Οικουμενικός Πατριάρχης: Κυματοθραύστης ο ακατάβλητος

αρχιμ. Μιχαήλ Χαρ. Σταθάκη

Γραμματεύς του Πατριάρχου…

Πριν το Πάσχα (28 Μαρτίου) του 1182 καταφθάνει από την Κωνσταντινούπολη στον Πειραιά ο νέος ποιμενάρχης των Αθηνών, ο οποίος είχε επωμισθεί ακουσίως έναν ρόλο που δεν θα φανταζόταν ποτέ…

Στον άγιο Μιχαήλ τον Χωνιάτη έλαχε ο κλήρος να πλοηγήσει την Αργώ της Αττικής Εκκλησίας και του λαού της έως τις Συμπληγάδες Πέτρες και να εκπαιδεύσει το πλήρωμα της αρμάδας ώστε να διαφύγει τον κίνδυνο και να καταπλεύσει στην γη όπου θησαυρίζεται το χρυσούν δέρας.

Ο άγιος Μιχαήλ υπήρξε ο τελευταίος βυζαντινός πολίτης και αξιωματούχος της Αττικής και ο θαρραλέος καπετάνιος αυτού του σκάφους. Είκοσι τρία περίπου χρόνια μετά την ενθρόνισή του η Αττική αλώθηκε από τους Φράγκους και έκτοτε δεν γνώρισε ξανά την ελευθερία έως το 1821. Ο ιεράρχης έδωσε τις τελευταίες παρακαταθήκες ώστε ο λαός να αντισταθεί στα επόμενα εξακόσια δέκα επτά έτη δουλείας που ακολούθησαν.

Ο νέος λοιπόν ποιμενάρχης από τον Πειραιά ανέρχεται τις βαθμίδες του Ιερού Βράχου των Αθηνών επευφημούμενος από τους «εἰς ὑπερβολήν φιλοποίμενες» κατοίκους του κλεινού άστεως, ώστε να ενθρονιστεί στον καθεδρικό ναό τον αφιερωμένο στην αειπάρθενο και φωτοδόχο Παρθένο Μαρία, τον Παρθενώνα!

Ο νέος Μητροπολίτης των Αθηνών αναλαμβάνει τα νέα καθήκοντά του ερχόμενος από την Βασιλίδα των Πόλεων, όπου και κατείχε την νευραλγική θέση του Γραμματέως του Πατριάρχου. Στον επισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως βρισκόταν ο Θεοδόσιος Α΄ ο Βορραδιώτης με τον οποίο ο άγιος Μιχαήλ συνδεόταν με βαθιά πνευματική φιλία. Στις επιστολές που ανταλλάσσουν οι δύο άνδρες διαφαίνεται ο σεβασμός του αγίου Μιχαήλ προς το πρόσωπο του Πατριάρχου, καθώς υπήρξε ο ευεργέτης του και εκείνος που τον εισήγαγε στο της ιεροσύνης μέγα αξίωμα.

Στον ενθρονιστήριο λόγο του ο Χωνιάτης μας περιγράφει τις περιστάσεις που αντιμετώπισε ο ίδιος δίπλα στον Πατριάρχη, αλλά και με ποιόν τρόπο και ήθος ο τελευταίος διαχειρίστηκε πολύ δύσκολες καταστάσεις.

Πριν δούμε τι αναφέρει ο Χωνιάτης ας θυμηθούμε λίγο το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δρα και αντιδρά ο Πατριάρχης Θεοδόσιος, ο οποίος ήταν Αρμενικής ή Συριακής καταγωγής, έγινε μοναχός στη Μονή Βορραδίου στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου και εκλέχθηκε πατριάρχης το 1178. Η θητεία του στον πατριαρχικό θρόνο διήρκεσε ως το 1183. Την εποχή αυτή ο Θεοδόσιος χρειάστηκε να χειριστεί τις επιπλοκές που δημιουργούσε η πολιτική αστάθεια που δημιούργησε ο θάνατος του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1180) και η άνοδος στο θρόνο του ανήλικου διαδόχου του, Αλεξίου Β΄ Κομνηνού (1180-1183). Παρά το γεγονός ότι, ως λόγιος και ευσεβής μοναχός, ο Θεοδόσιος κέρδισε την αγάπη του πλήθους της Κωνσταντινούπολης, δεν κατόρθωσε να εμποδίσει τα γεγονότα.

Ο Θεοδόσιος συγκρούστηκε με τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ Κομνηνό όταν αυτός θέλησε να καταργήσει το ανάθεμα κατά του Μωάμεθ κατά τον προσηλυτισμό των Μουσουλμάνων, αλλά συμβιβάστηκε μαζί του τον Μάιο του 1180. Νιώθοντας ότι το τέλος του ήταν κοντά, ο αυτοκράτορας τον διόρισε στο συμβούλιο της αντιβασιλείας του ανήλικου Αλεξίου Β΄. Ο πατριάρχης Θεοδόσιος παρείχε άσυλο στην κόρη του Μανουήλ Α΄, Μαρία Κομνηνή, και στον σύζυγό της, Rennier του Montferrat, και σε πολλά ακόμα μέλη της αριστοκρατίας που αναμείχθηκαν σε συνωμοσία κατά του πρωτοσεβαστού Αλεξίου Κομνηνού το 1181. Με την υποστήριξή του και τη δραστηριότητα της Μαρίας της πορφυρογέννητης το άσυλο μετατράπηκε σε γενικότερη εξέγερση που διήρκεσε περίπου τρεις μήνες και ο πατριάρχης χρειάστηκε να αποτρέψει το στρατό από την παραβίαση του ασύλου, τελικά όμως μεσολάβησε στην αυτοκράτειρα, Μαρία της Αντιοχείας, προκειμένου να λήξει η εξέγερση. Επιδιώκοντας την έξωσή του από το πατριαρχείο ο πρωτοσεβαστός Αλέξιος τον κατηγόρησε για υπόθαλψη της εξέγερσης και πέτυχε την προσωρινή απομάκρυνσή του στη μονή Τερεβίνθου και στη συνέχεια στη μονή Χριστού Παντεπόπτου. Πριν το τέλος του χρόνου ωστόσο, υπό την πίεση της κοινής γνώμης αλλά και της αριστοκρατίας ο Θεοδόσιος αποκαταστάθηκε στον πατριαρχικό θρόνο, μάλιστα κατά τον Χωνιάτη η επιστροφή του στο πατριαρχείο διήρκεσε μία ολόκληρη μέρα εξαιτίας του ενθουσιασμού του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί για την υποδοχή του.

Η εξουδετέρωση του πρωτοσεβαστού Αλεξίου το 1182, η σφαγή των Λατίνων της Κωνσταντινούπολης από τον εξεγερμένο όχλο (Απρίλιος 1182) και η προσχώρηση πολλών αριστοκρατών στην παράταξη του Ανδρονίκου Κομνηνού ανάγκασαν τον πατριάρχη να δώσει την έγκρισή του για την είσοδό του στην Βασιλεύουσα, ως εγγυητή της ομαλότητας. Μάλιστα ο Θεοδόσιος κατά παρότρυνση του νέου επικυριάρχου έστεψε εκ νέου αυτοκράτορα τον Αλέξιο Β΄ στις 16 Μαΐου 1182. Ο πατριάρχης ωστόσο δεν εμπιστευόταν καθόλου τον Ανδρόνικο Κομνηνό. Αντιστρόφως, ο Ανδρόνικος Κομνηνός αντιλαμβανόταν πως ο πατριάρχης, απολαμβάνοντας την αγάπη του πλήθους της Κωνσταντινούπολης, αποτελούσε ένα από τα εμπόδια που έπρεπε να εξουδετερώσει προκειμένου να ανέβει ο ίδιος στο θρόνο της αυτοκρατορίας. Έτσι, μετά τη δολοφονία της Μαρίας της πορφυρογέννητης και της αυτοκράτειρας Μαρίας της Αντιοχείας, ο Θεοδόσιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τον πατριαρχικό θρόνο όταν αντιλήφθηκε ότι έχασε την υποστήριξη της συνόδου με αφορμή το ζήτημα του γάμου του νόθου γιου του Μανουήλ Α΄, Αλεξίου, με την νόθα κόρη του Ανδρονίκου, Ειρήνη, η οποία ήταν εγγονή του αδελφού του από ετών αποθανόντος αυτοκράτορα. Η παραίτηση του πατριάρχη άνοιξε το δρόμο για την άνοδο στο θρόνο του Ανδρονίκου Α΄ Κομνηνού και για την δολοφονία του Αλεξίου Β΄ (φθινόπωρο 1183).

(C. Brand, Byzantium Confronts the West, 1180-1204, Cambridge Mass. 1968, 25, 29, 35-37, 41, 43-44, 48. The Oxford Dictionary of Byzantium, ed. A. Kazhdan, New York – Oxford 1991, 2052. M. Angold, Church and Society under the Comneni, 1081-1261, Cambridge 1995, 116-120. http://byzmettyhes.gr/%CE%B4%CE%B5%CE%B4%CE%BF%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%B1-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CE%BF%CF%85/%CE%98%CE%B5%CE%BF%CE%B4%CF%8C%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%91%CE%84-%CE%92%CE%BF%CF%81%CF%81%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%AC%CF%81%CF%87%CE%B7%CF%82 22.01.2022).

Παραθέτουμε απόσπασμα στα νέα ελληνικά από το πόνημα του Δρ. Βυζαντινής Ιστορίας κ. Ζήση Αϊναλή «ΜΙΧΑΗΛ ΧΩΝΙΑΤΟΥ. ΕΙΣΒΑΤΗΡΙΟΣ ΟΤΕ ΠΡΩΤΟΝ ΤΑΙΣ ΑΘΗΝΑΙΣ ΕΠΕΣΤΗ. Εισαγωγή – Μετάφραση- Σημειώσεις» το οποίο βρίσκεται προς έκδοσιν από την Ενορία του Ιερού Ναού Αγ. Γεωργίου Νέου Ψυχικού:

«…9. Υπήρξα ήδη από τα πρώτα εφηβικά μου χρόνια της γνώσης εραστής θερμός και για χάρη της ξενιτεύτηκα και, καθώς ο μακάριος Ιακώβ, πολλά έπαθα στους ξένους τόπους και πλήθος πίκρες γεύτηκα και πάντα με κρατούσε η επιθυμία να μην αποτύχω στα παιδικά μου όνειρα· και για να κατακτήσω το τόσο ποθητό μου κάλλος, για να επιτύχω την ομορφιά και να τη συναρμόσω εντέλει πάνω μου, πολλά κατέβαλλα πολύτιμα αντίτιμα. 10. Μόλις όμως, αποσπώντας με απ’ τα βιβλία, με προσέλαβε ο πρώτος ποιμενάρχης, καθώς ο Πέτρος τον Κλήμεντα και τον Τιμόθεο ο Παύλος, βρέθηκα στην ανάγκη ν’ αντιμετωπίσω αμέτρητους κινδύνους τους οποίους και δεν χρειάζεται να απαριθμήσω. Εννοώ τους κινδύνους ακριβώς που εκείνος υπέρ της Εκκλησίας υφίστατο, κάτι για το οποίο βέβαια εκείνος είχε εκλεγεί απ’ το Θεό ώστε να μπορεί, σαν έτοιμος από καιρό, να ταχθεί της αληθείας πρόμαχος και του δικαίου σύμμαχος, δίπλα σε αυτόν όμως κι εγώ ο ίδιος, όπως ήταν φυσικό, χτυπήθηκα απ’ τη σφοδρή θαλασσοταραχή όντας πλοιάριο μικρό ρυμουλκούμενο από μεγάλο που ναυαγούσε σκάφος. 11. Εκείνος στάθηκε πάντοτε ο κυματοθραύστης ο ακατάβλητος τον οποίον ουδέποτε κατόρθωσαν να προσπελάσουν οι παντός είδους άνεμοι, πάνω στον οποίον ψυχορραγούσαν το ένα μετά το άλλο τα οργισμένα κύματα. Πλην όμως, ούτε κι εγώ ο ίδιος κατόρθωσα να παραμείνω τελικά αλώβητος από την πλημμυρίδα, αλλά καθώς στεκόμουν στον κυματοθραύστη, κατακλύσθηκα κι εγώ στο τέλος απ’ τα ορμητικά νερά. Εκείνος στάθηκε πάντοτε ο ποιμένας ο καλός φυλώντας άγρυπνος σκοπιά μέσα στη νύχτα προσφέροντας και την ψυχή του ακόμη για τη σωτηρία του ποιμνίου του. Πλην, όμως, κι εγώ ο ίδιος δεν ροχάλιζα ξαπλωμένος φαρδιά πλατειά, μόνο επαγρυπνούσα ετοιμοπόλεμος, καθώς θα έκανε κάποιο κουτάβι ράτσας, παροτρύνοντας τον ποιμένα του γαβγίζοντας με θέρμη ενάντια στους εχθρούς του. Συνεπώς ούτε έτυχα κάποιας τύχης προσβλητικής όσο βρισκόμουν στην πόλη του Κωνσταντίνου ούτε και καταπιάστηκα με ζητήματα όλως διόλου ασήμαντα. Αντίθετα, θα τολμούσα να ισχυριστώ πως οι δικές μας υποθέσεις απασχολούσαν περισσότερο τον κόσμο από όσο οι υποθέσεις της ιδιωτικής ζωής του καθενός…»

(Σπυρίδων Λάμπρος, Μιχαήλ Ακομινάτου του Χωνιάτου – Τα Σωζόμενα, τόμος Α΄, Αθήνα, 1880, σ. 93-106)

 

πηγη Φως Φαναρίου 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....