Ἔστω καί τήν ἑνδεκάτη

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΜΑΪΟΥ

 

 

Εἶχα μπλέξει στήν κίνηση. Μάιος μῆνας καί ὁ ἥλιος μεσουρανοῦσε μέ κάποια σύννεφα νά παίζουν κοντά του. Σάν νά εἶχε δοθεῖ τό σύνθημα νά βγοῦμε ὅλοι μαζί ἔξω. Μέσα ἀπό τό αὐτοκίνητο ἄρχισα νά παρατηρῶ τούς ἀνθρώπους πού ὁδηγοῦσαν δίπλα μου, ὅσους βάδιζαν πάνω στά πεζοδρόμια, αὐτούς πού περνοῦσαν τά φανάρια, ὅσους ἦταν μέσα στά λεωφορεῖα, στά καταστήματα, σέ κάποια παράθυρα ἤ μπαλκόνια.

Ἡ κυκλοφορία συνέχιζε νά εἶναι αὐξημένη καί οἱ σκέψεις γοργά κλωθογύριζαν στόν νοῦ. Καί μιᾶς πού εἶναι γρηγορότερες ἀπό τήν πιό γρήγορη σύνδεση διαδικτύου ἤ τοῦ Ἀϊνστάιν τή φωτεινή ἀκτῖνα στό κενό, δέν δυσκόλευαν τήν ὁδήγηση.

Κάθε ἕνας ἀπό αὐτούς τούς ἀνθρώπους λοιπόν, κι ἐγώ μαζί τους, ἔχουμε γύρω μας ἕνα μεγάλο ἤ μικρό ἀριθμό ἄλλων ἀνθρώπων, πού ζοῦνε μαζί μας, δίπλα μας, στό ἴδιο σπίτι, στήν ἴδια ἐργασία, σέ ἄλλες πόλεις ἤ χῶρες. Καί μαζευόμαστε πολλοί. Κοντά 8 δισεκατομμύρια. Καί εἶναι καί αὐτοί πού ἔφυγαν γιά τήν ἄλλη ζωή, τήν αἰώνια, καί εἶχαν κι αὐτοί ἄλλους ἀκόμα περισσότερους ἀνθρώπους δίπλα τους.

Καί δέν μιλάω γι’ αὐτούς πού θά ἔρθουν μετά ἀπό μᾶς. Μέσα στούς αἰῶνες πού πέρασαν καί θά περάσουν ἀμέτρητος εἶναι ὁ ἀριθμός τῶν ψυχῶν πού συγκεντρώνεται. Μόνο ὁ Θεός ξέρει πόσες ψυχές εἴμαστε στήν κυριολεξία!

Ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦμε τώρα, ὅσοι ἔζησαν πρίν ἀπό μᾶς καί ὅλοι ὅσοι ἔρθουν μετά ἀπο μᾶς, ὅλοι ἐμεῖς λοιπόν, ἔχουμε ἕνα μοναδικό προνόμιο. Ἀκόμα κι ὅταν πεθάνουμε, ἀκόμα καί τότε, θά εἴμαστε ζωντανοί. Κι αὐτό γιατί; Γιατί ὁ Κύριος καί Θεός μας ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς καί κατατρόπωσε τόν θάνατο. Δέν εἶναι θαυμάσιο αὐτό; Πόσο φῶς γεμίζει τήν ψυχή μου ἡ ὑπενθύμιση αὐτή!

Ἐπιστρέφω νοερά τή νύχτα τῆς Ἀνάστασης καί τίς μέρες πού ἀκολούθησαν. Αὐτό τό φῶς πού νιώθω αὐτή τήν ὥρα, ἀπό τή συνειδητοποίηση τῆς μεγαλοδωρίας τοῦ Θεοῦ, ἴσως φέτος δέν τό ἔνιωσα. Τό ἀναγνωρίζω πώς τό φταίξιμο ἦταν δικό μου, ὑπαίτιος εἶμαι μόνο ἐγώ. Ὅμως, τό σκίρτημα τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως, πού τώρα μέσα στό αὐτοκίνητο βιώνω, μετατρέπεται σέ ἔκρηξη ἐνθουσιασμοῦ, σέ δάκρυα χαρᾶς, πού μέ προσοχή σκουπίζω, γιατί δίπλα μου ὑπάρχουν κι ἄλλοι. Καί εἶναι ἀνυποψίαστοι γιά τόν σεισμό μέσα μου.

Σάν ἄλλος ἐργάτης τῆς ἑνδεκάτης ὥρας πλησιάζω μέ διστακτικό βῆμα τόν Ἀναστάντα Κύριό μου. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μέ τόν Κατηχητικό του λόγο τή νύχτα τῆς Ἀνάστασης μέ ἐνθαρρύνει. «Κανείς, μοῦ λέει, ἄς μήν ὀδύρεται γιά τά σφάλματά του· γιατί ἀνέτειλε ἀπό τόν τάφο ἡ συγχώρεση. Κανείς ἄς μή φοβᾶται τόν θάνατο· γιατί ὁ θάνατος τοῦ Σωτῆρα μᾶς ἐλευθέρωσε».

Ἐλευθέρωσε κι ἐμένα καί Τόν εὐγνωμονῶ γιά ἄλλη μιά φορά! Καί εὔχομαι, μέσα ἀπό τά θολά μάτια ἀπό τά δάκρυα χαρᾶς, ἐκεῖ στήν κίνηση τῆς πόλης, νά ζήσουμε ὅλοι τήν Κοινήν Ἀνάστασιν!

Χριστός Ἀνέστη, ἀδέρφια! Χριστός Ἀνέστη!!

 

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....