεῖ, ἐνέ­πνεαν κληρικούς καί λαϊκούς καί στήριζαν τόν διωκόμενο Ἑλληνι­σμό.

Τό μαρτύριό του, μαρτύριο πολυ­ή­μερο, φρικτό καί ἀπάνθρωπο, μέ δημίους τόν ὄχλο, καί σκοπό τή βεβήλωση ἀκόμη καί τοῦ νεκροῦ του σώματος, τοῦ ἱεροῦ του σκη­νώ­ματος, ἀντίθετα σέ κάθε ἔννοια ἠθικῆς, συγκλονίζει καί θά συγκλο­νίζει γιά πάντα ὅσους μποροῦν νά διαβάσουν τήν ἱστορία μέ καθαρά μάτια καί ὄχι παρα­ποι­η­μένη μέσα ἀπό ἰδεολογικά κάτοπρα ἤ διαστρεβλωμένη σκόπι­μα, ὅπως ἐπιχειρεῖ ἡ ἄλλη πλευρά τοῦ Αἰγαίου, καί ἀποτελεῖ τό ἀπο­κορύφωμα καί τό σύμβολο τῆς τερά­στιας καταστροφῆς καί τῆς ἀπάνθρωπης γενοκτονίας, τήν ὁποία ὑπέμεινε ὁ Μικρασιατικός Ἑλληνισμός καί μάλιστα μέ φόντο τή φλεγόμενη ἑλληνική συνοικία τῆς Σμύρνης.

Ὅλα αὐτά, ὁ πόνος, οἱ ταλαιπω­ρίες, τό μαρτύριο, ὁ ξεριζωμός τό­σων χιλιάδων ἀνθρώπων πού βρέ­θηκαν πρόσφυγες, ἀλλά καί οἱ κατα­στροφές, οἱ βεβηλώσεις, ἡ ἁρπαγή καί ἡ λεηλασία τῶν περι­ου­σιῶν τῶν Ἑλλήνων, καί ἀκόμη οἱ δυσκολίες πού ἀντιμετώπισαν οἱ πατέρες καί οἱ μητέρες μας, ὅταν ἔφθασαν στήν Ἑλλάδα, σέ μία Ἑλλάδα πού δέν εἶχε προλάβει νά ἀνακάμψει ἀπό τούς συνεχεῖς πολέ­μους καί νά ὀργανωθεῖ ὡς κράτος, μεγάλο μέρος τοῦ ὁποίου εἶχε ἀπελευθερωθεῖ μόλις πρίν ἀπό 10 χρόνια, πρέπει νά μήν διαφεύ­γουν ποτέ τήν προσοχή μας, πολύ περισσότερο ὅμως φέτος, μέ τή συμπλήρωση 100 ἐτῶν ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή. Γιατί, ἄν θέλουμε νά μνημονεύουμε ὄντως τούς πατέρες καί τούς προγόνους μας, ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε καί τῶν πόνων καί τῆς θυσίας τους.

Ἔχουμε χρέος νά θυμόμαστε τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά περάσει μέσα ἀπό τή λαίλαπα τῆς καταστροφῆς καί μάλιστα μιᾶς ἄδικης καταστροφῆς, πού ὄχι μόνο ἄντεξε νά διαχειρι­σθεῖ αὐτό τό συλλογικό τραῦμα μέσα σέ ἐξαιρετικά δύσκολες συν­θῆκες ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί συνέβαλαν μέ τήν ἐργατικότητα, τήν εὐστροφία καί τήν ἀκατά­βλητη δύναμη τῆς ψυχῆς τους νά οἰκοδομήσουν τό μέλλον τῶν παιδιῶν τους ἀλλά καί τό μέλλον τῆς Ἑλλάδας.

Ἡ καταστροφή ἔγινε γιά τούς πατέρες καί τίς μητέρες μας, τούς Μικρασιάτες Ἕλληνες, ἐφαλτήριο γιά νά ξαναδημιουργήσουν ὅσα ἔχα­σαν, καί ὁ πόνος τῆς τραγικῆς συμφορᾶς πού ἔζησαν, δύναμη γιά νά ὁλοκληρώσουν τό ἔργο τους.

Ἡ εὐγένεια καί ἡ ἀρχοντιά τους δέν ἔκανε τόν πόνο καί τόν καημό τους μόνο θρῆνο, πού τόν ἀποτύ­πωσε ἡ ποίηση καί τόν ἐξέφρασε ἡ μουσική, γιά νά τόν θυμόμαστε ὅλοι. Τόν ἔκανε ζωντανή ἀφήγηση γιά τίς ἀλησμόνητες πατρίδες πού τίς διατηρεῖ παροῦσες καί μέσα στίς δικές μας ψυχές 100 χρόνια ἀργότερα.

Ἡ φετινή ἐπέτειος τῶν ἑκατό χρόνων ἀπό τή Μικρασιατική κατα­στροφή εἶναι ἀνάγκη νά ἀπο­τελέσει γιά ὅλους μας, γιατί ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἀποτελοῦμε, ὅπως εὔ­στο­χα εἰπώθηκε πρόσφατα, ἀπογό­νους της, ἀφορμή γιά νά γνωρί­σουμε τήν ἱστορία μας. Νά νιώ­σουμε τόν πόνο τῶν πατέρων καί τῶν μητέρων μας. Νά διδάξουμε αὐτή τήν ἱστορία καί στά παιδιά μας, στίς νεώτερες γενιές τῶν Ἑλλήνων. Ἡ ἱστορία εἶναι τό καλύτερο μάθημα γιά κάθε Ἔθνος καί πολύ περισσότερο γιά μᾶς τούς Ἕλληνες πού ἔχουμε τόσο μακρά καί σπουδαία ἱστορία.

Ἔχουμε χρέος ὅμως νά συνειδη­τοποιήσουμε καί τά λάθη πού μᾶς ὁδήγησαν σέ αὐτή τήν τεράστια συμφορά ἀλλά καί τά ἐλαττώματά μας πού συνέβαλαν στά λάθη μας. Γιατί ὡς Ἔθνος δέν ἔχουμε ἄλλα περιθώρια οὔτε γιά λάθη οὔτε γιά καταστροφές.

Ἔχουμε χρέος νά μνημονεύουμε πάντοτε καί τήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, πού στήριξε τόν διω­κόμενο Μικρασιατικό Ἑλληνισμό καί στή Μικρά Ἀσία καί στό ταξίδι τῆς προσφυγιᾶς καί στή συνέχεια ὅταν ἔφθασε στήν Ἑλλάδα, καί θυσιάσθηκε γι᾽ αὐτόν.

Κι ἔχουμε χρέος ὄχι μόνο νά θυμό­μαστε τίς τραγικές αὐτές σελί­δες τῆς ἱστορίας μας, ἀλλά καί νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά μήν ξεχασθεῖ καί νά ἀναγνωρισθεῖ ὡς γενοκτο­νία, ὥστε νά μήν ἐπαναληφθεῖ ποτέ ξανά κάτι παρόμοιο.

 

 

ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ

 

MikrasiatwnVeriaMnhm2022 2

 

 

Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού (18 Σεπτεμβρίου), ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας.

 

 

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».

Κυριακή μετά τήν Ὕψωση τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦ­λος μᾶς ὑπενθυμίζει σήμερα τή σημασία τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου ὄχι μόνο στή σωτηρία μας ἀλλά καί στή ζωή μας.

Ὁ Χριστός θά μποροῦσε νά μᾶς σώσει μέ πολλούς τρόπους. Θά μπο­ροῦσε νά μᾶς σώσει χωρίς κἄν νά ἔλθει στή γῆ, ἐφόσον αὐτός ἦταν ὁ Θεός καί εἶχε τή δύναμη νά διαγράψει τίς ἁμαρτίες μας χωρίς νά χρειασθεῖ νά γίνει ἄνθρωπος καί πολύ περισσότερο νά θυσιασθεῖ γιά μᾶς. Ἐπέλεξε ὅμως αὐτόν τόν τρόπο ἀπό ἀπέραντη ἀγάπη γιά τό πλάσμα του, τό ὁποῖο ἐξαπατήθηκε ἀπό τόν διάβολο καί ἀπομακρύν­θηκε ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐτυχία πού Ἐκεῖνος τοῦ εἶχε ἑτοιμάσει. «Τοσοῦτον γάρ ἠγάπη­σεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν», θά γράψει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάν­νης. Καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά ἐμᾶς δέν ἐκφράσθηκε μόνο μέ τήν ἐναν­θρώπιση τοῦ Υἱοῦ του ἀλλά καί μέ τή σταυρική του θυσία.

Ὁ Χριστός ἐπέλεξε τόν πιό ἀτιμω­τικό καί τόν πιό ὀδυνηρό θάνατο γιά τόν ἑαυτό του, τόν σταυρικό θά­νατο, «γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατά­ρα», ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἀπό­στο­λος Παῦλος. Πόνεσε γιά χάρη μας καί σωματικά καί ψυχικά, ἀδικήθηκε, συκοφαντήθηκε, χλευ­ά­σθη­κε, γιά νά μᾶς διδάξει μέ τό παράδειγμά του τήν ὑπομονή σέ ὅλες τίς δυσκολίες πού θά συνα­ντή­σουμε καί ἐμεῖς στή ζωή μας, ἀλλά καί τήν ὑπομονή σέ ὅσα θά ἀντιμετωπίσουμε γιά τή δική του ἀγάπη, ἐφόσον θέλουμε νά εἴμεθα μαθητές του.

Ὁ Χριστός ὅμως ἐπέλεξε ὅμως τόν σταυρικό θάνατο καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο. Τόν ἐπέλεξε, γιατί θέλησε νά μᾶς ἀφήσει ἕνα σύμβολο αὐτῆς τῆς θυσίας του, ἕνα ὁρατό ἴχνος τῆς μεγάλης του ἀγάπης γιά μᾶς, ἕνα σημεῖο ἀναφορᾶς γιά τή ζωή καί τή σωτηρία μας. Γιατί αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός, γιά ἐμᾶς τούς χρι­στιανούς. Εἶναι τό σύμβολο τῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῆς νίκης του κατά τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι τό σημεῖο τῆς δυνάμεώς του πού ἐνεργεῖ ἀνά τούς αἰῶνες γιά ὅσους τό ἐπικαλοῦνται ἤ τό σημειώνουν, καί τούς προστατεύει καί τούς σώζει.

Εἶναι ὅμως ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου μας καί τό σημεῖο ἀναφορᾶς στόν ἀγώνα μας γιά τή σωτηρία. Ἄν ὁ Χριστός σταυρώθηκε γιά νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά καταστήσει μετόχους τῆς σωτηρίας καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του, τότε μποροῦμε καί ἐμεῖς νά γίνουμε συμμέτοχοι τοῦ Σταυροῦ του ἀνταποδίδοντας τήν ἀγάπη του προκειμένου νά γίνουμε μέτο­χοι καί τῆς σωτηρίας.

Αὐτό ἀκριβῶς κάνει καί ὁ ἀπό­στολος Παῦλος, ὅταν λέγει, ὅπως ἀκούσαμε στό σημερινό ἀποστολι­κό ἀνάγνωσμα, «Χριστῷ συνε­σταύ­­ρωμαι». Ἄν ὁ Χριστός σταυ­ρώ­θηκε γιά τίς ἁμαρτίες μας, ὀφείλουμε καί ἐμεῖς νά σταυρω­νόμεθα μαζί του, γιατί μέ τόν τρό­πο αὐτό θά μπορέσουμε νά ἑνω­θοῦμε μαζί του καί νά ζήσουμε ὅπως θά ἤθελε Ἐκεῖνος νά ζοῦμε, γιά νά κερδίσουμε τή σωτηρία μας. Γιατί σταύρωση γιά μᾶς δέν σημαί­νει αὐτό πού ὑπέμεινε ὁ Χριστός. Δέν σημαίνει νά σταυρωθοῦμε σω­ματικά πάνω σέ κάποιον σταυρό, ἀλλά νά ζήσουμε σύμφωνα μέ τό θέλημα καί τίς ἐντολές του, ἔστω καί ἐάν αὐτό προϋποθέτει νά πιέ­σουμε τόν ἑαυτό μας ἤ νά ὑπομεί­νουμε ὅσα συνεπάγεται ἡ κατά Θεόν ζωή. Διότι δέν εἶναι δυνατόν νά κερδίσουμε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, πού ἐπήγασε ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χρι­στοῦ, ἐάν ἐμεῖς ἐπιμένουμε στήν ἁμαρτία.

Γι᾽ αὐτό καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος ἐπεξηγεῖ τήν ὁμολογία του, ὅτι ἔχει συσταυρω­θεῖ μέ τόν Χριστό, μέ τή διαβεβαίω­ση ὅτι ἔχει ταυτίσει ἀπόλυτα τή ζωή του μέ τή δική του. «Χριστῷ συνεσταύρωμαι, ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».

Ἡ σταύρωση, λοιπόν, τοῦ ἀνθρώ­που μέ τόν Χριστό, συνεπάγεται τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά μήν ζεῖ ὅπως θά ἤθελε ὁ ἴδιος, νά μήν ἐπιτρέπει στόν ἑαυτό του νά ἀκολουθεῖ τή μεταπτωτική ροπή πρός τήν ἁμαρτία, ἀλλά νά ἀγωνί­ζεται νά ἀκολουθεῖ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μᾶς ὑπέδειξε ὁ Χριστός νά ζοῦμε καί μέ τόν λόγο του καί μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς του.

Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ σύμφω­να μέ τό Εὐαγγέλιο, τότε ἡ ζωή του ταυτίζεται μέ τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, τότε ἔχει τόν Χριστό ἐνοικοῦντα καί μένοντα στήν ψυχή του, ὅπως τόν εἶχε καί ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος, τότε τίποτε δέν μπορεῖ νά τόν χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη του, τότε κάθε σταυρός, τόν ὁποῖο κα­λούμεθα νά σηκώσουμε στή ζωή μας, εἴτε εἶναι σταυρός ἀσθενείας, εἴτε θλίψεως, εἴτε τῆς κακίας καί τῆς ἀδικίας τῶν ἀνθρώπων, εἴτε τρα­γικῶν γεγονότων καί συμφο­ρῶν, σάν αὐτές πού ὑπέστησαν καί ὑπέμειναν οἱ πατέρες καί οἱ μητέ­ρες μας πρίν ἀπό 100 χρόνια κατά τή Μικρασιατική καταστροφή καί τούς ὁποίους μνημονεύουμε σήμε­ρα, ἤ ὅποιος ἄλλος σταυρό, τόν ὁποῖο θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός, μποροῦ­με νά τόν σηκώσουμε μέ τή δύναμή του, μέ τή δύναμη τοῦ τιμίου Σταυ­ροῦ τοῦ Κυρίου μας, ὥστε νά ἐπα­να­λαμβάνουμε καί ἐμεῖς μαζί μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «Χριστῷ συνε­σταύρωμαι, ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».

 

 

ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ

 

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....