Η επανάσταση του 1821 αποτελεί , χωρίς αμφιβολία, τον μεγαλύτερο σταθμό της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, γιατί οδήγησε στην αναγέννηση του Έθνους και στη δημιουργία της πρώτης ελεύθερης κρατικής υπόστασής του,μετά από τέσσερις αιώνες σκλαβιάς.
Κατά τη διάρκεια του πολύχρονου και αιματηρού αγώνα της Εθνεγερσίας, συνέβηκαν πολλά, τραγικά γεγονότα, που σφράγισαν την πορεία του αγώνα, συντάραξαν το Πανελλήνιο και συγκίνησαν βαθιά την κοινή γνώμη του εξωτερικού, με αποτέλεσμα να συμβάλουν στην ανάπτυξη του φιλελληνισμού και τη μεταστροφή υπέρ των Ελλήνων της πολιτικής των Μ. Δυνάμεων. Τέτοια χαρακτηριστικά γεγονότα υπήρξαν λ.χ. ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε?, οι σφαγές της Χίου, το ολοκαύτωμα των Ψαρών, και η πολιορκία και η έξοδος του Μεσολογγίου, για να αναφερθούμε μόνο σε μερικά. Αυτό όμως, δεν σημαίνει, ότι κάθε γωνιά της ελληνικής γης, δεν έχει να επιδείξει το δικό της Μεσολόγγι και τα δικά της Ψαρά.. Παντού κατά τη διάρκεια του Αγώνα, διαδραματίστηκαν εξίσου μεγάλα στην τραγικότητά τους γεγονότα, που για διαφόρους λόγους, δεν έτυχε να πάρουν την ίδια δημοσιότητα, μ? αυτά που αναφέραμε, κυρίως στο εξωτερικό.
Δεν υπάρχει ελληνική περιοχή , που να μην συνέβαλε σημαντικά στον αγώνα της Ελευθερίας. Ανάμεσα σ? αυτές όλες τις προσφορές, ξεχωριστή θέση κατέχει και η προσφορά της πολύπαθης γης της Μακεδονίας, που με τον ξεσηκωμό, τους αγώνες και τις θυσίες της, βοήθησε αποφασιστικά στην εδραίωση της Επανάστασης, και τελικά στην επιτυχία της . Παρά τη μικρή προβολή της η επανάσταση στη Μακεδονία έχει να επιδείξει μεγάλα γεγονότα εξαιρετικής σημασίας και τραγικότητας, όπως λ.χ. η εξέγερση της Χαλκιδικής, η επανάσταση στον Όλυμπο, τα Πιέρια και το Βέρμιο το ολοκαύτωμα της Νάουσας, οι σφαγές της Θεσσαλονίκης, « ο χαλασμός » της Κασσάνδρας, και πολλά άλλα.
Γνωρίζουμε ήδη ότι στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας για την εξέγερση, η Μακεδονία κατείχε μια ξεχωριστή θέση.
Ειδικότερα η Χαλκιδική, προβλεπόταν να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στον αγώνα, λόγω της ευνοϊκής γεωγραφικής θέσης της, του συμπαγούς ελληνικού πληθυσμού της, της γειτνίασής της με τη Θεσσαλονίκη, της ύπαρξης του Αγίου Όρους κ.ά.
Όπως είναι γνωστό στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας, η χερσόνησος της Χαλκιδικής, απομονωμένη καθώς είναι από την υπόλοιπη Μακεδονία με το ορεινό και δασώδη όγκο του Χολομώντα και απομακρυσμένη από τις μεγάλες οδικές αρτηρίες, όπως και άλλες παρόμοιες ελληνικές περιοχές,έγινε ένα καταφύγιο των καταδιωγμένων και καταπιεσμένων πληθυσμών των πεδιάδων. Έτσι ενώ από τη μια εμποδίστηκε η μετανάστευση των κατοίκων της, από την άλλη η χερσόνησος δέχτηκε και πρόσφυγες από αλλού με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο πληθυσμός της και να διατηρήσει σχεδόν αμιγή την ελληνικότητά της, τα προνόμια, τις εκκλησίες της κ.λ.π. Σ΄αυτό συνετέλεσε η ύπαρξη του Αγίου Όρους, των Μαντεμοχωρίων (της γνωστής αυτής προνομιακής κοινότητας), των Χασικοχωρίων, της ομοσπονδίας των χωριών της Κασσάνδρας, και τέλος το γεγονός ότι η χερσόνησος της Χαλκιδικής καταλήγει σε τρεις μικρότερες χερσονήσους (Κασσάνδρας, Σιθωνίας και Άθω), που αποτελούσαν ακόμη πιο ασφαλή καταφύγια.
Στην εξέγερση της Χαλκιδικής άμεση και παλλαϊκή υπήρξε και η συμμετοχή των κατοίκων της χερσονήσου της Κασσάνδρας. Και οι Κασσανδρινοί, όπως και οι άλλοι Έλληνες των διαφόρων περιοχών, έπραξαν με απλότητα το χρέος τους προς την υπόδουλη πατρίδα και θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία του Γένους.
Ο επαναστατικός αγώνας στη Χαλκιδική άρχισε, όπως είναι γνωστό, με την άφιξη στο Άγιον Όρος, κατά τα τέλη του Μαρτίου 1821, του Σερραίου μεγαλέμπορου και Φιλικού Εμμανουήλ Παπά. Ο Παπάς, ακολουθώντας την εντολή του Αλ. Υψηλάντη να προετοιμάσει το έδαφος και να ξεσηκώσει τη Μακεδονία, προμηθεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη όπλα και πολεμοφόδια και με καράβι, αναχώρησε για το Άγιον Όρος,. Το Άγιον Όρος θεωρούνταν ως το πιο κατάλληλο ορμητήριο για την εξέγερση της Μακεδονίας.
Ο Εμ. Παπάς αποβιβάστηκε στη Μονή Εσφιγμένου, ηγούμενος της οποίας ήταν φιλικός, και την άλλη μέρα ξεφόρτωσε τα πολεμοφόδια και κάλεσε τους προϊσταμένους των μονών σε γενική συνέλευση. Αυτοί συναντήθηκαν στη μονή Εσφιγμένου και ασχολήθηκαν κυρίως με την αντιμετώπιση των οικονομικών αναγκών του αγώνα. Επίσης ζήτησαν από τα Ψαρά και από τα άλλα ναυτικά νησιά να τους στείλουν εξοπλισμένα καράβια, για να περιπολούν στις ακτές του Αγίου Όρους και να το προστατεύουν από τυχόν αποβάσεις των Τούρκων. Πραγματικά οι Ψαριανοί έστειλαν δύο καράβια.. Συγχρόνως άρχισε με μυστικότητα η στρατολογία και ο εξοπλισμός των μοναχών και η αποστολή τους στη μεγάλη Βίγλα, θέση που ήλεγχε τη διώρυγα του Ξέρξη, τον γνωστό Πρόβλακα.
Ακολούθησαν στη συνέχεια οι πρώτες συγκρούσεις (17 Μαΐου ) στον Πολύγυρο και τα φοβερά αντίποινα των Τούρκων στη Θεσσαλονίκη, τα οποία όμως , αντί να τρομοκρατήσουν τους Έλληνες, έφεραν το αντίθετο αποτέλεσμα, τους εξαγρίωσαν και προκάλεσαν τη γενίκευση της επανάστασης στη Χαλκιδική.
Στο Άγιο Όρος, η επιρροή του Εμμανουήλ Παπά και ο μεγάλος ενθουσιασμός του, παρέσυραν τους μοναχούς. Η γενική συνέλευση των προϊσταμένων των μονών στις Καρυές αποφάσισε να καθαιρέσει τον Τούρκο διοικητή, ονόμασε τον Εμμανουήλ Παπά «Αρχηγόν και υπερασπιστήν της Μακεδονίας»,και κήρυξε την επανάσταση, κατά τα τέλη του Μαΐου.
Ο ερεθισμός των πνευμάτων, εξαπλώθηκε και στην Κασσάνδρα. Οι ειδήσεις για την επανάσταση στη Μολδοβλαχία και αργότερα στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, ηλέκτρισαν τους χωρικούς της Κασσάνδρας, που αποφάσισαν σε δημόσια συνέλευση να κηρύξουν την επανάσταση. Το παράδειγμά τους το ακολούθησαν η Ορμύλια, τα χωριά της Σιθωνίας Παρθενώνας και Νικήτη, και τα Μαντεμοχώρια. Στην εξέγερση της Κασσάνδρας και της Σιθωνίας συνετέλεσαν ασφαλώς και τα ψαριανά πολεμικά που δρούσαν στις ακτές της Μακεδονίας. Παντού, όπου κηρύχτηκε η επανάσταση, συστήθηκαν με τη φροντίδα του Εμμανουήλ Παπά, μικτές επιτροπές από κληρικούς και λαϊκούς με καθήκοντα διοικητικά, οικονομικά και δικαστικά .Η Κασσάνδρα και το Άγιο Όρος αποτελούσαν στρατηγικά ερείσματα για την εξάπλωση και διατήρηση της επανάστασης στη Χαλκιδική, γιατί ήταν εύκολο να οχυρωθούν και να κρατηθούν και με τη σύμπραξη του στόλου να αποτελέσουν θαυμάσια ορμητήρια και άσυλα.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σταθούμε λίγο στο κείμενο ενός εγγράφου. Πρόκειται για ένα γράμμα των κατοίκων της Κασσάνδρας, με το οποίο γνωρίζουν στους μοναχούς του Αγίου ΄Ορους, ότι κήρυξαν την επανάσταση και τους παρακινούν να κάνουν το ίδιο. Το κείμενο αυτό, που δημοσιεύτηκε από τον καθηγητή Απ.Βακαλόπουλο στο βιβλίο του «Εμμανουήλ Παπάς-Αρχηγός και υπερασπιστής της Μακεδονίας» το 1981, αναφέρει τα εξής:
«Την υμετέραν πανοσιότητα, άγιοι επίτροποι του κοινού του Αγίου Όρους ευλαβώς προσκυνούμεν και κατασπαζόμεθα την δεξιάν σας. Σας φανερώνομεν διά του ανά χείρας σας, ότι ημείς οι εν τη χερσονήσω Κασσάνδρα εσηκώσαμεν τα άρματα κατά του τυράννου μας. Την Πέμπτην, σήμερον, εσηκώθηκαν και τα αντίκρυ χωρία Παρθενώνας, Ορμύλια και Νικήτη. Μας ήλθον και δύο αρμαμέντα μεγάλα με σημαίαν ελευθερίας και με αρκετούς ανθρώπους. Είναι και δύο όμοια μικρά, και αυτά αρματωμένα.Ετοιμαστείτε λοιπόν στρατιώται του επουρανίου Χριστού, και οπλίσατε όλους τους ιδικούς σας κατά του τυράννου. Η πανοσιότης σας από το μέρος σας κτυπώντας να φθάσητε ομού με τους εις τα Μαντέμια ευρισκομένους, και εμείς από το ειδικόν μας ομοίως να ανταμωθώμεν εις τους Μαχαλάδες, και να ορμήσωμεν κατά της Θεσσαλονίκης. Κατά την Παρασκευήν απέρασαν πέντε καράβια διά Θεσσαλονίκην, και προσμένομεν κατ? αυτάς και άλλα δεκαπέντε. Μην αμελήσετε, άγιοι πατέρες, αλλ? οπλισθήτε, και ταχύνατε προς αφανισμόν του ασεβούς τυράννου μας διά αγάπην του γένους και της πίστεως ημών.
Στείλατε είδησιν και εις Μαντέμια και ταχύνατε, διά να λάβωμεν και παρά Θεού και παρά του γένους τον στέφανον.Ταύτα και μένομεν».
Τη 29 Μαΐου 1821
Ιωάννης Χατζή Χριστοδούλου
Αναγνώστης Γεωργίου ,Δημήτριος Ιωάννου Καπετάν Μανόλης Ιωάννου,Καπετάν Γιώργης Καμπούρης Καπετάν Ιωάννης Γεωργίου
Στο μεταξύ η επανάσταση στη Χαλκιδική προχωρούσε αργά και ασυστηματοποίητα. Οι περισσότεροι ήταν άοπλοι. Είχαν βέβαια καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Καλαμαριάς και είχαν κάψει τα Τουρκικά χωριά. Αλλά και οι Τούρκοι είχαν καταλάβει ένα -δύο χωριά προς την Παζαρούδα και είχαν εξοντώσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς..
Τα επαναστατικά σώματα, , είναι χωρισμένα σε δύο κυρίως τμήματα :το ένα αποτελείται από Μαντεμοχωρίτες και μοναχούς με αρχηγό τον Εμμανουήλ Παπά και το άλλο από Κασσανδρινούς και Χασικοχωρίτες με αρχηγό τον Χάψα.. Το σώμα του Παπά, αφού απώθησε μικρή τουρκική δύναμη από την Ιερρισό, προχώρησε προς τον Σταυρό και έφτασε στο στενό της Ρεντίνας, ενώ το σώμα του Καπετάν Χάψα κατεδίωξε τους Τούρκους και έφτασε σε απόσταση τριών ωρών από τη Θεσσαλονίκη. Στις αρχές Ιουνίου, πλήθη τρομοκρατημένων Τούρκων Χωρικών, που εγκατέλειπαν τα πυρπολημένα χωριά τους, έφταναν και κατασκήνωναν έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης.
Αλλά και οι Τούρκοι της πόλης αυτής ετοιμάζονται για αντεπίθεση. Έτσι, στις 4 Ιουνίου ο Αχμέτ μπέης των Γιαννιτσών, με 500 άτακτους Γιρούκους ιππείς, και 6.000 πεζούς εκστρατεύει εναντίον του Χάψα. Η σύγκρουση γίνεται στην πεδινή περιοχή του Σέδες και οι επαναστάτες, μη μπορώντας να Αντιμετωπίσουν τις επελάσεις του ιππικού, αναγκάζονται να αποσυρθούν στα Βασιλικά. Τότε σκοτώθηκε ο Χάψας, που παρέμεινε στο πεδίο της μάχης με μικρό αριθμό πολεμιστών από τη Συκιά Χαλκιδικής.
Ακολουθεί κατόπιν η κατάληψη, από τους Τούρκους, των Βασιλικών, της Γαλάτιστας, του Πολυγύρου, των Μαντεμοχωρίων και άλλων. Η τουρκική απειλή και η έλλειψη πολεμοφοδίων, αναγκάζουν τους επαναστάτες, που ακολουθούνται από χιλιάδες γυναικόπαιδα, να καταφύγουν στις χερσονήσους της Κασσάνδρας, της Σιθωνίας και του Αγίου Όρους, του οποίου το «άβατον» παραβιάζεται για πρώτη φορά αναγκαστικά.
Η επανάσταση της Χαλκιδικής, περιορίζεται τώρα στις χερσονήσους του Αγίου ΄Ορους και της Κασσάνδρας, που θα μπορούσαν, αν οχυρώνονταν, να γίνουν απόρθητες, μια και τα ελληνικά καράβια τις προστατεύουν από θαλάσσιες επιδρομές. Στο Άγιον Όρος οι επαναστάτες οχυρώνονται στον Πρόβλακα, ενώ στην Κασσάνδρα η άμυνα οργανώνεται στο πιο στενό μέρος του Ισθμού της, μήκους ενός περίπου χιλιομέτρου, στη σημερινή Ν.Ποτίδαια. Στις 27 Ιουνίου ο Αχμέτ μπέης επιτίθεται εναντίον του ελληνικού στρατοπέδου, αλλά αποκρούεται. Την επομένη κατευθύνεται προς την Ορμύλια, όπου συναντά επίσης ισχυρή αντίσταση και υποχωρεί. Οι επιθέσεις συνεχίζονται και τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου, χωρίς αποτέλεσμα. Την ίδια περίοδο το ελληνικό στρατόπεδο ενισχύεται με 400 πολεμιστές από τον Όλυμπο και λίγο αργότερα με 200 ακόμη υπό τον Διαμαντή Νικολάου.
Στις 26 Ιουλίου ο μουτεσελίμης της Θεσσαλονίκης, Γιουσούφ μπέης, αφού πρώτα συγκέντρωσε στρατεύματα από τους καζάδες του ομώνυμου βιλαετίου, ξεκινάει από τη Θεσσαλονίκη, για να αντικαταστήσει τον Αχμέτ μπέη και να αναλάβει την αρχηγία των τουρκικών στρατευμάτων, που βρίσκονταν μπροστά στον Ισθμό της Κασσάνδρας. Οι μικροσυμπλοκές συνεχίζονται κατά αραιά διαστήματα, ενώ από την πλευρά των Ελλήνων πραγματοποιείται στις 18 Αυγούστου μια επιτυχής απόβαση στον ΄Αγιο Μάμα.
Μολαταύτα το ηθικό των ελληνικών στρατευμάτων αρχίζει να πέφτει, γιατί η απογοήτευση των περισσότερων μοναχών μετά από τις πρώτες ατυχίες των Ελλήνων, η έλλειψη πολεμοφοδίων, τροφίμων, οι δυσκολίες για την εξεύρεση των αναγκαίων χρημάτων, , δημιουργούν μια ατμόσφαιρα γεμάτη αποθάρρυνση και απαισιοδοξία.
Η κατάσταση όμως αυτή, που διαρκώς χειροτερεύει στο στρατόπεδο της Κασσάνδρας, δεν ήταν καθόλου ευχάριστη για τους Ολύμπιους οπλοφόρους. Γι αυτό οι περισσότεροι μαζί με τους αρχηγούς τους εγκατέλειψαν τη χερσόνησο. Το γεγονός αυτό ,καθώς και η έλλειψη πολεμοφοδίων, τροφίμων και η απειρία των νέων αρχηγών και οι αρρώστιες, έφεραν την αγανάκτηση και την αδιαφορία των πολεμιστών, με αποτέλεσμα την αποσύνθεση του ελληνικού στρατοπέδου.
Αλλά και η κατάσταση στο τουρκικό στρατόπεδο, δεν ήταν καλύτερη . Μολαταύτα οι Τούρκοι πλησίαζαν καθημερινά τις ελληνικές γραμμές, με αλλεπάλληλα προχώματα.
Ο Εμμανουήλ Παπάς, για να προκαλέσει αντιπερισπασμό στους Τούρκους, καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες να κινήσει σε επανάσταση τον Όλυμπο και τα Πιέρια. Οι αρχηγοί των περιοχών αυτών είναι πρόθυμοι να χτυπήσουν, αλλά ζητούν προμήθειες σε πολεμοφόδια Αντίθετα προς τις ευοίωνες προοπτικές που διαφαίνονται στην Πελοπόννησο με την άλωση της Τριπολιτσάς, ,στη Μακεδονία, η τύχη της επανάστασης, προδιαγράφεται απελπιστική. Διοικητής των στρατευμάτων και πασάς της Θεσσαλονίκης, διορίζεται ο ικανός και δραστήριος βεζίρης Μεχμέτ Εμίν, ο επονομαζόμενος για τη σκληρότητά του Εμπού Λουμπούτ (ροπαλοφόρος), στον οποίο η Πύλη αναθέτει να εκστρατεύσει εναντίον του Αγίου ΄Ορους και της Κασσάνδρας.
Ο Μεχμέτ Εμίν συμπεριφέρεται προς τους Ευρωπαίους και προς τους Έλληνες της Θεσσαλονίκης με τέτοια υποκριτική καλοσύνη, ώστε αυτοί ξεγελιούνται .
Όμως θα δείξει το αληθινό του πρόσωπο λίγο αργότερα, όταν θα γίνει κύριος της καταστάσεως. Τώρα ετοιμάζεται με δραστηριότητα για την εκστρατεία. Κατά τα μέσα Οκτωβρίου με 3.000 χιλιάδες περίπου άνδρες κινείται εναντίον της Κασσάνδρας, που την υπεράσπιζαν μόνο 430 Έλληνες. Ταυτόχρονα διατάσσονται και έρχονται 20 πολεμικά καράβια να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις του. Απόπειρά του στις 17 Οκτωβρίου να παραβιάσει το στενό με πλευρική απόβαση 600 ανδρών αποτυχαίνει. Ο ισθμός γεμίζει από πτώματα ανδρών και αλόγων, ενώ ένα από τα καράβια του αιχμαλωτίζεται με 28 άνδρες. Η επιτυχία αυτή ενθουσιάζει πολύ το ολιγάριθμο σώμα των επαναστατών ( ο ίδιος ο Παπάς έγραφε προς την Ιερά Κοινότητα στις 20 Οκτωβρίου, «Τους εχθρούς δεν τους έχουν πλέον δια τίποτε» ).
Παρά την πρώτη αποτυχία ο Μεχμέτ Εμίν δεν αποθαρρύνεται, αλλά ετοιμάζει γενική επίθεση. Στις 24 Οκτωβρίου διατάζει να του σταλούν επειγόντως από κάθε καζά 40 εργάτες και να μετακινηθούν οι στρατιώτες των Καζάδων της περιοχής Θεσσαλονίκης, , προς το μέτωπο της Κασσάνδρας. Προτού εξαπολύσει την τελική επίθεση, καλεί τους επαναστάτες να υποταχτούν, υποσχόμενος γενική αμνηστεία, αλλ? αυτοί απορρίπτουν τις προτάσεις του. Τα ξημερώματα της 30ης Οκτωβρίου ( 1η Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο ) επιτίθεται, σπάζει τις γραμμές και γίνεται κύριος της χερσονήσου.
« Πέντε πασάδες πολεμούν
την έρημη Κασσάνδρα.
Κανένας δεν την πάτησε,
Κανένας δεν την πήρε.
Μόν? ο Λουμπούτ την πάτησε.
Μόν? ο Λουμπούτ την πήρε.»
Οι σκηνές που διαδραματίζονται είναι τρομακτικές. Οι Τούρκοι στρατιώτες, επιδίδονται στη σφαγή και τη λεηλασία κι οι ΄Ελληνες προσπαθούν ν? αποφύγουν όσο μπορούν τη μεγάλη φθορά. Στο μεταξύ αγγελιοφόροι ειδοποιούν τους κατοίκους των χωριών, οι οποίοι προσπαθούν με κάθε πλωτό μέσο να διαφύγουν προς τις Βόρειες Σποράδες, Εύβοια, Πήλιο. Εδώ διαδραματίστηκαν σκηνές αλλοφροσύνης και πανικού. Τα γυναικόπαιδα προσπαθούσαν να επιβιβαστούν σωρηδόν στα λιγοστά πλεούμενα, οι άνδρες μάχονται απελπισμένα με τους εφορμούντες Τούρκους, οι καπεταναίοι των καραβιών αγωνίζονταν να περισώσουν ότι ήταν δυνατό.
Το μεγαλύτερο μακελιό έγινε όπως λένε, στην παραλία « Σωλήνα» .Οι Τούρκοι θέλουν να εκδικηθούν ίσως, το χωριό Παζαράκια (δεν ξέρουμε ποιο όνομα είχε τότε, τώρα το λένε Κρυοπηγή) γιατί απ? το χωριό αυτό καταγόταν οι περισσότεροι καπεταναίοι του Χαλκιδικιώτικου αγώνα ( Χάψας, Κρήτος, Χημευτός, Μανώλας, Καρατάσος). Πάντα κατά την παράδοση, όσους Κασσανδρινούς έπιασαν οι Τούρκοι σ? αυτό το μέρος, τους μετέφεραν στο χωριό και τους πούλησαν για σκλάβους. Εδώ λοιπόν έγινε το « πρώτο παζάρι πώλησης σκλάβων». Αυτός είναι κι ο λόγος που στο χωριό δόθηκε αργότερα, από τους Κασσανδρινούς που επέστρεψαν, το όνομα Παζαράκια. ΄Ηθελαν να τους θυμίζει τη βάρβαρη κι απάνθρωπη πράξη των Τούρκων.
«Κακό μεγάλο έγινε στη Χρούσου της Παλλήνης.
Κακό μεγάλο έγινε καταστροφή μεγάλη.
Κλαίγαν? οι μάνες για παιδιά και τα παιδιά για μάνες ».
«Μωρή ψηλή Κασσανδρινή
Τι είσαι λυπημένη ;
΄Εχασα τον άνδρα μου,
Έχασα τα παιδιά μου.
Για πες μας, πού τα έχασες
Να πάμε να τα βρούμε;
Μες στης Κασσάνδρας τα χωριά
όπου σφάζει η Τουρκιά ».
Η Κασσάνδρα πατήθηκε. Ο Τούρκος έβαλε φωτιές, έκαψε σπίτια και περιουσίες,βασάνισε, έσφαξε και αιχμαλώτισε αθώους. Ο Κασσανδρινός χώρος, για μήνες κάπνιζε, απ? τις πυρπολήσεις των κατακτητών. Η Κασσάνδρα ερημώθηκε. Δεν θα ήταν υπερβολή αν παρουσιάζαμε και παραλληλίζαμε την καταστροφή της με την καταστροφή των Ψαρών. Κι εδώ η δόξα μονάχη της περπάτησε και μελέτησε τα λαμπρά παλικάρια και φόρεσε στεφάνι από τα λείψανα των σφαγμένων Κασσανδρινών και των καμένων σπιτιών και δασών της. Μόνο που ποιητής, δεν βρέθηκε να της αφιερώσει κάποιους στίχους, ούτε ζωγράφος σαν τον Ντελακρουά να ζωγραφίσει και ν? αποθανατίσει την ερήμωσή της. Ο λόγος μένει σε μας τους Κασσανδρινούς, τους κατευθείαν απογόνους εκείνων των μαχητών. Εμείς πρέπει να τους τραγουδήσουμε, εμείς να τους ζωγραφίσουμε, εμείς να τους στήσουμε ένα λαμπρό μνημείο αντάξιο της ηρωικής τους θυσίας. Οι γενναίοι δεν έχουν ανάγκη από τίποτε, αυτοί έκαναν το καθήκον τους, εμείς έχουμε ανάγκη κι Υποχρέωση. Ανάγκη για παραδειγματισμό κι υποχρέωση απέναντι στη θυσία εκείνων: Σχεδόν όλοι οι Έλληνες, γνωρίζουν τις φυσικές ομορφιές της Χαλκιδικής. Όμως λίγοι Έλληνες, και λίγοι δυστυχώς Χαλκιδικιώτες, γνωρίζουμε τις αμέτρητες θυσίες και την ανεκτίμητη προσφορά της Χαλκιδικής και της Κασσάνδρας ειδικότερα, στον αγώνα του 1821.
Πρέπει λοιπόν να διδάξουμε πρώτα στα παιδιά μας την τοπική μας ιστορία και να φροντίσουμε οι ιστορικοί να καταγράψουν πιο συστηματικά, την ιστορία του ξεσηκωμού της Χαλκιδικής και της Μακεδονίας γενικότερα στα σχολικά βιβλία.
Αιωνία η μνήμη, σ? όλους όσους τη ζωή τους θυσίασαν ή προσέφεραν στους αγώνες της πατρίδας μας.
Αιωνία η μνήμη στους Κασσανδρινούς μαχητές και σ? όλους όσους έλαβαν μέρος στην άμυνα της επαναστατημένης Κασσάνδρας.
πληροφορίες από το site του δημοτικού σχολείο της Ν. ποτίδαιας