Ο αρχαιολογικός χώρος της Ελληνιστικής νεκρόπολης του Σάτμπυ της Αλεξάνδρειας

H περιοχή του Σάτμπυ αποτελεί δίχως αμφιβολία τον διαχρονικό «πυρήνα» του ελληνικού στοιχείου στην Αλεξάνδρεια. Το ιστορικό Ελληνικό Τετράγωνο της Ελληνικής Κοινότητας, με τα ευαγή ιδρύματα, τα σχολεία, το Ελληνικό Γενικό Προξενείο και την Αθλητική Ένωση, αλλά και τα κοιμητήρια, ο συγκλονιστικός αυτός ιστός ταφικών μνημείων-αριστουργημάτων· όλα μαζί στοιχειοθετούν ένα ιδιόμορφο «ελληνο-τόπιο» μέσα στη σύγχρονη πόλη, αφιερωμένο στη Μνημοσύνη του Αλεξανδρινού Ελληνισμού. Η σχέση όμως του Σάτμπυ με τον ελληνισμό της Αλεξάνδρειας δεν αφορά μόνο το παρόν ή το πρόσφατο παρελθόν. Έχει βαθιές ρίζες που φτάνουν μέχρι την ίδρυση της πόλης, και στις πρώτες γενιές Αλεξανδρινών, στα χρόνια του Αλεξάνδρου και των πρώτων Πτολεμαίων!

Ίσως λίγοι σήμερα γνωρίζουν ότι μερικές εκατοντάδες μέτρα από το Ελληνικό Τετράγωνο, στα βόρεια των ελληνικών κοιμητηρίων, μπροστά από το Σχολείο του Αγίου Μάρκου, βρίσκεται ένας σημαντικός αρχαιολογικός χώρος 3500 τ.μ., μια «νεκρόπολη» (νεκροταφείο), τεκμήριο της ελληνικής παρουσίας Αλεξάνδρεια κατά τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Οι «κάτοικοι» της νεκρόπολης ανήκουν στις πρώτες γενιές Αλεξανδρινών ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων με καταγωγή από την Μακεδονία, την Θεσσαλία, την Αττική, τη Μικρά Ασία και την Κρήτη. Η χρήση του νεκροταφείου ξεκινά στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., δύο δεκαετίες περίπου μετά την ίδρυση της πόλης από τον Μέγα Αλέξανδρο το 331 π.Χ.

Το νεκροταφείο φιλοξενεί πλήθος ταφικών μνημείων τόσο στην επιφάνεια, όσο και υπογείως, όπου διαμορφώνονται εντυπωσιακά πολυ-θάλαμα ταφικά οικοδομήματα,  λαξευμένα στον φυσικό βράχο. Ο αρχιτεκτονικός διάκοσμος αντλεί έμπνευση από την ελληνική οικιστική και ναϊκή αρχιτεκτονική, ενώ προφανείς είναι οι κοινές αναφορές με τάφους της Μακεδονίας. Μάλιστα, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι νεκροί τοποθετούνται σε υπερμεγέθεις λίθινες σαρκοφάγους με μορφή κλίνης συμποσίου, ως ένδειξη υψηλού κοινωνικού στάτους.

Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το παρόν κείμενο προέρχονται από την επίσκεψη που πραγματοποίησε στον αρχαιολογικό χώρο του ελληνιστικού νεκροταφείου του Σάτμπυ, τη Μ.Τετάρτη, 13 Απριλίου, ο Έλληνας Γενικός Πρόξενος της Αλεξάνδρειας, κ. Αθανάσιος Β. Κοτσιώνης, συνοδευόμενος από την σύζυγό του και την μητέρα του. Πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη εκπροσώπου της Ελληνικής Πολιτείας που έγινε ποτέ στον μείζονα αυτό αρχαιολογικό χώρο. Η επίσκεψη έλαβε χώρα μετά από πρόσκληση της Καθηγήτριας, κ. Mona Haggag, προέδρου της Αρχαιολογικής Εταιρείας της Αλεξάνδρειας, και του Δρος Κυριάκου Σαββόπουλου της Σχολής Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, στα πλαίσια του αρχαιολογικού προγράμματος που λαμβάνει χώρα στο νεκροταφείο του Σάτμπυ από την Αρχαιολογική Εταιρία της Αλεξάνδρειας. Ασφαλώς η πρόσκληση προς στον Γενικό Πρόξενο υπήρξε κάθε άλλο παρά συγκυριακή. Ο κ. Κοτσιώνης είναι λάτρης της ιστορίας της Αλεξάνδρειας και σταθερός φίλος της Αρχαιολογικής Εταιρίας, υποστηρίζοντας συχνά με την παρουσία του τις δραστηριότητες της. Η επίσκεψή του λοιπόν στον χώρο ήταν φυσικό επακόλουθο του συστηματικού και ειλικρινούς ενδιαφέροντός του. Η φιλία του αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για την Αρχαιολογική Εταιρεία της Αλεξάνδρειας.

Ο κ. Κοτσιώνης είχε την ευκαιρία να περιηγηθεί στους υπόγειους ταφικούς θαλάμους του νεκροταφείου, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στα νέα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που αποκαλύφθηκαν το 2021, αλλά και στα έργα υποστήριξης και αναστήλωσης που λαμβάνουν χώρα μετά το πέρας της ανασκαφής. Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση των πιο σημαντικών ευρημάτων της εν εξελίξει ανασκαφής στο χώρο, από τον κ. Σαββόπουλο. Κατά κοινή ομολογία η εμπειρία υπήρξε μοναδική και ιδιαιτέρως ευχάριστη για όλους τους παραβρισκόμενους. Όσον αφορά την Αρχαιολογική Εταιρεία, η επίσκεψη αυτή (η μοναδική που επετράπη κατά την διάρκεια των εργασιών) και τα ομολογουμένως άκρως θετικά σχόλια των εξεχόντων επισκεπτών, προσέφεραν σημαντική ψυχολογική υποστήριξη στα στελέχη του προγράμματος, το οποίο μπαίνει πλέον στην τελική του φάση.

Δύο λόγια για τον αρχαιολογικό πρόγραμμα στο Ελληνιστικό Νεκροταφείο του Σάτμπυ

Η ελληνιστική νεκρόπολη του Σάτμπυ αποκαλύφθηκε κατά την διάρκεια των ανασκαφών  στην περιοχή του Ευαρίστο Μπρέτσια, 2ου Διευθυντή του Ελληνο-ρωμαϊκού Μουσείου της Αλεξάνδρειας (1904-1910). Η ανασκαφή του όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, λόγω των περιορισμένων μέσων της εποχής. Το νεκροταφείο παρ’ όλα αυτά διασώθηκε, και έκτοτε διατηρείται ως επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος. Δυστυχώς, παρά τη δεδομένη σπουδαιότητά του, ο αρχαιολογικός χώρος γνώρισε μια περίοδο διαρκούς υποβάθμισης στα χρόνια που ακολούθησαν, με την συνεχή εισροή υδάτων και λάσπης σε αυτόν. Η διαδικασία αυτή συνεχίστηκε καθ’ όλη την διάρκεια του 20ου αιώνα, μέχρι την ολική κάλυψη των υπόγειων χώρων από στρώμα λάσπης που σε ορισμένα σημεία ξεπερνούσε τα 2 μέτρα ύψος. Σημαντικές επίσης υπήρξαν οι φθορές στον ζωγραφικό και ανάγλυφο διάκοσμο, καθώς και στο λαξευτό οικοδόμημα στο σύνολό του.

Η πορεία προς τον τελικό αφανισμό να ανακόπτεται το 2020, όταν το ελληνιστικό νεκροταφείο του Σάτμπυ βρέθηκε στο επίκεντρο ενός σύνθετου αρχαιολογικού προγράμματος, οργανωμένο από την Αρχαιολογική Εταιρία της Αλεξάνδρειας (έτος ιδρύσεως 1892), υπό την άδεια του αιγυπτιακού Υπουργείου Αρχαιοτήτων και την χρηματοδότηση του Ιδρύματος Α.Γ. Λεβέντη. Από το 2020 μέχρι και σήμερα, στόχος του προγράμματος είναι: 1) η διάσωση των αρχαίων μνημείων, 2) η συντήρηση και, η κατά το δυνατόν, πληρέστερη αποκατάστασή τους, 3) η συνέχιση και ολοκλήρωση της ανασκαφής των ταφικών μνημείων που παρέμενε ημιτελής από το 1910, 4) η αναβάθμιση της εμπειρίας για τους επισκέπτες του χώρου και 4) η συστηματική αρχαιολογική μελέτη του νεκροταφείου, με την συμβολή των σύγχρονων τεχνολογικών μέσων.

Το πρόγραμμα λαμβάνει χώρα υπό την συν-διεύθυνση της καθηγήτριας Mona Haggag και του Δρος Κυριάκου Σαββόπουλου. Μείζονος επίσης σημασίας είναι η συμβολή των ειδικών του Ινστιτούτου Κύπρου, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Νικολάου Μπακιρτζή και του υπ. Διδάκτορος Αθανάσιου Κουτουπά, στην ψηφιακή Τεκμηρίωση του νεκροταφείου (δημιουργία τρισδιάστατου μοντέλου), καθώς και του Δρος Νικόλαου Δημάκη, επίκουρου καθηγητή Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών. Την αρχαιολογική αποστολή συμπληρώνουν Αιγύπτιοι και Έλληνες ακαδημαϊκοί ερευνητές από την Αλεξάνδρεια, την Αθήνα και την Οξφόρδη.

Το πρόγραμμα βρίσκεται πλέον στο τελικό στάδιο, έχοντας ήδη ολοκληρώσει μια σειρά από σημαντικές εργασίες: 1) περάτωση της ανασκαφής στους υπόγειους χώρους, κατά την οποία αποκαλύφθηκαν νέα, ιδιαιτέρως εντυπωσιακά, αρχιτεκτονικά τμήματα και πάνω από 300 ευρήματα, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπινων καταλοίπων, τεφροδόχων, ενεπίγραφων βωμών και πλήθος κεραμικής, 2) δημιουργία προστατευτικών τοιχωμάτων γύρω από τα υπόγεια μνημεία, καθώς και αποχετευτικού συστήματος, προστατεύοντας τις πολύτιμες αρχαιότητές από μελλοντικές φθορές, 3) ολοκλήρωση των εργασιών υποστήριξης και αναστήλωσης των επιβαρυμένων αρχαίων μνημείων. Επίσης, υπό εξέλιξη βρίσκεται 4) η πλήρης ανακαίνιση όλων των σύγχρονων οικοδομημάτων της αρχαιολογικής υπηρεσίας, και 5) η οικοδόμηση ενός μικρού Κέντρου Πληροφόρησης, του μοναδικού σε όλη την Αλεξάνδρεια, όπου θα προβάλλονται από ψηφιακά και έντυπα μέσα πληροφορίες για τον χώρο. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό της Αρχαιολογικής Εταιρείας,  ο αρχαιολογικός χώρος του Σάτμπυ θα παραδοθεί στο κοινό στην νέα ανανεωμένη του μορφή στα τέλη Οκτωβρίου. Για το γεγονός αυτό θα πραγματοποιηθούν εγκαίνια παράδοσης του χώρου, σε γιορτινό κλίμα, όπως αξίζει στην περίσταση.

Το αρχαιολογικό πρόγραμμα του Σάτμπυ αποτελεί για την Αρχαιολογική Εταιρία της Αλεξάνδρειας την απαρχή μιας νέας περιόδου συστηματικής έρευνας πεδίου, αλλά και μέριμνας για την πολιτιστική κληρονομία της πόλης. Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη οι προετοιμασίες για τα προγράμματα που θα ακολουθήσουν, στα πλαίσια πάντα της ελληνο-αιγυπτιακής συνεργασίας που εγκαθιδρύθηκε στο πρόγραμμα του Σάτμπυ. Η συνεργασία αυτή αποτελεί συνέχεια μιας ιδιαίτερης παράδοσης με βαθιές ρίζες. Η ιστορία της Αρχαιολογικής Εταιρίας  της Αλεξάνδρειας, ειδικά στις απαρχές (1892-1900), υπήρξε άμεσα συνυφασμένη με την ευρύτερη συμβολή Ελλήνων Αλεξανδρινών, όπως του Αμβρόσιου Ράλλη και του Γεωργίου Γούσιου, πρώτου Πρόεδρου και πρώτου Γενικού Γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρίας αντίστοιχα. Επίσης, μέλη της Αρχαιολογικής Εταιρίας υπήρξαν πολλοί Έλληνες Αλεξανδρινοί, συμπεριλαμβανομένων των Αντωνιάδη, Μπενάκη, Σαλβάγου, Γλυμενόπουλου, Συναδινού, Μεγάλων Δωρητών του Ελληνορωμαϊκού Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Πλέον ο 21ος αιώνας σηματοδοτεί την όλο και πιο συστηματική παρουσία Ελλήνων πανεπιστημιακών στην Αλεξάνδρεια, οδηγώντας νομοτελειακά στην ανάπτυξη ενός νέου ελληνικού βραχίονα με θεσμική υπόσταση, μέσα από τον κορμό της «υπεραιωνόβιας» Αρχαιολογικής Εταιρείας της Αλεξάνδρειας.

Επιθυμία της Αρχαιολογικής Εταιρείας είναι να υποδεχθεί στο αρχαιολογικό χώρο του Σάτμπυ εκπροσώπους της Ελληνική Κοινότητας της Αλεξάνδρειας και των υπόλοιπων ελληνικών παροικιακών φορέων, καθώς και τους μαθητές των Ελληνικών σχολείων. Δεν χωρά αμφιβολία ότι και αυτή η εμπειρία θα είναι εξίσου συναρπαστική, καθώς οι σύγχρονοι  Έλληνες Αλεξανδρινοί θα έχουν την μοναδική ευκαιρία να «γνωριστούν» με τους αρχαίους συμπολίτες τους· αυτούς που «εκτίσαν» την Μεγάλη Πόλη της Αλεξάνδρειας. Η πρόσκληση παραμένει πάντα ανοικτή.

Πηγή: ekalexandria.org

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....