Ο Διδάσκαλος της αρετής

«ΦΩΝΗ ⳩ ΚΥΡΙΟΥ»  Το Ευαγγέλιο της Κυριακής Δ’ Νηστειών «ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ» (Μάρκ. θ΄ 17-31) 03.04.2022

Γενεά ἀπίστων;
«Ἐκεῖνον τόν καιρόν, κάποιος ἀπό τό πλῆθος ἀποκρίθηκε καί εἶπε· Διδάσκαλε, ἔφερα τόν γιό μου σέ ἐσένα, γιατί ἔχει δαιμόνιο πού τόν κάνει ἄλαλο. Ὅπου τόν πιάσει, τόν ρίχνει κάτω καί βγάζει ἀφρούς καί τρίζει τά δόντια του καί μένει ξερός. Παρακάλεσα τούς μαθητές σου νά βγάλουν τό δαιμόνιο, καί δέν μπόρεσαν. Αὐτός ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε: Ἄπιστη γενεά, μέχρι πότε θά εἶμαι μαζί σας; Μέχρι πότε θά σᾶς ἀνέχομαι; Φέρτε τον σέ ἐμένα. Καί τόν ἔφεραν σέ αὐτόν. Ἀμέσως μόλις τόν εἶδε τό δαιμόνιο (τόν Ἰησοῦ), συντάραξε τόν νέο, πού ἔπεσε στή γῆ καί κυλιόταν καί ἔβγαζε ἀφρούς. Ὁ Ἰησοῦς ρώτησε τόν πατέρα του: Πόσος χρόνος εἶναι ἀπό τότε πού τοῦ συνέβη αὐτό; Καί αὐτός εἶπε: Ἀπό τότε πού ἦταν παιδί· καί πολλές φορές τόν ἔριξε στή φωτιά καί στό νερό, γιά νά τόν ἐξοντώσει· ἀλλά ἄν μπορεῖς νά κάνεις κάτι, λυπήσου μας καί βοήθησέ μας. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Ἄν μπορεῖς νά πιστέψεις, ὅλα εἶναι δυνατά σέ ὅποιον πιστεύει. Καί ἀμέσως φώναξε δυνατά ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ καί μέ δάκρυα στά μάτια εἶπε: Πιστεύω, Κύριε· βοήθησέ με στήν ἀπιστία μου. Ὅταν εἶδε ὁ Ἰησοῦς ὅτι συγκεντρώνεται πλῆθος λαοῦ, ἐπέπληξε τό δαιμόνιο καί τοῦ εἶπε: Ἄλαλο καί κωφό δαιμονικό πνεῦμα, ἐγώ σέ διατάσσω: Βγές ἀπό αὐτόν καί ποτέ πλέον νά μήν μπεῖς πάλι σέ αὐτόν. Καί ἀφοῦ φώναξε δυνατά καί τόν συντάραξε, βγῆκε καί ἔγινε σάν νεκρός ὁ νέος, ὥστε πολλοί νά νομίζουν ὅτι πέθανε. Ὁ Ἰησοῦς τόν ἔπιασε ἀπό τό χέρι, τόν σήκωσε καί στάθηκε ὄρθιος. Καί ὅταν μπῆκε σέ κάποιο σπίτι, οἱ μαθητές του τόν ρωτοῦσαν ἰδιαιτέρως, γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά βγάλουμε τό δαιμόνιο; Καί τούς εἶπε: Τά δαιμόνια μέ τίποτε ἄλλο δέν μποροῦν νά βγοῦν παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία. Ὅταν ἔφυγαν ἀπό ἐκεῖ, περνοῦσαν μέσω τῆς Γαλιλαίας καί δέν ἤθελε νά τό ξέρει κανείς, γιατί δίδασκε τούς μαθητές του καί τούς ἔλεγε ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου θά παραδοθεῖ σέ ἀνθρώπους πού θά τόν θανατώσουν· καί ἀφοῦ θανατωθεῖ, θά ἀναστηθεῖ τήν τρίτη ἡμέρα. Αὐτοί ὅμως δέν καταλάβαιναν τί ἔλεγε καί δίσταζαν νά τόν ρωτήσουν. »

 Ο ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ
Κυριακή Δ΄ τῶν Νηστειῶν σήμερα καί ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει πρός ἐνίσχυση τήν ἱερή μορφή τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τοῦ καί συγγραφέως τῆς Κλίμακος. Ὁ Ἅγιος σέ ἡλικία περίπου δεκαέξι ἐτῶν ἔγινε μοναχός στή μονή τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης στό θεοβάδιστο ὄρος Σινᾶ, ἀφοῦ ἔλαβε πλούσια γιά τήν ἐποχή καί τήν ἡλικία του μόρφωση. Γιά δεκαεννέα χρόνια παρέμεινε ὑποτακτικός ἑνός σπουδαίου γέροντος, τοῦ ἀββᾶ Μαρτυρίου, στόν ὁποῖο ἔκανε ἀπόλυτη ὑπακοή. Μετά τόν θάνατο ἐκείνου ὁ Ἰωάννης ἀποσύρθηκε σέ ἐρημική τοποθεσία, σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τή Μονή, ὅπου καί ἔζησε γιά σαράντα χρόνια.

Προχώρησε πολύ στά πνευματικά, ὑπερβαίνοντας μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τά ψεκτά πάθη του καί καλλιεργώντας τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη. Ἀφοῦ πέρασε αὐτό τό μεγάλο διάστημα, οἱ Πατέρες τόν παρεκάλεσαν νά γίνει ἡγούμενος τῆς Μονῆς, παράκληση πού ἀποδέχθηκε, παραμένοντας γιά κάποια χρόνια στό διακόνημα αὐτό, ἕως ὅτου θέλησε καί πάλι νά ἀποσυρθεῖ στήν ἀγαπημένη του ἡσυχία, καί μετά ἀπό λίγο καιρό κοιμήθηκε ὁσιακά.

Ἔχουν διασωθεῖ διάφορα θαυμαστά γεγονότα ἀπό τή ζωή του, τά ὁποῖα φανερώνουν τήν ἰδιαίτερη χάρη πού εἶχε ἀπό τόν Θεό, ὅμως τά μεγαλύτερα θαύματα εἶναι ὅσα σχετίζονται μέ τή μεταστροφή τῶν καρδιῶν πού προξενοῦν τά θεόπνευστα κείμενά του. Αὐτό, ἄλλωστε, εἶναι κάτι πού ὁ καθένας μας μπορεῖ νά διαπιστώσει, ὅταν ἀρχίσει μέ γνήσια διάθεση νά τά μελετᾶ. Εἶναι γνωστό ὅτι οἱ ἅγιοι πού μέ τά κείμενά τους βοηθοῦν τούς συνανθρώπους τους διαχρονικά, ἐκεῖνοι εἶναι οἱ κατεξοχήν θαυματουργοί. Ἡ θαυματουργία τους βασίζεται στή δύναμη τῶν λόγων τους, ἀκόμη καί ἄν δέν τούς ἀποδίδονται γνωστά θαύματα σωματικῶν ἰάσεων. Χρειάζεται ἐδῶ νά σημειώσουμε ὅτι τά κείμενα τοῦ ὁσίου Ἰωάννου δέν εἶναι γραμμένα ἀποκλειστικά γιά τούς μοναχούς, ἀλλά προσφέρουν τεράστια ὠφέλεια καί στούς κοσμικούς. Γιά τοῦτο, τό βασικό του ἔργο, ἡ «Κλίμακα», ἀγαπήθηκε σέ Ἀνατολή καί Δύση, θεωρεῖται ὡς τό σπουδαιότερο σέ κυκλοφορία βιβλίο μετά τήν Ἁγία Γραφή.

 Ἕνας ἱερός σκοπός
Σκοπός τῆς διδασκαλίας τοῦ Ὁσίου εἶναι νά γλυκάνει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί μέ τόν πλοῦτο τῶν παραδειγμάτων του, πού ἐκπηγάζει ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί ἐμπειρία του, νά τίς ὁδηγήσει καί πάλι στόν σύνδεσμο μέ τόν Χριστό· τόν σύνδεσμο πού εἶχε καί ὁ ἴδιος καί τόν ὁποῖο ἐμεῖς προσπαθοῦμε μέ ταπείνωση νά ἐπανεύρουμε κατά τήν περίοδο τῆς νηστείας καί ἀσκήσεως πού τώρα διανύουμε. Αὐτήν ἀκριβῶς τήν προσπάθειά μας ὁ μισόκαλος καί μισάνθρωπος διάβολος τήν μισεῖ. Σέ ἀντίθεση μέ τόν πανάγαθο Δημιουργό μας, πού θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», ὁ διάβολος δέν ἀρκεῖται στήν προσωπική του ἀπώλεια, ἀλλά «ὡς λέων ὠρυόμενος» ζητεῖ νά μᾶς καταφάγει μέ τό ἀδηφάγο καί ἀπύλωτο στόμα του.

 Ἡ σωτήρια ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ
Στή σημερινή θεία Λειτουργία παρακολουθοῦμε εὐαγγελικῶς τό ἔργο τοῦ Θεοῦ καί τή μανία τοῦ διαβόλου. Ὁ Χριστός, παρά τήν ἀπιστία καί τήν ἁμαρτωλότητα τῶν ἀνθρώπων, ἐπεμβαίνει σωστικά καί χορηγεῖ τήν ἴαση ἀπό τή φοβερή δαιμονοπληξία τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς διήγησης. Μέσα σέ μιά του πρόταση, τήν ὁποία δίνει ὡς ἀπάντηση στούς μαθητές του, ὀνοματοδοτεῖ σήμερα ὡς ἀσφαλέστατη ὁδό σωτηρίας τήν ὁδό τῆς ἄσκησης καί τῆς νηστείας, τήν ὁδό δηλαδή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. «Τοῦτο τό γένος» μᾶς λέει, τό γένος τῶν δαιμονίων δηλαδή, «ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»· τά πονηρά πνεύματα μέ κανένα τρόπο δέν πολεμοῦνται, παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία.

Νά ἀναλάβουμε λοιπόν, ἀδελφοί, τά ὅπλα τοῦ ἀγώνα χωρίς ἀναβολή, τώρα πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ πορευόμαστε τήν ὁδό τῆς νίκης κατά τοῦ διαβόλου ἀλλά καί τῆς συνάντησης μέ τόν Χριστό. Ἄς προστρέξουμε «πίστει καί πόθῳ» στά ἱερά μυστήρια, ἄς μελετήσουμε «πάλιν καί πολλάκις» τήν Ἁγία Γραφή καί ἄς μήν ἀφήσουμε πνευματικά ἀνεκμετάλλευτα τά δῶρα τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, πού εἶναι τόσο τό βιβλίο τῆς Κλίμακος, ὅσο καί τό παράδειγμα τῆς ἁγίας ζωῆς του.

️Ἀρχιμ. Ἄ. Ἀ.

«ΦΩΝΗ ⳩ ΚΥΡΙΟΥ»  Το Ευαγγέλιο της Κυριακής Δ’ Νηστειών «ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ» (Μάρκ. θ΄ 17-31) 03.04.2022

 Γενεά ἀπίστων;
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀποκριθεὶς εἷς ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπε· Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρὸς σέ, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον· καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει, καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· Ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. Καὶ ἰδὼν αὐτόν, εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· Πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; Ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ’ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ’ ἡμᾶς. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τό, εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου, μετὰ δακρύων ἔλεγε· Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς, ὅτι ἐπισυντρέχει ὁ ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ, λέγων αὐτῷ· Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω· Ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ, καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. Καὶ κράξαν, καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτόν, ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. Ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρός, ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον, οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ’ ἰδίαν· ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες, παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ. Ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθείς, τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.»

ΑΜΗΝ

«ΦΩΝΗ ⳩ ΚΥΡΙΟΥ», τῆς «Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος»

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....