Τό πάθος τῆς κατάκρισης

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ

Ὁ Χριστός δέν ἦρθε στόν κόσμο γιά νά κρίνει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σώσει τόν κόσμο. Αὐτό ὅμως πού δέν ἔκανε ὁ Κύριος, δυστυχῶς τό κάνουμε ἐμεῖς καί μάλιστα μέ πολλή εὐκολία. Ἔχουμε συνηθίσει τόσο πολύ τήν κατάκριση, πού δέν σταματᾶμε νά ἀναζητᾶμε ἐλαττώματα στούς συνανθρώπους μας. Ὅμως, ἡ κρίση ἀνήκει μόνο στόν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κρίνει, ἁρπάζει αὐτό τό δικαίωμα ἀπό τόν Θεό καί παίρνει τήν θέση Του.

Κατάκριση εἶναι νά λέμε σέ κάποιον τήν ἁμαρτία ἤ τό σφάλμα πού ἔκανε. Ἐπίσης, κατακρίνουμε, ὅταν κουτσομπολεύουμε, ὅταν κατηγοροῦμε, ὅταν εἰρωνευόμαστε ἤ προσβάλλουμε τόν ἄλλον.

Ἡ ρίζα τῆς ἁμαρτίας

Ἀποδίδουμε τήν κατάκριση ἄλλοτε στήν φλυαρία καί ἄλλοτε στήν ἐπιπολαιότητά μας. Ποιά ὅμως εἶναι ἡ ἀληθινή ρίζα τῆς κατάκρισης; Οἱ Πατέρες λένε ὅτι μία ἀπό τίς αἰτίες της εἶναι ἡ ζήλια. Ὅταν ζηλεύουμε ἤ δέν συμπαθοῦμε κάποιον, περιμένουμε τήν κατάλληλη στιγμή, γιά νά τόν κατακρίνουμε.

Ἡ ἀνάγκη μας νά κατακρίνουμε βγαίνει καί ἀπό τήν διάθεσή μας νά προβάλουμε τόν ἑαυτό μας. Ἐπιζητοῦμε νά δικαιώσουμε τόν ἑαυτό μας καί νά τόν παρουσιάσουμε ὡς ἅγιο. Προσπαθοῦμε νά ἀποδείξουμε ὅτι εἴμαστε καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους. Ἀντί νά δοῦμε σέ τί φταίει ὁ ἑαυτός μας, ρίχνουμε ὄλη τήν εὐθύνη στούς ἄλλους.

Κι αὐτό εἶναι ἔνδειξη ὅτι δέν ἔχουμε ἀγάπη ἀληθινή γιά τόν συνάνθρωπό μας. Ἀντί νά βλέπουμε τά θετικά τοῦ ἄλλου, ἐμεῖς μένουμε μόνο στά ἀρνητικά. Προσπαθήσαμε ποτέ νά μποῦμε στήν θέση του; Ἐμεῖς καταφεύγουμε στήν εὔκολη λύση, τήν κατάκριση.

Ἐπιπτώσεις

Ὅταν κανείς κατακρίνει ἤ προσβάλει ἤ περιφρονήσει κάποιον, αὐτός καταστρέφει ὅλο τό ἔργο τῆς δίκης του μετάνοιας. Ὅλος ὁ ἀγώνας πού ἔκανε, γιά νά φτάσει σέ μιά πνευματική καταστάση, πάει χαμένος. Ξεγυμνώνεται ἀπό τήν θεία χάρη, ἐγκαταλείπεται ἀπό τόν Θεό καί μένει ὁλότελα μόνος. Καί εἶναι ἐνδεχόμενο νά πέσει στό ἴδιο σφάλμα, γιά τό ὁποῖο κατακρίνει τόν ἀδελφό του. Ὁ λαός μας λέει: «Αὐτό πού κοροϊδεύεις, αὐτό καί θά λουστεῖς»· «Ὅ,τι δέν θέλεις, αὐτό θά σέ βρεῖ». Νά μήν ξεχνᾶμε καί τόν Ἀπόστολο, ὁ ὁποῖος μᾶς συμβουλεύει: «Ὅποιος νομίζει ὅτι στέκεται καλά στά πόδια του, καλύτερα ἅς προσέχει νά μήν πέσει» (Α΄ Κορ ι΄ 12).

Μέ τήν κατάκριση δυσκολεύουμε τήν ζωή μας. Κουράζουμε τό μυαλό μας μέ ἄχρηστους λογισμούς. Λερώνουμε τήν ψυχή μας. Τί ὄφελος ἔχουμε νά ἀσχολούμαστε μέ τήν ζωή τῶν ἄλλων; Γιατί μᾶς ἐνοχλεῖ τόσο πολύ τό λάθος τοῦ ἄλλου;

Πῶς ἀντιμετωπίζεται ἡ κατάκριση;

Τό θέμα εἶναι ὅχι νά κρίνουμε τόν ἄλλο, προσπαθώντας δῆθεν νά τόν διορθώσουμε, ἀλλά νά καταλάβουμε τήν καρδιά του. Τί συμβαίνει μέσα στήν ψυχή του· Τί σταυρό κουβαλάει· Γιατί ἀντιδράει μέ ἄσχημο τρόπο. Ἴσως, ἄν βρισκόμασταν στήν θέση του, νά κάναμε κι ἐμεῖς τά ἴδια λάθη. Νά τό δοκιμάσουμε αὐτό. Νά τό δουλεύουμε στήν πνευματική μας ζωή. Νά κοιτᾶμε τήν οὐσία τοῦ ἀνθρώπου, τά θετικά του στοιχεῖα. Ὁ πεσμένος ἄνθρωπος εἶναι σάν νά βρίσκεται χωμένος μέσα στήν λάσπη. Κι ἐμεῖς, ἀντί νά τόν βοηθήσουμε καί νά τόν βγάλουμε ἔξω, τόν βουλιάζουμε ἀκόμα περισσότερο.

Πῶς μποροῦμε νά μήν κατακρίνουμε αὑτούς πού μέ τά μάτια μας τούς βλέπουμε νά ἁμαρτάνουν;

Ὅταν δοῦμε κάποιον νά ἁμαρτάνει, νά βάλουμε καλό λογισμό. Νά σκεφτοῦμε: «Νά, αὐτός τώρα ἁμαρτάνει, ἀργότερα ὅμως θά μετανοήσει». Ἡ ἁμαρτία φαίνεται, ἡ μετάνοια ὅμως ὄχι. Αὑτόν πού τώρα βλέπουμε νά εἶναι τελείως ἀμελής, μπορεῖ νά συνέλθει καί νά μεταβληθεῖ σέ ὄργανο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Νά βροῦμε ἐλαφρυντικά γιά τό σφάλμα του. Ἡ συμπάθεια πού θά δείξουμε, θά ξυπνήσει τό φιλότιμο τοῦ ἄλλου, θά τόν φέρει σέ συναίσθηση. Ὅταν δέν κατακρίνουμε τόν ἄλλο, τόν ξεμπλοκάρουμε, τόν βοηθᾶμε νά ἀλλάξει. Οἱ Ἅγιοι ἔφθασαν σέ μεγάλα ὕψη ἀρετῆς, σκεπάζοντας τά ἐλαττώματα τῶν συνανθρώπων τους.

Νά σκεφτοῦμε ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε χειρότεροι ἀπό αὐτόν· «Ὑποκριτή! Βγάλε πρῶτα ἀπό τό μάτι σου τό δοκάρι. Καί τότε θά δεῖς καθαρά καί θά μπορέσεις νά βγάλεις τό σκουπιδάκι ἀπό τό μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Ματθ. ζ΄ 5). Νά ασχοληθοῦμε μέ τίς δικές μας ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες εἶναι βαρύτερες ἀπό τῶν ἄλλων. Ὁ ἄνθρωπος πού σκέπτεται τίς δικές του ἁμαρτίες, δέν ἀσχολεῖται μέ τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος παρακολουθεῖ τόν ἑαυτό του καί βλέπει τά πάθη του, τότε θεωρεῖ καλό καί ἔντιμο τόν ἀδελφό του. Ὅταν ὅμως δικαιώνει τόν ἑαυτό του καί προσπαθεῖ νά βγεῖ αὐτός ἀνώτερος καί καλύτερος ἀπό τόν ἄλλο, τότε βρίσκει πώς ὁ ἄλλος εἶναι κακός.

«Ἐν γάρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε»

Ἐάν κάποιον τόν κρίνουμε αὐστηρά καί δέν τόν θεωροῦμε ἄξιο μετανοίας, τότε ὁ Θεός θά μᾶς κρίνει τό ἴδιο αὐστηρά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως: «Ἐν ᾧ γάρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, καί ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, μετρηθήσεται ὑμῖν (Ματθ. ζ΄ 2). Ἐάν δέν συγχωροῦμε τόν ἄλλον οὔτε καί ὁ Θεός θά μᾶς συγχωρήσει.

Και τέλος, πῶς νά ἀντιδροῦμε καί νά συμπεριφερόμαστε, ὅταν οἱ ἄλλοι μᾶς κατακρίνουν; Νά μή στενοχωριόμαστε οὔτε νά τούς κρατᾶμε κακία. Εἶναι εὐκαιρία νά μάθουμε νά συγχωροῦμε, ὥστε νά μᾶς συγχωρήσει κι ἐμᾶς ὁ Θεός.

Ἡ κατάκριση δέν μᾶς τιμᾶ οὔτε ὡς Χριστιανούς οὔτε ὡς ἀνθρώπους. Ὁ ἄνθρωπος πού κρίνει τόν ἀδελφό του εἶναι σάν νά τρώει κρέας ἀνθρώπων. Μάλιστα, οἱ Πατέρες χαρακτηρίζουν τήν κατάκριση χειρότερη κι ἀπό τήν πορνεία. Νά βάλουμε στόχο, στήν νέα χρόνια πού ἀνατέλλει, νά ξεριζώσουμε αὐτό τό πάθος ἀπό μέσα μας. Ἡ ἔλλειψη κατάκρισης εἶναι ἕνας δρόμος, πού πολύ εὔκολα θά μᾶς ὁδηγήσει στόν Θεό καί πιό κοντά στόν πλησίον. Καί εἶναι κάτι πού τό μποροῦμε ὅλοι.

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....