Αὐτό ἔχει καθιερώσει ἡ Ἐκκλησία μας καί αὐτό στοιχεῖ ἀπόλυτα μέ τήν
πραγματικότητα. Ὅτι δηλαδή ὁ ὁμολογιακός θάνατος γιά τόν Θεό καί
προπάντων ὁ μαρτυρικός ἀποτελεῖ «σπονδή», θυσία, πρός τόν ἴδιο τόν Θεό.
Γράφει χαρακτηριστικά τό 112 μ.Χ. ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καί καλεῖ
τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης, καθοδόν πρός τό μαρτύριό του, οἱ ὁποῖοι
ὀργάνωσαν καί παρασκεύασαν τήν ἀπελευθέρωσή του: «Ἄφετέ με (ἀφῆστε
με) θηρίων εἶναι βοράν (τροφή)… Σῖτός εἰμι καί δι’ ὀδόντων θηρίων ἀλήθομαι,
ἵνα καθαρός ἄρτος εὑρεθῶ τοῦ Χριστοῦ». Γι’ αὐτό καί τούς προτρέπει: «Ἐάν
(καί πρέπει νά σιωπήσετε) λόγος (πανηγυρικός) καί ἠχώ γενήσομαι Θεοῦ».
Ὁπότε, γιά τό ἐπικείμενο μαρτύριό του, τούς συνιστᾶ νά στήσουν «χορόν
ἀγάπης» πρός τόν Θεό, «ὅτι τόν ἐπίσκοπον Συρίας (Ἀντιοχείας) ὁ Θεός
κατηξίωσεν εὑρεθῆναι (γιά νά μαρτυρήσει) εἰς δύσιν».
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ ἀπό τῶν πρώτων ἀρχαιοτάτων χρόνων
της νά πανηγυρίζομε μέ λατρευτικές καί ἄλλες ἐκδηλώσεις τήν ἐπέτειο τῆς
μνήμης τῶν μαρτύρων καί τῶν ἁγίων της.
Καί ἀκριβῶς σ’ αὐτή τήν ἁγία τάξη καί πράξη στοιχοῦμε καί κατά τήν
ἐπέτειο τῆς μνήμης τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ (29η Αὐγούστου) τοῦ Τιμίου
Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου μας Ἰωάννη. Μελωδοῦμε
χαρακτηριστικά, ἐπί τοῦ προκειμένου: «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων· σοί δέ
ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε. Ἀνεδείχθης γάρ ὄντως καί
προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ῥείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τόν
κηρυττόμενον…»· (τόν πολλά ἀναμενόμενο καί προφητευόμενο Μεσσία καί
Λυτρωτή). Καί στοιχεῖ καί ἐκφράζει ἀπόλυτα αὐτή ἡ μεστή ἀναφορά τοῦ
Ἀπολυτικίου πρός τόν Πρόδρομο Ἰωάννη στούς λόγους τοῦ Χριστοῦ, ὁ
ὁποῖος, χαρακτηριστικά, εἶπε γι’ αὐτόν: «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν
μείζων Ἰωάννου» (Ματθ. ια΄ 11). Καί σέ ἄλλη ἀναφορά του ὁ Κύριος θά
ὑποδείξει στούς μαθητές τοῦ Ἰωάννη: «Ἀλλά τί ἐξεληλύθατε ἰδεῖν; προφήτην;
Ναί, λέγω ὑμῖν, καί περισσότερον προφήτου» (Λουκ. ζ΄ 26).
Καί στό ἐρώτημα τῶν ἀπεσταλμένων, «ἱερέων καί λευιτῶν», τῶν ἀρχόντων
τῶν Ἰουδαίων, νά μάθουν ἀπό τόν Ἰωάννη: «Σύ τίς εἶ; (Αὐτός) ὡμολόγησε, καί
οὐκ ἠρνήσατο… ὅτι οὐκ εἰμί ἐγώ ὁ Χριστός… Tίς εἶ; (τόν ξαναρώτησαν), ἵνα
ἀπόκρισιν δῶμεν τοῖς πέμψασιν ἡμᾶς· τί λέγεις περί σεαυτοῦ; Ἔφη (τήν τοῦ
προφήτη Ἠσαΐα ρήση)· ἐγώ φωνή βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, εὐθύνατε τήν ὁδόν
Κυρίου» (Ἰω. α΄ 19-23). «Ἐγώ εἶμαι ἡ φωνή κάποιου, ὁ ὁποῖος φωνάζει
δυνατά μέσα στήν ἔρημο καί ἑτοιμάζει αὐτά, τά ὁποῖα πρόκειται νά
ἐπακολουθήσουν». Καί ποιά εἶναι τοῦτα, τά ὄντως μεγάλα καί θαυμαστά; Εἶναι
ὁ ἐρχομός καί ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀνθρώπου, στόν κόσμο, γιά νά σώσει
τόν κόσμο. Γι’ αὐτό καί τό κήρυγμα τοῦ Ἰωάννου εἶχε ὡς κεντρικό σημεῖο
ἀναφορᾶς του: «Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. γ΄
2). Καί τό βάπτισμά του, τό ὁποῖον ἐπιτελοῦσε στούς ἀνθρώπους, λεγόταν
«βάπτισμα μετανοίας» καί τό ὁποῖο ἀναφερόταν, ὄχι μόνο στούς Ἰσραηλίτες,
ἀλλά σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, προκειμένου, ἀνεξαίρετα καί ἀδιάκριτα, νά
δεῖ «πᾶσα σάρξ τό σωτήριον τοῦ Θεοῦ» (Ἠσ. 40, 5· Λουκ. γ΄ 6).
Δίκαια, λοιπόν, ἀπονεμήθηκε στόν Ἰωάννη τό ὄνομα καί τό προνόμιο τοῦ
«Προδρόμου». Καί αὐτό φάνηκε στό γεγονός, ὅτι οἱ πλεῖστοι ἐκ τῶν Μαθητῶν
τοῦ Χριστοῦ θήτευσαν προηγουμένως καί προετοιμάσθηκαν γιά τήν
ἀποστολική κλήση καί πορεία τους ἀπό τόν Βαπτιστή. Γι’ αὐτό καί στήν
ἀπορία καί ἐπερώτηση πολλῶν, ἄν ὁ Ἰωάννης εἶναι ὁ Χριστός, αὐτός μέ
πολλή ταπείνωση καί συστολή ἀπαντοῦσε: «Οὐκ εἰμί ἐγώ ὁ Χριστός, ἀλλ’ ὅτι
ἀπεσταλμένος εἰμί ἔμπροσθεν ἐκείνου» (Ἰω. γ΄ 98). Καί μάλιστα τόνιζε μέ
ἔμφαση ὁ Ἰωάννης, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι «ὁ νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας» καί αὐτός
«ὁ φίλος τοῦ νυμφίου», ὁ ὁποῖος συνέβαλε στούς γάμους τοῦ Νυμφίου μέ τήν
Ἐκκλησία. Καί τώρα, βλέποντας τό συνοικέσιο νά πραγματοποιεῖται, εἶναι
πασίχαρος· «χαρᾷ χαίρει» (Ἰω. γ΄ 29). Καί θά διαλαλήσει ὁ Ἰωάννης, ὅτι «αὕτη
οὖν ἡ χαρά ἡ ἐμή (τώρα) πεπλήρωται» (Ἰω. γ΄ 29). Γι’ αὐτό καί «ἐγώ
ἀποχωρῶ, ἀφοῦ το ἔργο μου τό ἔχω τελειώσει», ὁπότε «ἐκεῖνον (τόν Χριστό
πλέον) δεῖ αὐξάνειν, ἐμέ δέ ἐλαττοῦσθαι» (Ἰω. γ΄ 30).
Καί εἶναι γνωστό, ὅτι ὁ Ἰωάννης φυλακίσθηκε, γιατί ἔλεγχε τόν Ἡρώδη, ὅτι
«οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τήν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου… (Καί ἡ Ἡρωδιάδα)
ἐνεῖχεν αὐτῷ (τοῦ κρατοῦσε μίσος) καί ἤθελεν αὐτόν ἀποκτεῖναι» (Μάρκ. στ΄
18-19). Ὁπότε τῆς δόθηκε ἡ εὐκαιρία στά γενέθλια τοῦ Ἡρώδη, ὅπου, κατά τό
δεῖπνο, καί ἐν μέσῳ προσκεκλημένων ἀρχόντων, πολιτικῶν καί
θρησκευτικῶν, ἡ θυγατέρα της «ᾠρχήσατο… καί ᾔρεσε τῷ Ἡρώδῃ» (Ματθ. ιδ΄
6)· ὁπότε καί τῆς ἔταξε νά τῆς δώσει, «ὅ ἐάν αἰτήσηται» (Ματθ. ιδ΄ 7). Καί
αὐτή, μέ τή συμβουλή τῆς μητέρας της, «ὡς κακοῦ κόρακος κακόν ὠόν»,
ζήτησε «ἐπί πίνακι τήν κεφαλήν Ἰωάννου» (Ματθ. ιδ΄ 8). Καί ἠνέχθη ἡ κεφαλή
αὐτοῦ ἐπί πίνακι καί ἐδόθη τῷ κορασίῳ, καί ἤνεγκε τῇ μητρί αὐτῆς» (Ματθ. ιδ΄
11). Τί φοβερό!
Ὡστόσο, τά γεγονότα δέν μένουν ὥς ἐδῶ. Γιατί ὁ Ἰωάννης, κατά τό
Ἀπολυτίκιό του, τό ὁποῖο ἐκφράζει καί διερμηνεύει τήν πίστη καί παράδοση
τῆς Ἐκκλησίας, χωρεῖ στό δεύτερο καί ἐξίσου θεοφιλές ἔργο τῆς ἀποστολῆς
του. Καί ποιό εἶναι τοῦτο; Εὔγλωττα καί μέ πολλή σαφήνεια τό διαλαλεῖ
μελωδικά ἡ Ἐκκλησία μας. Πῶς; «Τίμιε Πρόδρομε, ἀφοῦ ἄθλησες γιά τήν
ἀλήθεια καί στεφανώθηκες, μέ τό μαρτύριό σου, τώρα, ἔμπλεος χαρᾶς
προχωρεῖς στόν κόσμο τῶν ‘‘ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένων’’, γιά νά εὐαγγελισθεῖς
στίς ἐκεῖ κατεχόμενες στόν ἅδη ψυχές τόν σαρκωμένο καί ἐνανθρωπήσαντα
Θεό Λόγο, τόν Σωτήρα Χριστό· ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔκλινε οὐρανούς, ἦλθε στόν
κόσμο, γιά νά σώσει διαχρονικά, ἐπισκεπτόμενος, ὅλους τούς ἀνθρώπους,
ἀπό τοῦ Ἀδάμ μέχρι τή συντέλεια τῶν αἰώνων»!
Πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ, λοιπόν, ὁ Ἰωάννης στόν παρόντα κόσμο, ἀλλά
καί πάλιν πρόδρομος τοῦ Χριστοῦ στήν ἄλλη, τή μετά θάνατο ζωή! Γι’ αὐτό καί
ἡ μνήμη του, ὄντως, πρέπει νά συνοδεύεται «μετ’ ἐγκωμίων».
ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ