Το μήνυμα της Κυριακής από την Μητρόπολη Σάμου

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Τό τρίτο κατά σειράν τροπάριο, ἀπό αὐτά πού ψάλλονται μετά τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο στή διάρκεια τοῦ Ἀναστασίμου Ὄρθρου τῶν Κυριακῶν τοῦ Τριωδίου, εἶναι σαφῶς ἐπηρεασμένο ἀπό τήν συημερινή Εὐαγγελική περικοπή. Ἀφορᾶ στήν κρίση τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί ἔχει ὡς ἐξῆς: «Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, ἐννοῶν ὁ τάλας, τρέμω τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς κρίσεως· ἀλλὰ θαρρῶν εἰς τὸ ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας σου, ὡς ὁ Δαυῒδ βοῶ σοι· Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.»

Δηλαδή: Φέρνοντας ὁ ταλαίπωρος στό νοῦ μου τά πλήθη τῶν ἁμαρτιῶν πού διέπραξα, τρέμω ἀπό τόν φόβο μου γιά τήν στιγμή, κατά τήν ὁποία θά πρέπει νά δώσω λόγο γι’ αὐτές στό κριτήριο τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀλλά παίρνω θάρρος ἀπό τό σπλαχνικό σου ἔλεος καί ὅπως ὁ Δαβίδ φωνάζω, Θεέ μου ἐλέησέ με κι ἐμένα σύμφωνα μέ τό μεγάλο σου ἔλεος.

Ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία μᾶς μίλησε γιά ταπεινή προσευχή τοῦ Τελώνου κι ἀφοῦ μᾶς ἔδειξε τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού περιμένει τήν ἐπιστροφή μας μέσα ἀπό τήν στάση τοῦ σπλαγχνικοῦ Πατέρα τῆς παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου, σήμερα μᾶς θέτει ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας ἔναντι αὐτῆς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Ἀναγγέλλει μέ βεβαιότητα τήν Δευτέρα ἐπί γῆς Παρουσία τοῦ Κυρίου μας καί τήν τελική Κρίση, καθώς θά σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ ἐνδόξου θρόνου Του. Τότε, καθώς ὁμολογοῦμε καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως οἱ νεκροί θά ἀναστηθοῦν, καί ὅσοι ζοῦν μέχρι τότε θά ἀλλαγοῦν στήν ἴδια κατάσταση μέ τούς ἀναστημένους νεκρούς καί ὅλοι μαζί θά ἁρπαχθοῦμε μέσα σέ νεφέλες γιά νά συναντηθοῦμε μέ τόν Κύριο στόν ἀέρα, ὅπως χαρακτηριστικά ἐπισημαίνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό 4ο κεφάλαιο τῆς Α΄πρός Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολῆς του.

Ἡ βεβαιότητα τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου ἀποδεικνύεται μέ εὐχέρεια τόσο ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ὅσο καί ἀπό τή ζωή τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, ὅπου βιώνεται ὄχι ὡς κάτι ἁπλῶς ἱστορικά αναμενόμενο, ἀλλά ὡς «γεγονός», ὅπως καί ἡ πρώτη.

Ἡ πρώτη παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ταπεινή καί ἦρθε γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος. Ἡ δεύτερη θά εἶναι ἔνδοξη καί θά ἔρθει γιά νά κρίνει τόν κόσμο. Μᾶς διαβεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στό σημερινό Εὐαγγέλιο. Τό ἀνήγγειλαν οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά Διαθήκη, τό διαλάλησαν οἱ Ἄγγελοι κατά τήν θεία Ἀνάληψη, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι στά κηρύγματά τους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό ἐπισημαίνει, στούς Ἀθηναίους, ὅπως μαρτυροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καί οἱ ἐπιστολές του: ἡ A΄ πρός τούς Κορινθίους (κεφ. ιε΄) καί ἡ Α΄πρός τούς Θεσσαλονικεῖς (κεφ. δ΄). Ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τήν κοινή ἀνάσταση ὅλων κατά τήν Δευτέρα Παρουσία καί τήν καθολική κρίση, δόγματα τῆς πίστεώς μας, πού καθιστοῦν τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας «καινή διδαχή» (Βλ. Πραξ. ιζ, 19).

Κατά τήν Δευτέρα Παρουσία, ὅπως ὁμολογοῦμε καί στά δύο τελευταῖα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» θά ἀναστηθοῦν τά νεκρά σώματα τῶν κεκοιμημένων καί θά εἰσέλθουν σ’ αὐτά οἱ ζῶσες ψυχές τους, πού βρίσκονται σέ κατάσταση ἀναμονῆς καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θα σταθοῦμε μπροστά στόν Χριστό, γιά νά μᾶς κρίνει. (Ἄς σημειώσουμε ἐπ’ εὐκαιρίᾳ, ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα σημαντικό ἐπιχείρημα ἐναντίον τῆς θεωρίας τῆς μετενσάρκωσης ἤ μετεμψύχωσης, πού διδάσκουν κάποια ἀνατολικά θρησκεύματα.)

Σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη παράδοσή μας ἀκόμη κι ὁ Ἐξάψαλμος ἐπέχει συμβολικά θέση τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Προεικονίζει, ὅπως λέγεται, τόν χρόνο τής Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια τῆς ὁποίας με φόβο και τρόμο θα ἀναμένουμε την τελική κρίση Του για ἐμᾶς. Γιά τόν λόγο αὐτό, ὅταν διαβάζεται ὁ ἐξάψαλμος, εἴμαστε ἀκινητοποιημένοι μέσα στόν Ναό, ὄρθιοι σέ στάση παρακλητικῆς δέησης, ἀναλογιζόμενοι ἐκείνη τήν φοβερή στιγμή. Γι’ αὐτό καί ἀμέσως μετά τόν Ἐξάψαλμο, ἀκολουθεῖ τό: «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν» μέ τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε τήν πρώτη ἐπί γῆς παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἕπεται συναπτόμενο τό «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» μέ τό ὁποῖο ὁμολογοῦμε μέ ἀνέγκλητη βεβαιότητα τήν Δεύτερη ἐπί γῆς παρουσία Του.

Ἄλλη μία ἐμπειρική διαπίστωση τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τήν Δευτέρα Παρουσία εἶναι, ὅταν στή διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ὁ Ἱερέας πρίν ἐκφωνήσει «Τά σά ἐκ τῶν σῶν…», λέει: «Ἔχοντας θυμηθεῖ λοιπόν αὐτῆς τῆς σωτήριας ἐντολῆς (ἐννοώντας τήν ἐντολή γιά τήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας) καί ὅλων ὅσα ἔγιναν γιά χάρη μας, τά ὁποῖα εἶναι ὁ σταυρός, ὁ τάφος, ἡ τριήμερη ἀνάσταση, ἡ ἀνάληψη στούς οὐρανούς, ἡ καθέδρα στά δεξιά του Πατέρα, ἡ δεύτερη καί ἔνδοξη πάλι παρουσία…», θεωρώντας τήν Δευτέρα Παρουσία τόσο βέβαιη, ὡς ἤδη ἐν δυνάμει γεγενημένη, δηλαδή σάν νά ἔχει ἤδη γίνει.

Ὁ Χριστός ὡς κριτήριο δέν θέτει κάτι δύσκολο ἤ ἀκατόρθωτο, ἀλλά κάτι ἁπλό καί ταπεινό, πού μπορεῖ κάθε ἄνθρωπος νά κάνει.  Θέτει τήν ἔμπρακτη ἀγάπη μας, ὡς ἀπόρροια τῆς πίστης μας καί τῆς ἐμπιστοσύνης μας σ’ Ἐκεῖνον καί τήν πρόνοιά Του.

Ὅταν περισσεύει ἀπό τό τραπέζι μας ἕνα κομμάτι ψωμί γιά τόν πεινασμένο, ἕνα ποτήρι νερό γιά τόν περαστικό καί ἀπό τήν καρδιά μας ἕνας ζεστός λόγος γιά τόν λυπημένο, μία συμπαράσταση γιά τόν φυλακισμένο, μία φροντίδα γιά τόν ἐμπερίστατο, μία ἀγκαλιά γιά τόν γέροντα, λίγη περίθαλψη στόν ἄρρωστο καί μία ἐνθύμιση γιά τόν ξεχασμένο. Ὅλα αὐτά ὁ Χριστός τά δέχεται καί θά μᾶς τά ἀνταποδώσει, γιατί, ὅπως τόνισε, ζεῖ στό πρόσωπο, τοῦ ἐλάχιστου ἀδελφοῦ, πού δέχεται τήν ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον μας.

Οἱ Μαθητές θέλησαν νά μάθουν τόν ἀκριβῆ χρόνο τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἀλλά ὅμως δέν τούς τό φανέρωσε ὁ Χριστός.Ἐπεσήμανε τόν  χρονικοϋποθετικό σύνδεσμο ὅταν γιά νά μᾶς διαβεβαιώσει πώς θά ξαναέλθει μέν, χωρίς ὅμως νά μᾶς γνωρίσει, τό πότε ἀκριβῶς. Καί τοῦτο, ὅπως ἑρμηνεύουν οἱ Πατέρες, γιά νά εἴμαστε πάντοτε σέ πνευματική ἐγρήγορση καί ἐτοιμότητα.

Δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει, ὅτι αὐτή ἡ ἐτοιμότητα ἔχει ἄμεση σχέση μέ τό μυστήριο τῆς Μετανοίας. Ὁ Χριστός δέν θά ἐλέγξει τίς ἁμαρτίες, πού ἐξομολογηθήκαμε ἐν ζωῇ. Τό μυστήριο τῆς Μετανοίας ἐκφράζει τό θεῖο Ἔλεος, τό ὁποῖο ἐπικαλεῖται καί τό τροπάριο, πού ἑρμηνεύσαμε στήν ἀρχή τοῦ κηρύγματος.

Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,

Ὑπάρχει ἕνα πολύ ὡραῖο τροπάριο, πού ψάλλεται στόν ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τοῦ πλ. δ΄ἤχου, τό ὁποῖο μᾶς θυμίζει αὐτήν τήν πνευματική ἐγρήγορση καί ὁμιλεῖ γιά τήν ἀγωνία μας ἐνώπιον τοῦ οὐρανίου κριτηρίου: «Ὧ πῶς διάγω ἀμέριμνος, τὸν τῆς ζωῆς μου καιρόν, μετεώρως παρέρχομαι, μὴ εἰς νοῦν βαλλόμενος, τὰς πολλὰς ἁμαρτίας μου, μὴ τοῦ θανάτου, τὴν φοβερὰν ἀπειλήν, καὶ τῆς ἐτάσεως, τὸ ἀδέκαστον! ὧ τὶς μὲ ῥύσεται, πυρὸς αἰωνίζοντος, εἰμὴ Θεέ, μόνε ὑπεράγαθε, σὺ οἰκτειρήσης με;»

Οἱ Ἀπόκριες, ὅπως συνηθίζουμε νά καλοῦμε αὐτές τίς ἡμέρες γιά τόν ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Χριστιανό δεν εἶναι εὐκαιρία ξεφαντώματος καί γλεντιοῦ, ἀλλά καιρός ἀπολογισμοῦ καί μετανοίας, ὥστε ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα, νά εἴμαστε ἔτοιμοι νά δώσουμε τήν καλή ἀπολογία στό φοβερό βῆμα τοῦ Δεσπότη Χριστοῦ, Χριστό, ὅπως εὐχόμαστε στή θεία Λειτουργία. Ἀμήν.

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....