Τό πάθος τῆς συκοφαντίας

ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ

 

 

Ἡ ζωή μας εἶναι γεμάτη μέ πειρασμούς καί δοκιμασίες. Κανένας ὅμως πειρασμός δέν εἶναι ἰσάξιος μέ τό νά πέσεις σέ ἄνθρωπο συκοφάντη. Ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου τῶν Παροιμιῶν ὀνομάζει τή συκοφαντία «θανατηφόρο μαχαίρι». Κι ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι αὐτός πού συκοφαντεῖ τόν πλησίον του εἶναι σάν νά τρώει «ἀδελφικό κρέας».

Συκοφαντία εἶναι ἡ ψεύτικη κατηγορία, ἡ ὁποία λέγεται μέ σκοπό νά βλάψει τόν ἄλλο. Ἐκεῖνο πού ὠθεῖ κάποιον νά συκοφαντεῖ τόν συνάνθρωπό του εἶναι ἡ ἀντιζηλία, ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλοδοξία καί τό μῖσος.

Τό πάθος τῆς συκοφαντίας εἶναι διαβολικό. Αὐτός ὁ ὁποῖος τήν ἐφηῦρε εἶναι ὁ διάβολος. Ὁ διάβολος πῆρε αὐτό τό ὄνομα, γιατί διέβαλε, δηλαδή συκοφάντησε, τόν Θεό στούς ἀνθρώπους, λέγοντας στόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα πώς ὁ Θεός ἀπό φθόνο τούς ἀπαγόρευσε νά φᾶνε ἀπό τό δέντρο τῆς γνώσης τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. «Διότι γνώριζε ὁ Θεός», εἶπε ὁ διάβολος, «ὅτι τήν ἡμέρα πού θά φᾶτε ἀπό αὐτόν, θά ἀνοίξουν τά μάτια σας καί θά γίνετε ὡς θεοί, ἀφοῦ θά διακρίνετε τό καλό ἀπό τό κακό» (Γεν. 3, 5). Κι ἔπειτα μέχρι σήμερα δέν σταματάει νά διαβάλλει τόν Θεό στούς ἀνθρώπους καί τούς ἀνθρώπους στόν Θεό.

Ὁ ἄνθρωπος πού συκοφαντεῖ βλέπει μόνο τά ἐλαττώματα τῶν συνανθρώπων του. Μέ προδοσίες, μέ ψευδομαρτυρίες καί διαβολές προσπαθεῖ νά τούς κακολογήσει. Τρέχει νά μάθει τί κάνει ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος καί ἀφοῦ τό μάθει σπεύδει νά τούς συκοφαντήσει μέ ψέματα καί δολιότητες. Ἐνῶ πλησιάζει κάποιον καί τοῦ γλυκομιλάει, γιά νά κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη του, ἀργότερα τόν προδίδει καί τόν καταστρέφει. Συμπεριφέρεται ὅπως ἀκριβῶς ὁ Ἰούδας, πού μέ φίλημα πρόδωσε τόν Χριστό στούς διῶκτες Του. Δέν μπορεῖ νά βάλει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τό τί σκέφτεται καί τί σχεδιάζει τό μυαλό τοῦ συκοφάντη. Αλίμονο, ἐάν πέσει κανείς στό στόμα του!

Σέ τί βλάπτει τούς ἀνθρώπους

Ὁ συκοφάντης συνεχῶς προξενεῖ τό κακό. Ανακατώνει τούς ἀνθρώπους. Προξενεῖ λογομαχίες καί συγκρούσεις. Σπιλώνει τήν τιμή καί τήν ὑπόληψη ἀθώων. Τούς συνετούς τούς κατηγορεῖ ὡς ἀνήθικους, τούς εὐσεβεῖς ὡς ἀσεβεῖς, τούς ἐναρέτους ὡς ὑποκριτές καί πονηρούς, τούς ταπεινούς ὡς κενόδοξους καί ὑπερήφανους καί γενικά διαστρεβλώνει ὅλες τίς χριστιανικές ἀρετές.

Μέ τά ψέματα καί τίς διαβολές του, χωρίζει τούς ἄνδρες ἀπό τίς γυναῖκες τους. Χωρίζει τά παιδιά ἀπό τούς γονεῖς. Φέρνει σέ ρήξη τούς συγγενεῖς μεταξύ τους. Δημιουργεῖ ταραχή ἀνάμεσα σέ φίλους. Ξεσηκώνει τό ποίμνιο ἐναντίον τοῦ ποιμένα του. Διχάζει ὁλόκληρους λαούς. Ὅπου ὁ συκοφάντης, ἐκεῖ οἱ ἔχθρες, οἱ αντιζηλίες, οἱ μνησικακίες, οἱ συγκρούσεις.

Ὁ σοφός Σολομώντας, θέλοντας νά καταδείξει τό μέγεθος αὐτοῦ τοῦ ἁμαρτήματος, μακαρίζει αὐτούς πού δέν ἔχουν γεννηθεῖ, γιατί δέν ἀντίκρυσαν αὐτό τό τρομερό ἁμάρτημα πού συμβαίνει στή γῆ.

 

Ἀντιμετώπιση τῆς συκοφαντίας

Ἴσως ἔχουμε γευθεῖ τήν πίκρα τῆς συκοφαντίας. Καί μάλιστα ἀπό πρόσωπα οἰκεῖα καί φιλικά. Βεβαίως, ὀφείλουμε νά ὑπερασπιστοῦμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά μήν ἐπιτρέψουμε νά θριαμβεύσει τό ψεῦδος.

Ἀπό κεῖ καί πέρα ὅμως, ἡ ἀντίδρασή μας ἀπέναντι σέ αὐτούς πού μᾶς συκοφαντοῦν πρέπει νά εἶναι πνευματική. Ἔτσι θά δείξουμε καί τήν ἀνωτερότητά μας. Αὐτή ἡ ἀντίδραση συμφέρει στήν ψυχή μας.

Νά μήν ἀντιδράσουμε λοιπόν ἄσχημα σέ αὐτόν πού μᾶς συκοφαντεῖ καί νά μήν καλλιεργήσουμε μέσα μας ἀρνητικά συναισθήματα, διότι σίγουρα δέν εἶναι ἰσορροπημένος ἄνθρωπος αὐτός πού συμπεριφέρεται ἔτσι. Ἡ ψυχή τοῦ συκοφάντη νοσεῖ. Χρειάζεται νά τόν λυπηθοῦμε καί νά τόν συμπονέσουμε. Νά σκεφτόμαστε ὅτι εἶναι ἀδελφός μας, πού ὅμως τόν κατέλαβε ὁ διάβολος. Ἐνεργεῖ ὑπό τήν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ. Ἀντί νά ὀργιστοῦμε ἐναντίον του, νά παρακαλέσουμε τόν Θεό νά ἐλεήσει καί αὐτόν, πού εἶναι σκοτισμένος, καί ἐμᾶς, γιά νά ὑπομείνουμε τή δοκιμασία.

Νά προσπαθοῦμε νά μήν κατακρίνουμε τούς συκοφάντες μας, γιατί καί ἐμεῖς ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί εἴμαστε, κυριευμένοι ἀπό πολλά πάθη. Ἐμεῖς νά τούς ἐκδικηθοῦμε μέ τή συγχώρηση καί τήν ἀγάπη. Νά σηκώσουμε τή συκοφαντία μεγαλόψυχα. Χρειάζεται ὑπομονή, ταπείνωση καί πολλή προσευχή. Κι ἐπειδή τό κάνουμε αὐτό γιά χάρη τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καί γιά τήν ἀγάπη Του, ὁ Χριστός μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς γλυκαίνει.

Ἡ συκοφαντία εἶναι λάσπη, πού πέφτει ἐπάνω μας καί μᾶς λερώνει, ἀλλά ‒ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι‒ λάσπη ἰαματική, πού θεραπεύει τόν ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια καί μαλακώνει τήν καρδιά μας. Ὁ δρόμος τῆς ἁγιότητας καί τῆς σωτηρίας περνάει καί μέσα ἀπό τίς διώξεις, τίς συκοφαντίες καί τούς πειρασμούς. Ἑπομένως, νά δεχθοῦμε τή συκοφαντία ὡς παιδαγωγία Θεοῦ. Νά ἔχουμε τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Θεός τό ἐπιτρέπει γιά τό δικό μας καλό, γιά τήν ὠφέλεια τῆς ψυχῆς μας. Θά μᾶς βοηθήσει νά γίνουμε πιό πνευματικοί. Ὁ ἄνθρωπος, ἐάν δέν περάσει μεγάλο πειρασμό, δέν θά πάρει μεγάλο χάρισμα. Καί ἀπό αὐτή τή δοκιμασία καλό θά βγεῖ.

Ἀλλά καί γι’ αὐτόν πού συκοφαντεῖ ὑπάρχει θεραπεία. Καί ἡ θεραπεία θά ἔλθει, ὅταν μετανοήσει καί δεῖ τά πάθη του. Ὅταν ἀναλάβει καί αὐτός τήν εὐθύνη γιά τά λάθη πού συμβαίνουν γύρω του καί συνειδητοποιήσει ὅτι δέν φταῖνε μόνο οἱ ἄλλοι, ἀλλά κυρίως ὁ ἑαυτός του. Ὅταν πάψει νά ἐμπιστεύεται τήν κρίση του, γιατί συνήθως τά συμπεράσματα πού βγάζουμε γιά κάποιον εἶναι ἐσφαλμένα, ἐπιπόλαια καί ἀποτέλεσμα τῆς δικῆς μας ἐμπαθοῦς καταστάσεως.

Ἀναφορικά μέ τή στάση μας, νά μήν πιστεύουμε ἀβασάνιστα κι ἐπιπόλαια τίς κατηγορίες πού ἀκοῦμε γιά τούς ἄλλους οὔτε νά τίς διαδίδουμε· νά προσπαθοῦμε νά μήν δίνουμε ἀφορμή σέ κανένα νά μᾶς συκοφαντήσει.

Νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τόν πειρασμό τῆς συκοφαντίας. Θά περάσει κι αὐτό. Καί νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι τήν τελευταία κουβέντα θά τήν πεῖ ὁ Θεός. Περίτρανα θά διακηρύξει τήν ἀθωότητα καί τό ψυχικό μεγαλεῖο αὐτοῦ πού συκοφαντεῖται.

Ακολούθησέ μας....

Κοινοποίησέ το....