Τά μνημόσυνα ἐκφράζουν τή φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας γιά τά κεκοιμημένα μέλη της. Ἡ τέλεσή τους εἶναι συνυφασμένη μέ συγκεκριμένες στιγμές ἀπό τήν ἐκδημία τοῦ πιστοῦ (ἐννεάμερο, τεσσαρακονθήμερο, τρίμηνο, ἑξάμηνο, ἐννεάμηνο, ἐτήσιο, τριετές κ.ὅ.κ.), ἀλλά μποροῦν νά τελεστοῦν καί σέ ἔκτακτες περιπτώσεις, ἀνάλογα μέ τήν ἐπιθυμία καί τήν ἀνάγκη τῶν οἰκείων. Οἱ ἡμέρες τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους, πού μποροῦν αὐτά νά τελεστοῦν, ἀποτελοῦν ζήτημα πού χρήζει ἰδιαίτερης προσοχῆς, ἀφοῦ συγκεκριμένοι καιροί τῆς λατρείας εἶναι ἀπαγορευτικοί, ἄλλοι προσφέρονται, ἐνῶ ἄλλοι ἀμφισβητοῦνται.
Ἡ ἁρμοδιότερη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδας γιά τήν τέλεση τῶν μνημοσύνων εἶναι τό Σάββατο, τό ὁποῖο ἀφιερώνεται στή μνήμη ὅλων τῶν ἁγίων καί… τῶν κεκοιμημένων, σύμφωνα μέ τόν ἑβδομαδιαῖο ἑορτολογικό κύκλο τῆς Θείας Λατρείας. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεσπίσει δύο φορές το χρόνο νά τελοῦνται τά μνημόσυνα ὅλων τῶν ἀποβιωσάντων μελῶν της, γνωστῶν καί ἀγνώστων. Οἱ δύο ἡμέρες αὐτές, τά λεγόμενα Ψυχοσάββατα, εἶναι τό Σάββατο πρό τῆς Κυριακῆς τῶν Ἀπόκρεω καί τό Σάββατο πρό τῆς Πεντηκοστῆς. Κάθε ἄλλο Σάββατο, ἐκτός ἀπό τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου, τό Μέγα Σάββατο καί τό Σάββατο τῆς Διακαινησίμου, προσφέρονται γιά τήν τέλεση τῶν μνημοσύνων, μέ ἐξαίρεση τή σύμπτωση μεγάλης Δεσποτικῆς ἤ Θεομητορικῆς ἑορτῆς.
Ἡ Κυριακή εἶναι ἡ μέρα πού ἔχει ἀφιερωθεῖ, ὅπως φανερώνει καί ἡ ὀνομασία της, στόν Κύριο καί εἰδικά στήν Ἀνάστασή του, μέ ἡμέρα τῶν ἐγκαινίων τοῦ κυριακάτικου, ἀναστάσιμου λειτουργικοῦ κύκλου τήν Κυριακή τοῦ Ἀντίπασχα ἤ τοῦ Θωμᾶ. Καλό εἶναι νά μήν τελοῦνται μνημόσυνα τίς Κυριακές, ἀφοῦ δέν συνάδουν μέ το χαρακτῆρα τῆς ἡμέρας καί δεδομένου ὅτι μόλις ἡ προηγούμενη ἡμέρα εἶναι ἀφιερωμένη στούς κεκοιμημένους. Τό πρόβλημα αὐτό ἀπασχόλησε τό κίνημα τῶν Κολλυβάδων, οἱ ὁποῖοι προσπάθησαν νά διαφωτίσουν τούς πιστούς μέ τή διδασκαλία τους, σέ ἐποχές μεγάλης σύγχυσης, γνωστικοῦ καί πνευματικοῦ ἀναλφαβητισμοῦ καί λειτουργικῆς κατάπτωσης.
Ἡ τέλεση τῶν μνημοσύνων μέ τήν παράθεση κολλύβων μπορεῖ κατ’ ἀρχάς νά γίνει κάθε φορά πού τελεῖται πλήρης Θεία Λειτουργία. Ἡ Θεία Εὐχαριστία συνδέεται ἄμεσα μέ τήν τέλεση τους, ἀφοῦ τό μνημόσυνο δέν εἶναι τό παραστάσιμο ἐνώπιον τῶν κολλύβων, ἀλλά ἡ μνημόνευση τῶν κεκοιμημένων στήν ἀκολουθία τῆς προθέσεως, ἡ ὁποία εἶναι προπαρασκευαστική τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὁ λειτουργός ἀποθέτει μεταξύ ὅλων τῶν ἄλλων στό δισκάριο, τό ὁποῖο εἰκονίζει τόν κόσμο, ὁρατό καί ἀόρατο, μερίδες ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν. Οἱ τελευταῖες εἰσάγονται στό Ποτήριο καί ἑνώνονται μέ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ κατά την …., ἀφοῦ πρῶτα γίνει ἡ μετάληψη κλήρου καί λαοῦ. Τό πραγματικό μνημόσυνο εἶναι αὐτό καί ὄχι ἡ ἁπλή ἰερολόγηση τοῦ παραστάσιμου, τό ὁποῖο ὁλοκληρώνει τό μυστήριο.
Οἱ ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες δέν τελεῖται πλήρης Θεία Λειτουργία εἶναι ἀπαγορευτικές γιά τήν τέλεση τῶν ἱερῶν μνημοσύνων, ἀφοῦ δέν μποροῦν νά μνημονευθοῦν τά ὀνόματα τῶν κεκοιμημένων σέ αὐτή. Οἱ περιπτώσεις αὐτές εἶναι: α) οἱ καθημερινές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, β) ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, γ) ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή τῆς Ἑβδομάδας τῶν Ἀπόκρεω. Ἡ τέλεση τῆς ἀκολουθίας τῶν Προηγιασμένων δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς πλήρης Θεία Λειτουργία, ἀφοῦ συνιστᾶ τρόπο μετάδοσης τῶν ἤδη καθαγιασμένων Τιμίων Δώρων.
Ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες δέν μποροῦν, ἐπίσης, νά τελεσθοῦν μνημόσυνα εἶναι ἡ ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου ἕως καί τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ, μεγάλες Δεσποτικές καί Θεομητορικές ἑορτές, ἀλλά καί ἡ ἡμέρα τῆς πανήγυρης τοῦ ναοῦ. Οἱ ἡμέρες αὐτές εἶναι ἀφιερωμένες ἀπόλυτα στό ἑορταζόμενο γεγονός ἤ πρόσωπο, ὁπότε δέν πρέπει νά ἀποσπᾶται ἡ προσοχή τῶν πιστῶν μέ τήν τέλεση μνημοσύνων. Ὁ ἑόρτιος χαρακτῆρας τους, ἐπίσης, δέν ἐπιτρέπει τήν τέλεση μνημοσύνων. Οἱ προεόρτιες καί οἱ μεθέορτες ἡμέρες τῶν δεσποτικῶν καί θεομητορικῶν ἑορτῶν δέν ἐμπίπτουν στήν ἀρχή αὐτή. Οἱ παραμονές Χριστουγέννων καί Θεοφανείων ὅμως εἶναι ἐξίσου ἀπαγορευτικές γιά τά ἱερά μνημόσυνα, ἀφοῦ ὁ ἰδιαίτερος χαρακτῆρας τους, μέ τήν τέλεση τῶν Μεγάλων καί Βασιλικῶν Ὡρῶν, τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, ἀλλά καί τό μακροσκελές τῆς ἀκολουθίας δέν ἀφήνουν περιθώριο γιά αὐτά.
Ἡ θεώρηση τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου ὡς ἀσύμβατου μέ τήν τέλεση τῶν ἱερῶν μνημοσύνων συνιστᾶ τοπική πρακτική, ἡ ὁποία δέν ἀπαντᾶ σέ καμία πηγή. Οἱ μόνες ἡμέρες του, κατά τίς ὁποῖες δέν τελοῦνται μνημόσυνα, εἶναι ἡ παραμονή, ἡ κυριώνυμος καί ἡ πρώτη μεθέορτη τῶν Χριστουγέννων καί τν Θεοφανείων, ἀλλά καί ἡ Περιτομή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ μνήμη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τήν 1η Ἰανουαρίου. Ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἡμέρες προσφέρονται γιά τήν ἰερολόγηση τοῦ νεκρώσιμου παραστάσιμου.
Ἡ ἀδυναμία τέλεσης μνημοσύνων σέ πανηγυρικές ἡμέρες, ὁπότε τελεῖται κανονικά Θεῖα Λειτουργία, δέν συνεπάγεται καί τήν ἄρνηση μνημόνευσης τῶν ὀνομάτων στήν προσκομιδή, πού τελεῖται κανονικά καί ἡ ἀπόθεση μερίδων στό δισκάριο ὑπέρ κεκοιμημένων καί ὑπέρ ζώντων ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο τμῆμα τῆς ἀκολουθίας.
Ἡ παράθεση κολλύβων στή μνήμη ἁγίου ἤ ὑπέρ ὑγείας ὀφείλει νά διαχωριστεῖ κάθετα ἀπό τά νεκρώσιμα κόλλυβα. Τά εὐχαριστήρια κόλλυβα στή μνήμη ἁγίου, ὅπως αὐτό συμβαίνει τό Α’ Σάββατο τῶν Νηστειῶν, μνήμη τοῦ διά κολλύβων θαύματος τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τύρωνος, δέν ἔχουν καμία σχέση μέ τά μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων, δέν εὐλογοῦνται μέ τόν ἴδιο τρόπο καί δέν ἔχουν καμία λειτουργική συνάφεια. Τά κόλλυβα αὐτά παρατίθενται ὑπέρ ὑγείας των ζώντων πιστῶν ὡς εὐχαριστία πρός τόν τιμώμενο ἅγιο, μέ εἰδική εὐχή ἀπό τόν ἱερέα, στήν ὁποία μνημονεύεται ὁ ἅγιος, ἀλλά καί ὀνόματα τῶν ζώντων, οἱ ὁποῖοι τά προσέφεραν. Στήν περίπτωση παράθεσης κολλύβων ὑπέρ ὑγείας, ἀλλά ταυτόχρονα καί νεκρώσιμων, συχνό φαινόμενο τοῦ Α’ Σαββάτου τῶν Νηστειῶν, ὁ λειτουργός ὀφείλει νά εὐλογήσει πρῶτα τά ὑπέρ ὑγείας κόλλυβα καί ὕστερα νά τελέσει τό ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων μνημόσυνο.
Γεώργιος Ζαραβέλας, Θεολόγος
naxioimelistes.blogspot.com