Μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Νυμφίου

Μακαριστού π. Θεοφίλου Ζησοπούλου

Εἰσερχόμαστε στήν πιό κρίσιμη φάση τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα μας. Σ’ αὐτόν τόν ἀγῶνα στόχευε ἡ ἔναρξη τοῦ Τριωδίου καί ἡ εἴσοδός μας στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πρόκειται γιά τή Μεγάλη Ἑβδομάδα, τήν ἑβδομάδα πού ξεχωρίζει ἀπό ὅλες τίς ἄλλες ἑβδομάδες τοῦ χρόνου. Ἄν μπορούσαμε νά τήν χαρακτηρίσουμε, θά λέγαμε ὅτι ἡ ἑβδομάδα αὐτή εἶναι μιά λευκή ἑβδομάδα, μιά καθαρή ἑβδομάδα, μιά ἁγία ἑβδομάδα, κατά τήν ὁποία δέν ἐπιτρέπεται νά διαπράξουμε τό ἀνόμημα, τήν ἁμαρτία.

Γιατί; Τίς ἄλλες πενήντα μία ἑβδομάδες μᾶς ἐπιτρέπεται νά ἁμαρτάνουμε; Ὄχι, δέν ἐπιτρέπεται καί τίς ἄλλες ἑβδομάδες νά ἁμαρτάνουμε. Ἀλλά τήν Ἑβδομάδα αὐτή, τήν Ἁγία καί Μεγάλη, ἔχουμε μπροστά μας τά σεπτά Πάθη τοῦ Κυρίου. Καί ὅταν ἀντικρύζουμε τόν παθόντα Κύριο, τόν πάσχοντα Κύριο, δέν ἔχουμε κανένα δικαίωμα νά ἁμαρτή­σουμε.

Ποιός μπορεῖ νά βλέπει τήν εἰκόνα τοῦ Νυμφίου καί νά μή συγκλονίζεται; Ποιός μπορεῖ νά βλέπει τόν Χριστό μας μέ τό ἀκάνθινο στεφάνι, μέ τήν κόκκινη χλαμύδα, μέ τό καλαμένιο σκῆπτρο τῆς ἐξουσίας, μέ δεμένα τά χέρια, καί νά μήν συγκλονίζεται; Ποιός μπορεῖ νά στέκεται μπροστά σ’ αὐτή τήν εἰκόνα καί νά τολμᾶ νά παραβιάζει τόν νόμο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Γιατί, ἁμαρτία εἶναι ἡ παράβαση τοῦ νόμου καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ὀδύνη τοῦ Νυμφίου

Ἄν τολμούσαμε νά ρωτήσουμε: «Γιατί, Κύριε, φορᾶς ἀκάνθινο στεφάνι;», θά μᾶς ἀπαντοῦσε: «Δέν τό φόρεσα μόνος μου. Μοῦ τό φόρεσες ἐσύ καί μοῦ τό φορᾶς ἀκόμη, ὅταν μέ τόν νοῦ καί μέ τή διάνοια ἁμαρτάνεις». Ὅταν φιλοξενοῦμε στή σκέψη μας κακούς λογισμούς, ὅταν ὁ νοῦς μας καί ἡ διάνοια βυθίζεται στόν βόρβορο καί στή λάσπη τῆς ἁμαρτίας, πλέκουμε τό ἀκάνθινο στεφάνι τοῦ Χριστοῦ.

Πολύ δικαιολογημένα ὁ ἱερός ὑμνωδός λέει: ««Δεῦτε οὖν καί ἡμεῖς κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθῶμεν αὐτῷ» (Στιχ. ἰδιόμελο Αἴνων, Ὄρθρου Μ. Δευτέρας). Ἐλᾶτε ὅλοι μαζί, μέ καθαρή τή διάνοια, νά περπατήσουμε μαζί μέ τόν Χριστό.

Καί ἐάν τολμούσαμε ἀκόμη νά ρωτήσουμε τόν Κύριό μας, τόν Νυμφίο τῆς ψυχῆς μας, τόν Σωτῆρα καί Λυτρωτή τῆς καρδιᾶς μας: «Γιατί, Κύριε, στό πρόσωπό Σου τόση ἀγωνία; Γιατί τόσος πόνος; Γιατί τόση ὀδύνη; Γιατί τόση θλίψη;», θά μᾶς ἔλεγε πώς αὐτή τή θλίψη, τήν ὀδύνη καί τόν πόνο ἐμεῖς Τοῦ τά προσφέρουμε. Γιατί σηκώνει τόν δικό μας πόνο, τή δική μας θλίψη φέρει, τά δικά μας δάκρυα σπογγίζει καί τή δική μας ὀδύνη παίρνει ἀπό τήν ἁμαρτωλή κατάσταση, στήν ὁποία βρισκόμαστε.

Καί ἐάν τολμήσουμε ἀκόμη καί Τόν ρωτήσουμε: «Γιατί, Κύριε, φορᾶς τήν κόκκινη χλαμύδα;», θά μᾶς πεῖ: «Τό πορφυρό αὐτό ἔνδυμα εἶναι ποτισμένο μέ τά αἵματά μου». Τό δικό Του αἷμα εἶναι ἐκεῖνο πού πλένει τίς δικές μας καρδιές. Τό αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πορφυρώνει τόν χιτῶνα Του καί λευκαίνει τίς λερωμένες μας καρδιές. «Τό αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ… καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰω. α΄ 7).

Καί ἐάν ἀκόμα ρωτήσουμε: «Γιατί, Χριστέ, τά πανάχραντα χέρια Σου εἶναι δεμένα μέ τά σχοινιά; Ἐσύ φασκιώθηκες καί σπαργανώθηκες, γιά νά λύσεις τά δικά μας δεσμά». Αὐτός θά μᾶς ἀπαντήσει: «Παιδί μου, εἶναι οἱ δικές σου ἁμαρτίες, πού ἔδεσαν τά δικά μου χέρια. Τά ἀνομήματά σου ἔπλεξαν αὐτό τό καραβόσχοινο, πού δένει τά χέρια μου».

Ἀπό τίς ἀπαντήσεις πού παίρνουμε, νιώθουμε ποιός εἶναι ὁ Νυμφίος, πού ἀπόψε εὐλαβικά θά ἀσπασθοῦμε. Ἀντικρύζοντας τό θεϊκό πρόσωπό Του, θά ριγήσει τό κορμί μας, θά συγκλονισθεῖ ἡ καρδιά μας. Θά πάρουμε τίς ἀπαντήσεις καί θά συναισθανθοῦμε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας. Θά νιώσουμε τόν πραγματικό ἔνοχο, πού λέγεται: ἡ αὐτοῦ ἐξοχότης, ὁ ἑαυτός μας!

 

Ἁγία Ἑβδομάδα – ἁγία ζωή

Ἡ Ἑβδομάδα, πού καλούμαστε νά περπατήσουμε, εἶναι Ἁγία καί πρέπει νά τήν ἁγιάσουμε, εἶναι Μεγάλη καί πρέπει νά νιώσουμε τό μεγαλεῖο της. Ἡ Ἐκκλησία μας θά ζωντανέψει τά πλέον δραματικά γεγονότα, πού σημειώθηκαν ποτέ στόν πλανήτη μας αὐτό, ὅταν ὁ Χριστός μας ἦταν στή γῆ καί ἔδινε τή μάχη τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Ἁγία Ἑβδομάδα καί ἁγία ζωή, μέ καθαρή σκέψη καί καθαρό λογισμό. «Συμπορευθῶμεν αὐτῷ». Νά περπατήσουμε μαζί Του, ἰδιαιτέρως τίς ἡμέρες αὐτές.

Ἄν μπορούσαμε, ἄν ἦταν δυνατόν, ἄν τό θέλαμε, ἄν τό πιστεύαμε, ἄν μᾶς χαρίτωνε ὁ Θεός, αὐτή τήν Ἑβδομάδα νά μήν βγεῖ ἀπό τή σκέψη μας ὁ Νυμφίος, πού ἀπόψε μᾶς Τόν παρουσιάζει ἡ Ἐκκλησία. Νά μή φιλοξενήσουμε στό μυαλό μας ὁποιαδήποτε ἄλλη σκέψη καί ὁποιαδήποτε ἄλλη εἰκόνα. Νά μήν ἀσχοληθοῦμε μέ ὁποιοδήποτε γήινο πρόβλημα, ἐκτός ἀπό τό ἕνα καί μοναδικό πρόβλημα, τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς μας.

«Συμπορευθῶμεν» λοιπόν «κεκαθαρμέναις διανοίαις». Στή σκέψη μας, στόν νοῦ μας, στήν καρδιά μας, Αὐτός πού ἔρχεται «πρός τό ἑκούσιον πάθος», νά θυσιασθεῖ, νά λυτρώσει, νά ἐλευθερώσει, νά ἁγιάσει καί νά σώσει τήν ἁμαρτωλή καρδιά μας.

«Συμπορευθῶμεν τῷ Χριστῷ καί συσταυρωθῶμεν τῷ Χριστῷ». Ἡ ἀπόφασίς μας νά εἶναι ὄχι μοναχά νά συμπορευθοῦμε στό μαρτύριο μέ τόν Χριστό, ἀλλά καί νά συσταυρωθοῦμε μέ τόν Χριστό. Τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά νεκρώσουν τά δικά μας πάθη. Τά ἅγια καί σεπτά Πάθη τοῦ Χριστοῦ νά νεκρώσουν τόν ἁμαρτωλό ἑαυτό μας, τίς ἀδυναμίες καί τά ἐλαττώματά μας.

Ὁ Χριστός ἔπαθε ὑπέρ ἡμῶν, ὥστε ἐμεῖς νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας, τά ἐλαττώματά μας, τόν παλαιό ἄνθρωπο. Ἄς συσταυρωθοῦμε μέ τόν Χριστό γιά νά συναναστηθοῦμε μέ τόν Χριστό. Τότε ἡ ψυχή μας ἐπαξίως θά τιμᾶ τό πανάχραντο καί πανάγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου. Τότε ἡ ψυχή μας θά σκιρτᾶ καί θά ἀγάλλεται, ὅταν συντροφεύει καί συνοδεύει τόν πάσχοντα Κύριο. Τότε ἡ ψυχή μας θά φτερουγίζει σέ ἄλλους κόσμους, οὐράνιους κόσμους, ἀπ’ ὅπου θά γεύεται τό μεγαλεῖο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, θά γεύεται τή γλυκύτητα τῆς παραδείσιας ζωῆς, τῆς ὁποίας ἡ ἁμαρτία ἐστέρησε τόν ἄνθρωπο.

Καί μ’ αὐτές τίς σκέψεις καί μ’ αὐτή τήν ἀπόφαση νά προχωρήσουμε στήν παρακολούθηση καί στή συμμετοχή καί στή συμπόρευση καί στή συσταύρωση καί στή συνανάστασή μας μέ τόν Κύριό μας. Ἀμήν.

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....