Υπάρχει ένα σημείο στην πνευματική πορεία, όπου η επίγνωση της αμαρτίας, αντί να οδηγεί σε μετάνοια και θεραπεία, γίνεται αιχμαλωσία.
Όταν ο άνθρωπος καθηλώνει το βλέμμα του στην πτώση του και η σκέψη του περιστρέφεται αδιάκοπα γύρω από το τί είναι αμαρτία, πώς να την αποφύγει, μήπως αμάρτησε χωρίς να το καταλάβει και τα όμοια, τότε χάνει τον προσανατολισμό του.
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει με οξύτητα:
«Όποιος συγκεντρώνει τη συνείδησή του και τη γνώση στην αμαρτία, γι’ αυτόν ο Θεός είναι κάποιο τερατώδες, απειλητικό, εξωτερικό αντικείμενο.»
Η υπερβολική αυτή προσκόλληση στην αμαρτία δημιουργεί πνευματική στρέβλωση.
Δεν οδηγεί σε αληθινή μετάνοια, αλλά σε εσωστρέφεια, ενοχικότητα, φοβική ηθικολογία και —όχι σπάνια— σε κατάκριση των άλλων.
Ο άνθρωπος που εγκλωβίζεται σ’ αυτήν τη νοσηρή ενασχόληση, δυσκολεύεται να ανοιχθεί στο φως της Χάριτος και να θεραπευθεί.
Η Εκκλησία δεν μας καλεί να αναλύουμε αδιάκοπα την πτώση μας, αλλά να στρεφόμαστε με σφοδρή αγάπη προς το Πρόσωπο του γλυκύ Ιησού.
Μόνο όταν η καρδιά στραφεί προς Αυτόν, η μνήμη της πτώσης μεταμορφώνεται σε ευγνωμοσύνη για τη σωτηρία.
Και τότε ο Θεός δεν φαντάζει πια ως απειλή, αλλά αποκαλύπτεται ξανά ως φως, έλεος και παρηγοριά.
Με πατρικές ευχές,
π. Ανδρέας Γκατζέλης